Η τριετία του ΣΥΡΙΖΑ στη διακυβέρνηση της χώρας, καθώς μάλιστα σχεδόν όλοι αναγνωρίζουν ότι οι προσεχείς εκλογές θα γίνουν στο πλαίσιο της συνταγματικής πρόνοιας, διαμορφώνει μια κρίσιμη ιστορική φάση για τη χώρα μας. Προδιαγράφει σε μεγάλο βαθμό το «μετά», δηλαδή την τυπική έξοδο της οικονομίας και της κοινωνίας από τις δεσμεύσεις του τελευταίου μνημονιακού προγράμματος. Επίσης, οριοθετεί τη βραχυ-μεσοπρόθεσμη ανορθωτική πορεία του κύρους, της σημασίας και του ρόλου της χώρας ως παράγοντα σε μια πολλαπλά αποσταθεροποιημένη ευρύτερη περιοχή και βεβαίως σε μια αναδιαμορφούμενη αρχιτεκτονική και οντότητα της ΕΕ. Δεν εκτιμώ, όπως πολλοί άλλοι, κυρίως αντίπαλοι της κυβέρνησης, ότι η τριετία διακυβέρνησης είναι τρεις διαφορετικές εποχές ενός δήθεν πολλαπλά «μεταλλαγμένου» ΣΥΡΙΖΑ στο έδαφος ριζικά διαφορετικών πολιτικών προτεραιοτήτων και προταγμάτων. Η «συνέχεια» αυτής της φάσης οριοθετείται, επίσης, από πολιτικούς συμβιβασμούς, από «τομές» και από παραδοχές ή εκτιμήσεις που σε έναν βαθμό ακυρώθηκαν ή μετατέθηκαν χρονικά καθώς η αριστερή διακυβέρνηση στην Ελλάδα προσέκρουσε σε έναν συσχετισμό απόψεων που πλειοψηφικά επέμεινε στην εφαρμογή μιας σκληρής λιτότητας διαμορφώνοντας ένα εφιαλτικά εκβιαστικό για τη χώρα τοπίο, το πρώτο επτάμηνο. Ο ελληνικός λαός διά της ψήφου ενός μεγάλου μέρους του, αλλά και διά της οριακής συναίνεσης ή και της ανοχής σε όλες τις επιμέρους φάσεις αυτής της περιόδου, συνομολόγησε αυτήν την «πολιτική συνέχεια».
Μεγάλο μέρος του λαού μας από τη μια έκανε και κάνει σταθερά την επιλογή μιας νέας άφθαρτης και ριζοσπαστικής πολιτικής δύναμης έναντι του παλαιού και χρεοκοπημένου πολιτικού συστήματος και από την άλλη αναγνωρίζει όχι μόνο τις καλές αρχικές προθέσεις, αλλά και τη σταθερή επιμονή για να διαμορφωθούν οι ευνοϊκές προϋποθέσεις, μέσα στην ΕΕ και το ευρώ, ώστε να βγει η χώρα στο προσεχές διάστημα και τυπικά από τη μέγγενη των μνημονιακών δεσμεύσεων.
Ιδιαίτερα στο διάστημα μετά τη δεύτερη λαϊκή εντολή του Σεπτεμβρίου του ’15 και τον επώδυνο συμβιβασμό με μια συμφωνία, που, όπως απεδείχθη, πέραν των δυσμενών δεσμεύσεων, άφηνε ρωγμές και κατάλληλο δημοσιονομικό χώρο, εφαρμόστηκαν και εφαρμόζονται θετικές μεταρρυθμίσεις με κοινωνικό πρόσημο, που ανακουφίζουν, όχι μόνο συγκυριακά, ιδιαίτερα τα κοινωνικά στρώματα που επλήγησαν από την κρίση. Οι θετικοί ρυθμοί ανάπτυξης που ανακτήθηκαν, μαζί με τις προσπάθειες που αποδίδουν στον τομέα της αντιμετώπισης της ανεργίας και τα εφαρμοζόμενα πολλαπλά κοινωνικά προγράμματα για το εγγυημένο εισόδημα, για την οικογένεια και το παιδί, για τους ανασφάλιστους, μορφοποιούνται εκ παραλλήλου με τους όρους εφαρμογής του προγράμματος και τις πρωτοφανείς αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων που προοιωνίζονται άνετη και καθαρή έξοδο στις αγορές για το προσεχές μέλλον.
Την ίδια ώρα η συνεργασία των χωρών του Νότου της ΕΕ έχει τη δικιά της συμβολή στη μεγάλη εξελισσόμενη συζήτηση για το μέλλον της Ευρώπης και για την προσθήκη της κοινωνικής σύγκλισης και ατζέντας σε μια σύνθετη διεθνή διεργασία που δεν θα πρέπει να καταλήξει σε «Ευρώπη πολλών ταχυτήτων» και τη συνέχιση της στρατηγικής

της λιτότητας μέσω της παρούσας αρχιτεκτονικής της Ενωσης. Ταυτόχρονα η συμβολή της χώρας, μέσα σε αυτήν την τριετία, στην αντιμετώπιση του Προσφυγικού – Μεταναστευτικού, μείζονος θέματος και η αντίστοιχη κινητικότητα και ο ρόλος που διαδραματίζουμε για τη σταθερότητα στα Βαλκάνια, έχουν απομακρύνει από τη χώρα μας την επιβουλή για μια Ελλάδα «φτωχό συγγενή» στις εξελίξεις μετά την κρίση.

Η κοινωνία, το έχω ξαναπεί, δεν μπορεί να βγει με μιζέρια και φόβο από την κρίση ως «ανάδελφο έθνος», με αναδίπλωση σε μεταφυσικές δοξασίες και σε εξάρσεις πατριδοκαπηλίας. Ούτε βέβαια πρέπει να συμβιβαστεί η κοινωνία μας σε ένα παραγωγικό μοντέλο ανασυγκρότησης στη βάση των ακραίων νεοφιλελεύθερων συνταγών, τις οποίες εκπροσωπεί η σημερινή αξιωματική αντιπολίτευση και οι οποίες θα καταδειχθεί στο προσεχές μέλλον, ότι δεν έχουν πλειοψηφικό αντίκρισμα μέσα στον λαό μας.
Μπορούμε να είμαστε αισιόδοξοι. Μπορούμε να επουλώσουμε τις πληγές της κρίσης και να αποτρέψουμε την επιβίωση και την επιστροφή της διαπλοκής και του καταναλωτικού μοντέλου με δανεικά και χρέη. Κυρίως όμως να εγγυηθούμε ότι θα επανέλθουν τα εργασιακά δικαιώματα σε συνθήκες ανάπτυξης, αντιμετώπισης της ανεργίας, κοινωνικής δικαιοσύνης και αναδιανομής υπέρ των αδυνάτων.
Ο Νίκος Βούτσης είναι Πρόεδρος της Βουλής