Σήμερα, περίπου ένα εκατομμύριο Ελληνες πάσχουν από σακχαρώδη διαβήτη και άγνωστος είναι ο αριθμός εκείνων που πάσχουν από λανθάνοντα σακχαρώδη διαβήτη, δηλαδή έχουν τιμές σακχάρου στο αίμα που κυμαίνονται σε οριακό επίπεδο 1-1,5 mg% και παρουσιάζουν παθολογική καμπύλη σακχάρου στην εξέταση του αίματός τους.
Ο διαβητικός πρέπει να έχει στο μυαλό του ότι η αυξημένη τιμή του σακχάρου στο αίμα έχει επιπτώσεις σε όλες τις αρτηρίες του σώματός του και φυσικά στις αρτηρίες της καρδιάς και το μυοκάρδιο. Στις αρτηρίες της καρδιάς επιταχύνει την αθηροσκλήρυνση ιδίως όταν συνδυάζεται με αυξημένες τιμές χοληστερίνης στο αίμα. Για τον λόγο αυτόν άλλωστε οι αρτηρίες της καρδιάς είναι περισσότερο επιβαρυμένες και δεν προσφέρονται για αντιμετώπιση των στενώσεών τους, με εμφύτευση stents (μπαλονάκι).
Ομως, όπως επισημαίνει πρόσφατα το Αμερικανικό Κολέγιο Καρδιολογίας, υπάρχει ένας άλλος κίνδυνος πέραν του κινδύνου της εκδήλωσης ενός εμφράγματος του μυοκαρδίου και των σοβαρών επιπλοκών του. Είναι ο κίνδυνος της εκδήλωσης μιας μορφής παθήσεως του μυοκαρδίου που ονομάζεται «διαβητικού τύπου μυοκαρδιοπάθεια». Η μυοκαρδιοπάθεια οδηγεί σε καρδιακή ανεπάρκεια που είναι το τελικό στάδιο σχεδόν όλων των παθήσεων της καρδιάς. Η διαβητικού τύπου μυοκαρδιοπάθεια μπορεί να εκδηλωθεί ακόμα και στις περιπτώσεις του λανθάνοντος διαβήτη, δηλαδή στα άτομα με τιμές σακχάρου 1-1,5 mg% όταν συνυπάρχει παχυσαρκία. Με απλά λόγια, και ο παχύσαρκος με οριακές τιμές σακχάρου στο αίμα πρέπει να ανησυχεί. Ενας πρόσθετος παράγοντας που συμβάλλει στην εκδήλωση της μυοκαρδιοπάθειας διαβητικού τύπου είναι η υπέρταση. Δηλαδή αυτός που έχει έκδηλο ή λανθάνοντα διαβήτη με αυξημένες τιμές χοληστερίνης στο αίμα και αυξημένη πίεση είναι αυτός που πρέπει να αρχίζει θεραπεία όταν οι εργαστηριακές καρδιολογικές εξετάσεις δείχνουν ότι η λειτουργία της καρδιάς βρίσκεται σε οριακό επίπεδο.
Σήμερα με το ηχωκαρδιογράφημα (υπέρηχο) και με τη βοήθεια συγχρόνων μεθόδων όπως είναι η λεγόμενη «ιστική παραμόρφωση του μυοκαρδίου» μπορούμε να διακρίνουμε τους διαβητικούς εκείνους που θα εκδηλώσουν διαβητική μυοκαρδιοπάθεια.
Στις περιπτώσεις αυτές η έναρξη της θεραπείας της καρδιακής ανεπάρκειας σε προκλινικό στάδιο, δηλαδή πριν εκδηλωθούν τα συμβάματα της νόσου, πιστεύεται ότι θα βοηθήσει ουσιαστικά τον διαβητικό ασθενή.