Το συλλαλητήριο των Αθηνών επιτέλους ολοκληρώθηκε. Μπορούμε, πλέον, όσοι έχουμε απομείνει νηφάλιοι, να συζητήσουμε με ρεαλισμό για ποιους λόγους συμφέρει (ή δεν συμφέρει) την Ελλάδα να λυθεί το Ονοματολογικό, χωρίς οι περισσότεροι να ομνύουμε αιώνια πίστη στον λαό. Το συλλαλητήριο της Κυριακής κρύβει μέσα του μια πραγματικότητα. Και αυτή είναι ότι η συζήτηση στην ελληνική κοινή γνώμη επί του Μακεδονικού παραμένει εγκλωβισμένη στα διλήμματα της περιόδου 1991-1992, όταν το ζήτημα «αφυπνίστηκε» – διότι ως πρόβλημα παρέμενε επί δεκαετίες, «βολικά», κάτω από το χαλί. Από τότε όμως άλλαξαν πολλά στη Βαλκανική, άλλα ρητά, άλλα άρρητα…
Το διακύβευμα δεν είναι μόνο αν η γειτονική χώρα θα μπει στο ΝΑΤΟ ή στην ΕΕ, αν θα αλλάξει το Σύνταγμα ή όχι, αν θα ονομάζεται «Ανω» ή «Νέα Μακεδονία». Η «εθνική πτυχή» του ζητήματος πρέπει να ιδωθεί και υπό άλλα πρίσματα. Ενα από αυτά έχει όνομα ξεκάθαρο: Τουρκία. Οσο για το πόσο ξεκάθαρο είναι αυτό το όνομα, έχει φροντίσει να μας το υπενθυμίσει πολλές φορές στο παρελθόν ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν με φράσεις όπως «η Τουρκία θα βρίσκεται πάντα στο πλευρό της “Μακεδονίας” (σ.σ.: ΠΓΔΜ) στο συγκεκριμένο ζήτημα, απλώς επειδή η Ελλάδα δεν έχει δίκιο σε αυτή την περίπτωση».
Αλήθεια, όσοι ζητούν να μην υπάρχει καν ο όρος «Μακεδονία» στο νέο όνομα, έχουν αναρωτηθεί ποιο είναι το ισοζύγιο ισχύος στα Βαλκάνια μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας; Οσοι φιλόδοξοι πολιτευτές βροντοφωνάζουν κατά της σύνθετης ονομασίας, αν και έχουν, υποτίθεται, γνώση της τουρκικής στρατηγικής, υπερηφανευόμενοι για την… εμπειρία τους, τι αλήθεια γνωρίζουν για τη μελετημένη διείσδυση της Αγκυρας στα Δυτικά Βαλκάνια; Πόσοι έχουν εικόνα για τα κόμματα που χρηματοδοτεί η Τουρκία ακόμη και στην ΠΓΔΜ, αλλά επίσης στο Κόσοβο ή στη Βοσνία; Πόσοι έχουν γνώση για την οικονομική επιρροή των τουρκικών κεφαλαίων;
Πιθανόν οι περισσότεροι εθελοτυφλούν. Ετσι όμως χάνονται ευκαιρίες και η χώρα μένει καθηλωμένη, όταν στα Σκόπια υπάρχει μια κοινωνία που περισσότερο κοιτά προς την Ελλάδα παρά προς άλλες κατευθύνσεις. Ουδείς μίλησε για λύση απλώς για τη λύση. Η διαπραγμάτευση πρέπει να είναι σκληρή. Αυτό που είναι όμως σημαντικότερο είναι το αν οι πολιτικές δυνάμεις βλέπουν το εθνικό συμφέρον ή μόνο τα έδρανα της Βουλής.