Δεν ήμουν ο πρώτος και σίγουρα όχι ο τελευταίος όταν πριν από ακριβώς δύο χρόνια έπαιρνα το αεροπλάνο από το Ελευθέριος Βενιζέλος με εισιτήριο χωρίς επιστροφή και, λίγες ώρες αργότερα, προσγειωνόμουν στο Χίθροου. «Θα μείνει ή όχι η Βρετανία στην Ευρωπαϊκή Ενωση;» αναρωτιόμουν στην πρώτη μου ανταπόκριση για «ΤΑ ΝΕΑ» από το νέο μου σπίτι, το Λονδίνο, περίπου πέντε μήνες πριν από το δημοψήφισμα του 2016. Δύο χρόνια και έναν πρωθυπουργό μετά, η απάντηση ακόμη δεν μπορεί να δοθεί με απόλυτη βεβαιότητα. Η παρουσία του ελληνικού στοιχείου στη Βρετανία χρονολογείται από την αρχαιότητα. Εικάζεται ότι ο πρώτος Ελληνας που πάτησε το πόδι του εδώ ήταν ο Πυθέας στα μέσα του 4ου αιώνα π.Χ. Εγώ, βέβαια, ήρθα λίγο αργότερα και βρήκα ήδη εγκατεστημένους δεκάδες χιλιάδες συμπατριώτες μου. Αλλά ο ξενιτεμός είναι πάντα ξενιτεμός.
Τους μήνες που ακολούθησαν μετανάστευσαν στη Βρετανία χιλιάδες ακόμη Ελληνες. Αξιωματούχος της ελληνικής πρεσβείας κάνει λόγο για «προσέλευση – ρεκόρ που όμοιά της δεν έχει σημειωθεί τις τελευταίες δεκαετίες». Σύμφωνα με τη βρετανική κυβέρνηση, στο Ηνωμένο Βασίλειο κατοικούν περίπου 70.000 Ελληνες. Ωστόσο, ελληνικές διπλωματικές πηγές ανεβάζουν τον αριθμό στους 150.000. Μια μικρή Ελλάδα που θέλει να ξεχάσει την πατρίδα που εγκατέλειψε και τα όσα τράβηξε εκεί τα χρόνια της κρίσης, αλλά ταυτόχρονα την αποζητά καθημερινά: «Μήπως ξέρετε αν υπάρχει κανένα καλό καφέ με φραπέ;». «Κανένας Ελληνας στο Βορειοδυτικό Λονδίνο;». «Πού θα βρω ελληνικά προϊόντα;». Ερωτήματα όπως αυτά κατακλύζουν τις ομάδες Ελλήνων της Βρετανίας στο facebook. Δεν λείπουν βέβαια και οι online τσακωμοί. «Δεν έχω δει μέλη άλλης κοινότητας να προσπαθούν να κράξουν τον συμπατριώτη τους όσο οι Ελληνες του Λονδίνου» γράφει ο Γ.Β. Τα ελληνικά καφέ και παντοπωλεία ξεφυτρώνουν σαν τα μανιτάρια, το ίδιο και τα σουβλατζίδικα. Οι Ελληνες είναι πλέον παντού και κάνουν τα πάντα: σερβιτόροι, πωλητές, υδραυλικοί, δικηγόροι, καθηγητές πανεπιστημίου, γιατροί.
Το πρώτο πράγμα που κάνει όποιος φτάνει στη Βρετανία είναι η αίτηση για να πάρει Αριθμό Εθνικής Ασφάλισης (ΝΙΝo). Θυμάμαι σαν χθες την ημέρα που με κάλεσαν για συνέντευξη στο Jobcentre Plus, μια υπηρεσία του υπουργείου Εργασίας: έκανε τσουχτερό κρύο και έξω στέκονταν δεκάδες άτομα -μου θύμισε την ημέρα που παρουσιάστηκα στον στρατό. Βέβαια, ο υπάλληλος που με υποδέχθηκε μισή ώρα αργότερα ήταν εξόχως ευγενικός.
Υστερα ήρθε η προσγείωση στην πραγματικότητα. Τα ενοίκια στο Λονδίνο είναι εξωφρενικά και οι περισσότεροι καταφεύγουν στη λύση της συγκατοίκησης ξεχνώντας τις «πολυτέλειες» της Ελλάδας. Οι ιδιοκτήτες ακινήτων και οι μεσίτες κάνουν χρυσές δουλειές: λόγω της τεράστιας ζήτησης έχουν μετατρέψει τα παραδοσιακά βικτωριανά διώροφα σπίτια σε διαμερίσματα – κουτιά (έως οκτώ ανά σπίτι!) και τα νοικιάζουν ακόμη και προς 1.000 στερλίνες τον μήνα. Τα πάντα εδώ είναι ακριβά: από το φαγητό και το σινεμά, μέχρι τα τσιγάρα και τις συγκοινωνίες. Στο μετρό το εισιτήριο για μία μόνο διαδρομή κοστίζει από 2,40 έως 5,10 στερλίνες. Βέβαια, και οι μισθοί είναι (συνήθως) εξίσου υψηλοί.
Η γραφειοκρατία στην Αγγλία είναι σχεδόν ανύπαρκτη: όλα γίνονται ηλεκτρονικά. Οι μισθωτοί δεν υποβάλλουν φορολογική δήλωση (ο φόρος παρακρατείται από τον μισθό τους), ενώ η φορολόγηση γίνεται με κλιμάκια εισοδήματος: αν βγάζεις έως 11.500 στερλίνες δεν πληρώνεις τίποτε, από 11.501 έως 45.000 πληρώνεις φόρο 20%, από 45.001 έως 150.000 επιβάλλεται φόρος 40% και τα εισοδήματα άνω των 150.000 φορολογούνται με 45%.
Και με το Brexit τι γίνεται; Εχει αλλάξει καθόλου η χώρα μετά το δημοψήφισμα; Ρωτάω τον Θανάση Γκαβό, ανταποκριτή του Σκάι στο Λονδίνο. «Εχει επικρατήσει μια αίσθηση αταξίας σε μια χώρα όπου όχι τα πάντα, αλλά μάλλον τα περισσότερα, δούλευαν με τάξη. Ο δημόσιος λόγος είναι πολωμένος και αναξιόπιστος. Στο μεταξύ, τα προβλήματα της καθημερινότητας συσσωρεύονται: υψηλότερες τιμές και κόστος ζωής, στάσιμοι μισθοί, διεύρυνση ανισότητας, χάος σε νοσοκομεία, αύξηση ξενοφοβικών και ρατσιστικών περιστατικών και αβεβαιότητα για το μέλλον», μου λέει ο Θανάσης, ο οποίος καλύπτει τη Βρετανία τα τελευταία 17 χρόνια.
Σίγουρα, δεν είναι όλα ρόδινα στη Βρετανία. Αλλά είναι μια χώρα που λειτουργεί και ξέρεις ότι πολύ δύσκολα θα αδικηθείς. Κι αν αδικηθείς, το πιθανότερο είναι ότι θα βρεις το δίκιο σου. Αν, λοιπόν, συμφιλιωθείς με το κρύο, τα δεξιοτίμονα οχήματα που πάνε «ανάποδα», τη διαφορετική κουλτούρα και το Brexit, το πιθανότερο είναι ότι γρήγορα θα τη νιώσεις σπίτι σου.