Ο υπουργός Εξωτερικών είναι υποχρεωμένος να χρησιμοποιεί διπλωματική γλώσσα. Ενας λόγος παραπάνω όταν πρόκειται για τα τρία χρόνια της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και τις ελληνογερμανικές σχέσεις που πέρασαν από όλα τα στάδια: από τη μετωπική σύγκρουση του «γκόου μπακ μαντάμ Μέρκελ» μέχρι την αγαστή συνεργασία με την καγκελάριο και το μόνιμο στασίδι του Τσίπρα στις συνεδριάσεις των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών με τη μεσολάβηση του γερμανού Σοσιαλδημοκράτη Ζίγκμαρ Γκάμπριελ.
Το ενδιαφέρον στους επικεφαλής της διπλωματίας βρίσκεται διαβάζοντας ανάμεσα στις γραμμές. Στη συνέντευξή του στα «ΝΕΑ» ο υφυπουργός Εξωτερικών Μίχαελ Ροτ (SPD) διαπιστώνει ότι «η κατάσταση βελτιώνεται», αλλά «μένουν πολλά ακόμα να γίνουν». Η ελάφρυνση χρέους θα επανέλθει στη συζήτηση αλλά «όλοι ξέρουμε ότι δεν λύνει μόνη της το πρόβλημα της χώρας». Χρειάζονται επενδύσεις, και μάλιστα ιδιωτικές, πρέπει να ενισχυθεί η καινοτομία και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Οσα δηλαδή δεν γίνονται σήμερα. Στα ελληνογερμανικά οι επανορθώσεις βγήκαν από την ατζέντα της ελληνικής κυβέρνησης, δεν τίθενται πλέον στις διμερείς επαφές. Και στη διένεξη για το όνομα ΠΓΜΔ, βλέπει ένα παράθυρο για λύση και ενθαρρύνει τις δύο πλευρές. Στις επαφές του σε Αθήνα και Σκόπια, λέει, βρήκε ευήκοοα ώτα.
Ο Μίχαελ Ροτ είναι από τον περασμένο Σεπτέμβριο υπηρεσιακός υφυπουργός Εξωτερικών. Στο γραφείο του στον πρώτο όροφο του υπουργείου Εξωτερικών στη Bέρντερσε Μαρκτ 1 είναι από την προηγούμενη κυβέρνηση της Μέρκελ το 2013. Θα το κρατήσει, πιθανότατα, και στη νέα κυβέρνηση μεγάλου συνασπισμού CDU/CSU-SPD που θα αποκτήσει η Γερμανία μέχρι το Πάσχα. Ο 48χρονος Σοσιαλδημοκράτης πολιτικός έχει την ευθύνη της ευρωπαϊκής πολιτικής. Οι συνεργάτες του τον θεωρούν «φιλέλληνα», το επιβεβαιώνει και ο ίδιος με τον τρόπο που μιλά για το Ελληνογερμανικό Ιδρυμα Νεολαίας, στο οποίο θέλει επιτέλους να δώσει ζωή.
Κύριε υπουργέ, το 2018 είναι μία σημαντική χρονιά για την Ελλάδα, καθώς τελειώνει τον Αύγουστο το τρίτο πρόγραμμα προσαρμογής. Οταν ανέλαβε την εξουσία ο σημερινός Πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας με την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ, η Ελλάδα βρέθηκε σε απόσταση αναπνοής από το Grexit. Πώς εκτιμάτε σήμερα την κατάσταση; H πορεία που διήνυσε η Ελλάδα ήταν ανηφορική και επώδυνη, απαιτήθηκαν πολλά από τους πολίτες. Αλλο τόσο χαίρομαι που η οικονομική και δημοσιονομική κατάσταση της χώρας βελτιώθηκε αισθητά. Μένουν όμως να γίνουν ακόμα πολλά, για να επανασυγκροτηθεί η χώρα και να αναπτυχθεί ένα βιώσιμο κοινωνικό κράτος. Αυτό περιμένουν οι πολίτες. Με προβληματίζει κυρίως το γεγονός ότι πολλοί νέοι Ελληνες χρειάστηκε να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους και ελπίζω ότι με την ανάκαμψη της οικονομίας θα βελτιωθεί και η κατάσταση στην αγορά εργασίας ώστε πολλοί νέοι Ελληνες να μπορέσουν να επιστρέψουν για να βοηθήσουν τη χώρα τους.
Στη διάρκεια της κρίσης φάνηκε μία διαφοροποίηση του υπουργείου Εξωτερικών τόσο υπό τον Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάγερ όσο και υπό τον Ζίγκμαρ Γκάμπριελ από τις θέσεις του υπουργείου Οικονομικών. Ηταν μια προσπάθεια διόρθωσης της πολιτικής περικοπών του Σόιμπλε; Με την είσοδο των Σοσιαλδημοκρατών στη γερμανική κυβέρνηση θα έπρεπε να επακολουθήσει και μία αλλαγή πολιτικής. Με εξόργισαν οι πολλές, εν μέρει υπεροπτικές δηλώσεις και γερμανών πολιτικών για την Ελλάδα και τον ελληνικό λαό. Γι’ αυτό και το θεώρησα εντελώς προσωπική μου υπόθεση να προσφέρω στους Ελληνες την απαιτούμενη αναγνώριση και να τους ενθαρρύνω σε αυτήν την πορεία, η οποία είναι μεν δύσκολη, αλλά υπάρχει φως στο τέλος του τούνελ.
Αυτή η πορεία δεν τελείωσε για την Ελλάδα, η χώρα παραμένει σε γραμμή λιτότητας καθώς νέοι κύκλοι περικοπών έχουν αποφασιστεί προκαταβολικά. Πάντως η ελάφρυνση του χρέους θα απασχολήσει ξανά τους πιστωτές και τη Γερμανία μέχρι το καλοκαίρι. Θα ‘ρθει τώρα το κούρεμα του χρέους; Εμείς οι Σοσιαλδημοκράτες έχουμε συμβάλει καθοριστικά στη δρομολόγηση μιας αλλαγής της πολιτικής στην Ευρώπη. Μόνον περικοπές και λιτότητα δεν λύνουν κανένα πρόβλημα. Υποστηρίζουμε ένα πολιτικό τρίπτυχο: κοινωνικά ισορροπημένη δημοσιονομική εξυγίανση, επενδύσεις και δομικές μεταρρυθμίσεις. Κυρίως στις επενδύσεις και τις μεταρρυθμίσεις πρέπει να γίνουν ακόμη περισσότερα. Ελπίζω ότι θα μπορέσουμε να δημιουργήσουμε ξανά ένα θετικό κλίμα για δημόσιες, αλλά πρωτίστως ιδιωτικές επενδύσεις στην Ελλάδα. Η ελάφρυνση χρέους είναι σίγουρα ένα στοιχείο που μεσοπρόθεσμα θα παραμείνει στην ημερήσια διάταξη, αλλά όλοι γνωρίζουμε ότι μόνον η ελάφρυνση χρέους δεν θα φέρει ώθηση στη χώρα.
Σε αντίθεση με την κρίση χρέους, στην προσφυγική κρίση, Γερμανία και Ελλάδα βρέθηκαν πολύ κοντά και συνεργάστηκαν. Είμαι ιδιαίτερα ευγνώμων για το γεγονός ότι οι έλληνες εταίροι μας αποδέχτηκαν τις προσφορές μας για συνεργασία στην πολιτική μετανάστευσης και προσφύγων. Μπορέσαμε έτσι να επιστρέψουνε σε μία βάση εμπιστοσύνης και αξιοπιστίας στις ελληνογερμανικές σχέσεις. Αυτό με χαροποιεί ιδιαίτερα.
Η μεγάλη πίεση του κύματος προσφύγων δεν υπάρχει πλέον, αλλά η Ελλάδα δεν μπορεί να αφεθεί μόνη της με αυτό το πρόβλημα. Η υλοποίηση των μέτρων είναι προβληματική σε πολλά επίπεδα, όπως στις επαναπροωθήσεις, αλλά και η κατανομή των προσφύγων στην ΕΕ σχεδόν δεν λειτουργεί. Η Ελλάδα παραμένει απλά και μόνον εξαιτίας της γεωγραφικής της θέσης χώρα-κλειδί για τη μετανάστευση. Ας ελπίσουμε ότι οι δομές και διαδικασίες θα βελτιωθούν περισσότερο και θα λειτουργήσουν απρόσκοπτα. Πρέπει, κυρίως προς το συμφέρον των προσφύγων, να αποφασίσουμε γρήγορα και να τηρούμε τις συμφωνίες που υπογράψαμε με άλλες χώρες. Μόνον έτσι μπορούμε να περιμένουμε από ένα εν μέρει επιφυλακτικό τμήμα του πληθυσμού υποστήριξη μιας πολιτικής που επιτάσσει να ανταποκριθούμε στις ανθρωπιστικές μας υποχρεώσεις.
Στη διάρκεια της θητείας σας ταξιδεύσατε συχνά στην Ελλάδα, εσχάτως τον περασμένο Νοέμβριο. Πώς εξελίχτηκαν σε αυτό το διάστημα οι διμερείς σχέσεις μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας; Εάν ανατρέξω στις πρώτες επισκέψεις μου, πολλά έχουν αλλάξει προς το καλύτερο. Συνεργαζόμαστε με πλήρη εμπιστοσύνη, είναι αισθητή η εγκαρδιότητα και η ειλικρίνεια, που αποτελούν τη βάση της πολιτικής φιλίας μεταξύ των δύο χωρών. Θετικά βλέπω επίσης ότι όλο περισσότεροι Γερμανοί κάνουν διακοπές στην Ελλάδα, ο τουρισμός παίζει για την Ελλάδα εξέχοντα ρόλο. Θα επιθυμούσα επίσης να αυξηθούν οι ελληνικές εξαγωγές στη Γερμανία και οι επενδύσεις γερμανικών επιχειρήσεων στην Ελλάδα, για να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας. Θεωρώ ότι σε τομείς όπως στον εκσυγχρονισμό του Δημοσίου, στην ενεργειακή αλλαγή, την ενίσχυση των μικρομεσαίων, την επιστήμη και την καινοτομία υπάρχει σημαντικό δυναμικό για ακόμη στενότερη και επιτυχέστερη συνεργασία. Θα είμαι ιδιαίτερα ευτυχής εάν κατορθώσουμε να δώσουμε επιτέλους ζωή στο Ελληνογερμανικό Ιδρυμα Νεολαίας.
Από την ελληνική πλευρά δεν υπήρξε ιδιαίτερος ενθουσιασμός για το Ιδρυμα Νεολαίας, η σημερινή κυβέρνηση μάλιστα το αντιμετώπισε με σοβαρές επιφυλάξεις. Η ελληνική κυβέρνηση δεν σας έχει εμπιστοσύνη; Υπάρχει μία σειρά από θετικές δηλώσεις καλών προθέσεων, αλλά αυτό, φυσικά, δεν επαρκεί. Εντύπωσή μου είναι ότι πολλοί Ελληνες δεν γνωρίζουν περί τίνος ακριβώς πρόκειται για το Ελληνογερμανικό Ιδρυμα Νεολαίας. Ουδείς από τη Γερμανία δεν θέλει να επιβάλει κάτι στους Ελληνες. Το αντίθετο. Θέλουμε απλά να ενισχύσουμε τις συναντήσεις, ανταλλαγές, συμπράξεις, και μάλιστα επί ίσοις όροις.
Το Ταμείο του Μέλλοντος, το πρόγραμμα του υπουργείου Εξωτερικών για την Ελλάδα, πήγε καλύτερα. Το Ταμείο του Μέλλοντος απευθύνεται κυρίως στην κοινωνία των πολιτών, σε εξαιρετικές πρωτοβουλίες δήμων, συλλόγων, οργανώσεων. Καταφέραμε να ενισχύσουμε τη συνειδητοποίηση στη χώρα μου για τα φρικτά δεινά που προκάλεσε η Γερμανία στη διάρκεια της Κατοχής στην Ελλάδα. Θέλουμε να επεξεργαστούμε με κριτική διάθεση ιστορικά αυτό το σκοτεινό κεφάλαιο και ταυτόχρονα να κάνουμε προτάσεις για συμφιλίωση και διάλογο. Αυτό πέτυχε σίγουρα με το Ταμείο του Μέλλοντος και αισιοδοξώ ότι θα το συνεχίσουμε τα επόμενα χρόνια.
Πολλοί στην Ελλάδα ήταν δύσπιστοι έναντι του Ταμείου του Μέλλοντος, θεωρώντας ότι υποκρύπτει μία απόπειρα να αντισταθμιστούν οι ελληνικές αξιώσεις για πολεμικές επανορθώσεις. Ιστορικές ευθύνες δεν αντισταθμίζονται με χρήματα. Κανένας δεν σκέφτηκε το Ταμείο του Μέλλοντος για να αντιτάξει κάτι στη συζήτηση για επανορθώσεις, οι οποίες, βέβαια, για μας πολιτικά και νομικά έχουν κλείσει. Η ιδέα πίσω από το Ταμείο του Μέλλοντος είναι ακριβώς, ότι εμείς στη Γερμανία αναγνωρίζουμε αυτοκριτικά πως δεν είναι ακόμη επαρκής η επεξεργασία των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής στην Ελλάδα. Διότι μία κριτική, ιστορική επεξεργασία είναι προϋπόθεση για τον διάλογο και τη συμφιλίωση. Αυτό το βίωσα εντελώς προσωπικά στις καθόλου εύκολες επισκέψεις μου σε «μαρτυρικά χωριά», τόσο με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας όσο και μόνος μου. Δεν ήταν εύκολες οι συζητήσεις αλλά μου έδειξαν ότι πρέπει να κάνουμε ακόμη περισσότερα. Γι’ αυτό χρειαζόμαστε το Ταμείο του Μέλλοντος.
Κύριε υπουργέ, αυτό το διάστημα βρίσκεται σε εξέλιξη μία νέα προσπάθεια επίλυσης της διαφοράς για το όνομα της FYROM. H Γερμανία διατηρεί παραδοσιακά πρόσβαση στα Βαλκάνια. Εσείς επισκεφτήκατε το περασμένο καλοκαίρι τα Σκόπια και τον Νοέμβριο την Αθήνα. Πώς εκτιμάτε τις πιθανότητες μιας συμφωνίας; Με χαροποιεί ιδιαίτερα, ότι τόσο η νέα κυβέρνηση στα Σκόπια όσο και η ελληνική κυβέρνηση θέλουν να αξιοποιήσουν την ευκαιρία, να επεξεργαστούν μία πολιτική και διπλωματική λύση σε αυτή τη διένεξη δεκαετιών. Ηταν για μένα πάντα οδυνηρό ότι δίπλα στα οικονομικά, πολιτικά και κοινωνικά προβλήματα η διένεξη για το όνομα επιβάρυνε συνεχώς τη σχέση ανάμεσα σε δύο σημαντικούς γείτονες. Διότι έχει αρνητικές επιπτώσεις στην ευρωπαϊκή προοπτική της ΠΓΔΜ, για την κοινωνική και πολιτική συμβίωση μιας χώρας-μέλους και μιας χώρας – μη μέλους της ΕΕ καθώς επίσης στη συζητούμενη ένταξη της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ.
Η ΕΕ δεν συμμετέχει άμεσα στη διαπραγμάτευση. Ωστόσο, μπορεί η ΕΕ, μπορεί η Γερμανία με το αυξημένο ειδικό της βάρος, να επηρεάσουν τις εξελίξεις; Εάν μπορούμε να κάνουμε κάτι για να υποστηρίξουμε τη δουλειά του μεσολαβητή του ΟΗΕ Μάθιου Νίμιτς και των δύο πλευρών είναι αυτονόητο ότι θα το πράξουμε. Διότι γνωρίζουμε πόσο σημαντική είναι η επίλυση της διένεξης για το όνομα. Σε αυτό συμφωνούμε με όλους τους εταίρους στην ΕΕ. Τώρα πραγματικά υπάρχει ένα παράθυρο ευκαιρίας ανοιχτό για να βρεθεί μία καλή λύση. Θα πρόκειται για έναν συμβιβασμό ο οποίος αυτονόητα θα απαιτήσει υποχωρήσεις και των δύο πλευρών.
Αυτήν την αισιοδοξία εκφράζατε επίσης για τη διαπραγμάτευση του Κυπριακού. Αλλά τα πράγματα ήρθαν αλλιώς. Είμαι αδιόρθωτα αισιόδοξος, διαφορετικά, θα αισθανόμουν, πιθανότατα, άβολα στην ευρωπαϊκή πολιτική. Οι συνομιλίες μου σε Αθήνα και Σκόπια μού δείχνουν το εξής: Υπάρχει σε μεγάλο βαθμό σοβαρότητα και ετοιμότητα αλληλοπροσέγγισης. Ενθάρρυνα και τις δύο πλευρές να ακολουθήσουν αυτόν το δρόμο.
Για να λυθούν προβλήματα στην Ευρώπη απαιτείται να έχει και το Βερολίνο κυβέρνηση. Πόσο καιρό ακόμα θα παραμείνετε υπηρεσιακός, πότε θα ξαναγίνετε κανονικός υπουργός; Δεν είναι το κόμμα μου (SPD) υπεύθυνο για το γεγονός ότι σοβαρές διερευνητικές διαβουλεύσεις και τώρα διαπραγματεύσεις για έναν συνασπισμό στάθηκε δυνατό να ξεκινήσουν μόλις το νέο έτος. Αυτό οφείλεται στην αποτυχία της διαπραγμάτευσης μεταξύ CDU/CSU, FDP και Πρασίνων. Τώρα πρέπει να κλείσουμε γρήγορα τις διαπραγματεύσεις. Προσδοκία μου είναι ότι εγκαίρως πριν το Πάσχα στη Γερμανία θα έχουμε νέα κυβέρνηση. Τότε θα δούμε και ποιος θα είναι μέλος της κυβέρνησης.
Θα είναι αρκετός ο χρόνος για να αντιμετωπίσει η ΕΕ τις μεγάλες προκλήσεις; Ο Μακρόν περιμένει από καιρό την απάντηση του Βερολίνου. Η Ευρώπη δεν μπορεί να περιμένει περισσότερο, και χωρίς μία καθαρή τοποθέτηση της γερμανικής κυβέρνησης δεν θα μπορέσει η ΕΕ να κάνει τα αναγκαία βήματα προόδου. Το κόμμα μου βλέπει με μεγάλη συμπάθεια τις προτάσεις του Μακρόν. Αλλά δεν πρόκειται για γαλλικές, ούτε για γαλλογερμανικές προτάσεις. Το ζητούμενο είναι προτάσεις για την Ευρώπη που θα στηρίζονται από όλους τους εταίρους και από τους έλληνες φίλους. Χαίρομαι για αυτή τη συζήτηση την οποία θα κάνουμε με όλα τα μέλη.