Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ προέτρεψε την Τετάρτη την πολιτική και πολιτειακή ηγεσία της Πολωνίας να αναθεωρήσει το σχέδιο νόμου με το οποίο θα μετατραπεί σε ποινικό αδίκημα η χρήση της φράσης «πολωνικά στρατόπεδα θανάτου» και η δημόσια έκφραση της άποψης ότι οι Πολωνοί φέρουν ευθύνη για τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν από τους ναζί στο έδαφος της χώρας κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών ανησυχεί για τις συνέπειες που θα έχει στις σχέσεις της Πολωνίας με τις ΗΠΑ και το Ισραήλ η έγκριση αυτού του σχεδίου νόμου, σημείωσε σε ανακοίνωσή της η εκπρόσωπός του Χέδερ Νάουερτ.
«Ενθαρρύνουμε την Πολωνία να επαναξιολογήσει το νομοσχέδιο υπό το φως των δυνητικών επιπτώσεων στην ελευθερία του λόγου και τη δυνατότητά μας να είμαστε πραγματικοί εταίροι», σημείωσε η Νάουερτ στην ανακοίνωση που έδωσε στη δημοσιότητα το αμερικανικό ΥΠΕΞ.
Η δεξιά πολωνική κυβέρνηση υποστηρίζει ότι ο στόχος του νομοσχεδίου είναι να πάψουν να κατηγορούνται οι Πολωνοί για τα ναζιστικά εγκλήματα. Το σχέδιο νόμου, το οποίο εγκρίθηκε από την κάτω Βουλή την Παρασκευή, μετατρέπει τη χρήση φράσεων όπως «πολωνικά στρατόπεδα θανάτου» σε ποινικό αδίκημα που επισύρει ποινή έως και τριετούς φυλάκισης.
Εντονες ισραηλινές αντιδράσεις
Ο υπουργός Δικαιοσύνης της Πολωνίας Πάτρικ Γιάκι, ο οποίος κατήρτισε και εισηγήθηκε το επίμαχο σχέδιο νόμου, τόνισε μετά τον σάλο που προκάλεσε ότι δεν στρέφεται εναντίον του Ισραήλ.
«Σημαίνοντες ισραηλινοί πολιτικοί και μέσα ενημέρωσης μας επιτίθενται για το νομοσχέδιο», ανέφερε μέσω Twitter και συνέχισε «επιπλέον, υποστηρίζουν ότι οι Πολωνοί είναι “συνυπεύθυνοι” για το Ολοκαύτωμα», πριν καταλήξει πως η κατάσταση που διαμορφώνεται «αποδεικνύει πόσο απαραίτητο είναι αυτό το νομοσχέδιο».
Η κυβέρνηση και η αντιπολίτευση στο Ισραήλ αντέδρασαν οργισμένα στο σχέδιο νόμου που προωθεί η πολωνική κυβέρνηση. Το ισραηλινό ΥΠΕΞ κάλεσε την Κυριακή τον πολωνό επιτετραμμένο και του εξέφρασε την αντίθεση της χώρας στο νομοσχέδιο.
Ο πολωνός πρόεδρος Αντρέι Ντούντα υποσχέθηκε να το επανεξετάσει.
Για να γίνει νόμος του κράτους, το κείμενο αυτό θα πρέπει να επικυρωθεί από τη Γερουσία και να υπογραφεί από τον πρόεδρο.