Η υπόθεση Novartis χρήζει ασφαλώς δικαστικής διερεύνησης –βεβαίως και δημοσιογραφικής. Οχι μόνο επειδή πρέπει να αποδοθούν ευθύνες σε όσους τις έχουν. Αλλά και για να φύγουν οι σκιές από τα ονόματα εκείνων που μπορεί να εμπλέκονται αδίκως στην υπόθεση. Η έρευνα, με άλλα λόγια, είναι πάντα διπλής κατεύθυνσης. Και πάντα ο τελικός στόχος είναι να λάμψει η αλήθεια.

Καμία υπόθεση όμως δεν χρήζει πολιτικής εκμετάλλευσης. Κανένα σκάνδαλο δεν φωτίζεται όταν γίνεται αντικείμενο πολιτικής διαμάχης, όταν χρησιμοποιείται ως δεξαμενή επιχειρημάτων και φαρέτρα εκτόξευσης αλληλοκατηγοριών. Αντίθετα, έτσι συσκοτίζεται. Κι ο μόνος που βγαίνει χαμένος στο τέλος είναι ο πολίτης, αυτός που έχει κατεξοχήν το δικαίωμα να γνωρίζει ποιοι πρόδωσαν την εμπιστοσύνη του ή πλούτισαν εις βάρος του.

Και από την άποψη της μικροκομματικής εκμετάλλευσης όμως, οι πολιτικές αντιδικίες του είδους είναι αντιπαραγωγικές. Σπανίως, με άλλα λόγια, έχουν φέρει τα προσδοκώμενα οφέλη σε εκείνους που επιχειρούν να επωφεληθούν. Αυτό που συμβαίνει συνήθως είναι να αμαυρώνεται στο σύνολό του το πολιτικό σύστημα, να δίδεται η αίσθηση στους πολίτες ότι η διαφθορά δεν αφορά μεμονωμένα πρόσωπα αλλά ότι είναι γενικευμένη και βασιλεύει παντού.

Η χρονική συγκυρία αφήνει χώρο στην υποψία πως η κυβέρνηση θα επιχειρήσει να εκμεταλλευτεί πολιτικά την υπόθεση είτε για να αλλάξει την ατζέντα είτε για να ενδυθεί τον μανδύα της αμώμου ώστε να υποδείξει συλλήβδην τις προηγούμενες κυβερνήσεις ως διεφθαρμένες. Να παρασύρει δηλαδή τον δημόσιο διάλογο σε μια σκανδαλολογία που πόρρω θα απέχει από την πραγματική διερεύνηση του θεωρούμενου σκανδάλου.