Στην πολιτική όπως και στη ζωή σημασία έχει ποιους συναντάς. Το ίδιο ισχύει και με τα συλλαλητήρια. Δεν μπορεί να είσαι στην ίδια συγκέντρωση με εθνικιστές και να λες «και τι έγινε;». Δεν μπορείς να ακούς μόνο άναρθρες κραυγές και να λες «εγώ έχω τις δικές μου ιδέες». Ας βρει κάποιος προοδευτικός πολίτης, κεντροαριστερός ή κεντροδεξιός, δύο φράσεις από όλα αυτά που ακούστηκαν στη Θεσσαλονίκη που να μπορεί να πει «με αυτά τα λόγια συμφωνώ». Ηταν θαρραλέο λοιπόν που τα παιδιά από «το Ποτάμι της Μακεδονίας» συγκέντρωσαν σε ένα κείμενο όσα ειπώθηκαν στο συλλαλητήριο και τελικά κατέληξαν ρωτώντας «ποιους χειροκροτάς πατριώτη;». Και στην Αθήνα ποιους θα χειροκροτήσεις όταν το γενικό πρόσταγμα το έχει πάλι ένας πολιτευτής των ΑΝΕΛ, που κυνηγούσε μαζί με χρυσαυγίτες και παραεκκλησιαστικούς, «αμαρτωλούς» ηθοποιούς θεατρικών παραστάσεων. Πολιτικοί, φορείς και κόμματα πρέπει να ξανασκεφτούν λοιπόν τη στήριξη που προσφέρουν στους ψεκασμένους υπερπατριώτες. Αλλωστε, οι πλατείες των αγανακτισμένων που γέννησαν το πολιτικό τέρας των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ δεν είναι και τόσο παλιές.
Ας πάμε όμως στην ουσία του ζητήματος. Οι δημόσιες δεσμεύσεις του Ζάεφ ότι θα αλλάξουν τα ονόματα στο αεροδρόμιο και την Εθνική Οδό είναι μια καλή αρχή αλλά δεν αρκεί. Πρέπει να δεσμευτεί για αλλαγές στα σχολικά βιβλία και το Σύνταγμα. Βάζω σκόπιμα πρώτα τα βιβλία γιατί αυτό που μας ενδιαφέρει είναι τα παιδιά των γειτόνων μας να μη μεγαλώνουν με έχθρα για την Ελλάδα. Θα τολμήσουν λοιπόν; Αν «όχι», η συζήτηση σταματά εδώ. Αν όμως πουν «ναι», εμείς τι κάνουμε; Συλλαλητήρια και βέτο; Με τους πολιτικούς αρχηγούς στα χαρακώματα να ανταλλάσσουν πολεμικά ανακοινωθέντα; Τότε, ποιος θα είναι Βαλκάνια και ποιος Ευρώπη; Και πιστεύει κανείς ότι η Ελλάδα θα κερδίσει αν πει «όχι» όταν τα Σκόπια θα έχουν πει «ναι»; Και οι σύμμαχοί μας στην Ευρωπαϊκή Ενωση και το ΝΑΤΟ, με ποιον θα είναι;
Νομίζω ότι πολλοί αναλυτές και πολιτικοί διαβάζουν λάθος και τη διεθνή συγκυρία και τις διαθέσεις της ελληνικής κοινωνίας. Ο σύγχρονος κόσμος δεν θέλει να υπάρχει μια περίκλειστη βαλκανική ζώνη, παραδομένη σε διεθνείς και τοπικές μαφίες και ανεξέλεγκτες εστίες θρησκευτικού φανατισμού. Με χώρες έτοιμες να καταρρεύσουν και ηγεσίες εξαρτώμενες από την Τουρκία ή τη Ρωσία. Και θα κάνουν ό,τι μπορούν για να στηρίξουν την ευρωπαϊκή προοπτική της FYROM. Οι Ελληνες το έχουν καταλάβει αυτό και έξι στους δέκα –σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις του Ιανουαρίου –θέλουν πλέον μια κοινά αποδεκτή λύση. Αλλωστε μόνο το 9% θεωρεί ότι κερδίσαμε από τους χειρισμούς στο Σκοπιανό αυτά τα 25 χρόνια και επτά στους δέκα λένε ότι χάσαμε. Οι Ελληνες, δείχνουν οι διαχρονικές έρευνες, δεν φοβούνται τον σκοπιανό τουρίστα, συνεργάτη, υπάλληλο, προμηθευτή, ακόμη και σύντροφο του παιδιού τους. Ο παραμορφωτικός καθρέφτης των συλλαλητηρίων θόλωσε λοιπόν την οπτική κομμάτων και πολιτικών. Οχι όμως τη δική μας. Το Ποτάμι, εκπροσωπώντας την προοδευτική λογική, επιμένει στην εθνική γραμμή της σύνθετης ονομασίας που περιέχει, αλλά δεν μονοπωλεί τον όρο Μακεδονία –πρόταση που επανέλαβε και μετά το συλλαλητήριο θαρρετά και η κυρία Γεννηματά, εκφράζοντας όλο το Κίνημα Αλλαγής. Πώς θα γίνει αυτό όμως σήμερα που φαίνεται να κυριαρχεί μια νέα εθνική κακοφωνία; Πρέπει να αποκτήσουμε Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας. Εχουμε καταθέσει και σχετική πρόταση νόμου. Κανείς δεν λέει όχι, αλλά και κανένα κόμμα εξουσίας δεν το προχωράει. Μια συζήτηση σε ένα άτυπο Εθνικό Συμβούλιο στο οποίο θα συμμετέχουν οι αρχηγοί των δημοκρατικών κομμάτων και οι πρώην πρωθυπουργοί που έχουν χειριστεί το θέμα τα τελευταία 25 χρόνια θα μπορούσε να ξεδιαλύνει την εικόνα. Οταν χαρακτηρίζουμε κάποιο θέμα εθνικό, πρέπει να είμαστε όλοι έτοιμοι να αναλάβουμε εθνικές ευθύνες. Ο Κώστας Σημίτης, ο Κώστας Καραμανλής, ο Γιώργος Παπανδρέου, ο Αντώνης Σαμαράς και οι νυν αρχηγοί. Υπευθυνότητα θέλει ο κόσμος, όχι μισόλογα και κρυφή διπλωματία. Η κούφια συνθηματολογία, οι συγκρούσεις μέσω «κύκλων» και τα «πες εσύ για να πω και εγώ» δεν περιποιούν τιμή σε κανέναν.
Η ευθύνη της κυβέρνησης βέβαια για το κλίμα που έχει δημιουργηθεί είναι μεγάλη. Από τον Σεπτέμβριο βλέποντας τα σημάδια στον ορίζοντα, είχα ζητήσει από τον κ. Τσίπρα στη Βουλή να ξεκαθαρίσει τη θέση του και απάντησε ότι δεν είναι του παρόντος. Τον Νοέμβριο επανήλθα στη Βουλή και ρώτησα τον κ. Τσίπρα αν επικροτεί την αλλοπρόσαλλη στάση του κ. Καμμένου που χαρακτήριζε προδοσία μια σύνθετη ονομασία. Καμία απάντηση ξανά. Στη συζήτηση του «Πολυνομοσχεδίου» ζήτησα για 3η φορά από τον Πρωθυπουργό να μην παίζει με κρυφά χαρτιά. Να ξεκαθαρίσει τι έχει συμφωνήσει με τους ακροδεξιούς συμμάχους του, γιατί είναι αστείο να ζητά υπεύθυνη στάση από τη Βουλή και να αφήνει τον υπουργό Αμύνης να γυρνά από εδώ και από εκεί –και αύριο στο ΝΑΤΟ –και να λέει, ανάλογα την ημέρα, μια δική του άποψη για ένα εθνικό θέμα. Ας αναλάβει λοιπόν ο κ. Τσίπρας τις ευθύνες του. Δημιούργημά του είναι η κυβερνητική παραφωνία. Και μετά να ζητάει ευθύνες από όλους εμάς. Οι Ελληνες απογοητευμένοι από δημαγωγούς και λαϊκιστές θέλουν να δουν τα προβλήματα να λύνονται. Εχουν βαρεθεί το βήμα σημειωτόν και την κατρακύλα κάθε τρεις και λίγο στο παρελθόν. Αντιλαμβάνονται τα ιδιοτελή παιγνίδια εξουσίας όπως έχουν μάθει να ξεχωρίζουν τον πατριωτισμό από την πατριδοκαπηλία. Μα –θα μπορούσε να αναρωτηθεί κάποιος –και οι μάχες, οι ήρωες, οι δάφνες; Ολα αυτά που συγκινούν τους βασανισμένους από την κρίση Ελληνες; Εδώ απαντά ο Ελευθέριος Βενιζέλος: «Τα έθνη δεν πρέπει να στρέφουν το βλέμμα προς τα οπίσω, ειμή όσον απαιτείται διά να πορίζωνται τα αναγκαία εντεύθεν διδάγματα». Και όλα αυτά ειπωμένα το ’28, έξι χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή και το τέλος της Μεγάλης Ιδέας.
Ο Σταύρος Θεοδωράκης είναι επικεφαλής του Ποταμιού