Ηταν ένα μεγαλειώδες παλλαϊκό συλλαλητήριο. Ενα αυθόρμητο ξέσπασμα του ελληνικού λαού. Ενός λαού που δέχθηκε σχεδόν αγόγγυστα τη μείωση των μισθών του, των συντάξεών του, την απαξίωση της περιουσίας του. Είδε τη δημόσια περιουσία της χώρας να περιέρχεται προς εκποίηση σε ένα υπερταμείο αποκρατικοποιήσεων υπό την εποπτεία των δανειστών και δεν ξεσηκώθηκε. Ισως γιατί αποδέχθηκε ενδόμυχα, πέραν των ευθυνών της πολιτικής του ηγεσίας, και το δικό του μερίδιο ευθύνης για τη χρεοκοπία της χώρας. Και ξαφνικά ξέσπασε. Το ζήτημα των Σκοπίων σαν να απελευθέρωσε ένα συμπιεσμένο ελατήριο ανάμεικτων συναισθημάτων οργής, φόβου, αδικίας και πατριωτισμού. Ισως γιατί οι πολίτες ενδόμυχα συναισθάνθηκαν αυτό που με τον νεανικό της αυθορμητισμό περιέγραψε η εθνική μας πρωταθλήτρια, Κορακάκη. «Λιμάνια, αεροδρόμια, γη πωλούνται. Αξίες όχι».
Η ελληνική κοινωνία δείχνει ότι, παρά τον παρασιτικό καταναλωτισμό και τον μιθριδατισμό των τελευταίων δεκαετιών, δεν έχει απονευρωθεί εντελώς. Διαθέτει ακόμη υγιή κύτταρα και μάχεται για άυλες αξίες. Το ξέσπασμά της δεν είναι εθνικιστικό. Είναι πατριωτικό. Δεν διεκδικεί, αμύνεται ενάντια στην παραχάραξη της πολιτιστικής της κληρονομιάς. Εξεγείρεται γιατί θεωρεί ότι θίγονται αυτά που διαμορφώνουν και οριοθετούν την ύπαρξή της. Αυτά που διδάχθηκε από την οικογένεια, από το σχολείο, από την Ιστορία, από όλα τα αρχαιολογικά ευρήματα. Το ζήτημα των Σκοπίων είναι περίπλοκο γιατί η γεωπολιτική τέμνεται με την Ιστορία και μάλιστα μια ιδιαίτερα φορτισμένη διάστασή της. Μια διάσταση που συνεγείρει και αφυπνίζει εθνικά αντανακλαστικά γιατί ένα κομμάτι της αρχαίας πολιτιστικής μας κληρονομιάς αμφισβητείται έντονα και επανειλημμένα.
Αλλά και η νεότερη ιστορία για τη Μακεδονία διαμορφώνεται από τις επιβουλές των γειτόνων μας και τους απελευθερωτικούς αγώνες που έδωσε ο ελληνικός λαός στις αρχές του 20ού αιώνα.
Αυτό το εθνικό αφήγημα, από τον Μέγα Αλέξανδρο μέχρι τον Παύλο Μελά, μεταλαμπαδεύεται από γενιά σε γενιά. Διαμόρφωσε την εθνική ταυτότητα, το αξιακό σύστημα του λαού και το συλλογικό του υποσυνείδητο. Δημιουργεί ισχυρά αντανακλαστικά και είναι αυτός ο λόγος που εξεγείρεται όταν αισθάνεται ότι απειλείται.
Η κυβέρνηση υποτίμησε την αντίδραση του κόσμου και υπερεκτίμησε τις δυνατότητές της. Θα έπρεπε να έχει οικοδομήσει ένα αρραγές εθνικό μέτωπο πάνω στις διαμορφωμένες εθνικές θέσεις. Λαμβάνοντας υπόψη τους νέους γεωπολιτικούς συσχετισμούς και τις δυνατότητες της χώρας, να επιδιώξει λύση που θα είναι εθνικά συμφέρουσα και ιστορικά επιτρεπτή. Αντίθετα, επέλεξε τα μικροπολιτικά παιχνίδια. Επεδίωξε να διχάσει την αντιπολίτευση όταν η ίδια έχει τεράστιο εσωτερικό πρόβλημα. Το σίγουρο, πλέον, είναι ότι κατόρθωσε να συσπειρώσει όλη τη χώρα εναντίον της. Και το πιθανότερο είναι ότι, με ευθύνη της, χάνεται μια ευκαιρία επίλυσης του προβλήματος.
Ο Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος είναι καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής, πρώην υπουργός, visiting fellow στο Martens Centre του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος