Ενα μπαράζ εμβληματικών ιδιωτικοποιήσεων, καθοριστικών για την έκβαση του φετινού προγράμματος του ΤΑΙΠΕΔ, επιφυλάσσει το επόμενο 15νθήμερο.
Σε μια μόνο ημέρα, τη μεθεπόμενη Παρασκευή 16 Φεβρουαρίου, κληρώνει για δύο από τα πιο σημαντικά φετινά “χαρτιά”, την πώληση του 66% των μετοχών του ΔΕΣΦΑ, και την μακροχρόνια παραχώρηση της Εγνατίας Οδού.
Στην περίπτωση του ΔΕΣΦΑ, πρόκειται να καταθέσουν τις δεσμευτικές τους προσφορές οι δύο μονομάχοι για την απόκτηση του 66%. Από τη μία βρίσκεται η κοινοπραξία των Snam (Ιταλία), Enagás (Ισπανία), Fluxys (Βέλγιο), Gasunie (Ολλανδία), και από την άλλη, το ισπανο-ρουμανικό σχήμα Reganosa-Transgaz, ενισχυμένο από την τράπεζα EBRD στο ρόλο του χρηματοδότη.
Είναι μια αποκρατικοποιήση στην οποία το ΤΑΙΠΕΔ βασίζει πάρα πολλά, τόσο γιατί ο ΔΕΣΦΑ είναι από τα πλέον εμβληματικά περιουσιακά του στοιχεία, όσο και γιατί ο πήχης έχει τοποθετεί ψηλά. Τόσο το Δημόσιο, όσο και τα ΕΛΠΕ, που διαθέτουν προς πώληση το 35% της συμμετοχής τους στον ΔΕΣΦΑ, έχουν θέσει ως κατώφλι τα 400 εκατ. ευρώ της Socar από τον προηγούμενο διαγωνισμό, ο οποίος τελικά είχε κηρυχθεί άγονος.
Αν σκεφτεί κανείς ότι ο φετινός στόχος εσόδων έχει τεθεί στα 2 δισ ευρώ, ο ΔΕΣΦΑ αντιπροσωπεύει τουλάχιστον το 20%. Από εκεί και πέρα, λόγω του γεγονότος ότι οι συνθήκες στην παρούσα συγκυρία είναι κατά πολύ ευνοϊκότερες σε σχέση με τον προηγούμενο διαγωνισμό, του 2013, περίοδος που είχε χαρακτηριστεί από κάθετη μείωση της ζήτησης φυσικού αερίου, έχουν καλλιεργηθεί αρκετά υψηλές προσδοκίες. Επειτα έχουν μεσολαβήσει δύο χρόνια υψηλής κερδοφορίας για τον ΔΕΣΦΑ αλλά και σημαντικής αύξησης της ζήτησης φυσικού αερίου στην εγχώρια αγορά. Τα παραπάνω δεδομένα εκτιμάται ότι μπορούν να προσελκύσουν πολύ υψηλότερο τίμημα από τα 400 εκατ. ευρώ της Socar.
Την ίδια ακριβώς ημέρα, στις 16 Φεβρουαρίου, εκπνέει η προθεσμία εκδήλωσης ενδιαφέροντος, δηλαδή της πρώτης φάσης του διαγωνισμού, για την 35ετή τουλάχιστον παραχώρηση της Εγνατίας Οδού. Μιας αποκρατικοποίησης η οποία λέγεται ότι έχει γίνει αποδεκτής υψηλού ενδιαφέροντος, από εγχώριους και ξένους ομίλους.
Εδώ το μεγάλο πλεονέκτημα είναι ότι πρόκειται για έναν “έτοιμο” αυτοκινητόδρομο, ο οποίος με την σταδιακή προσθήκη των σταθμών διοδίων, και τη δημιουργία μερικών μεγάλων Σταθμών Εξυπηρέτησης Αυτοκινήτων (ΣΕΑ), μπορεί να αποδώσει άμεσα στο παραχωρησιούχο. Περαιτέρω προοπτικές δημιουργεί για την Εγνατία Οδό η επικείμενη ιδιωτικοποίηση των λιμένων Ηγουμενίτσας και Αλεξανδρούπολης.
Τα δύο λιμάνια βρίσκονται γεωγραφικά πάνω στις δύο απολήξεις του αυτοκινητοδρόμου, αυτές που συνδέουν την Ελλάδα με την Ιταλία και την Τουρκία. Οι οδικές μεταφορές μεταξύ Ανατολής και Δύσης μέσω της Εγνατίας τροφοδοτούν τα λιμάνια, ενώ αντίστροφα, η εμπορευματική κίνηση των λιμανιών τροφοδοτεί πίσω την Εγνατία. Συνιστούν μ’ άλλα λόγια ένα αναπτυξιακό τόξο, έναν εναίο άξονα Ανατολής-Δύσης και αντιστρόφως, με συνέργειες από το διαμετακομιστικό εμπόριο έως τον τουρισμό και την κρουαζιέρα, και γι’ αυτό ακριβώς επελέγησαν ως τα πλέον ελκυστικά ανάμεσα στα δέκα.
Αν από το ΔΕΣΦΑ η προσδοκία μιλά για τουλάχιστον 400 εκατ. ευρώ, από την παραχώρηση της Εγνατίας Οδού το ΤΑΙΠΕΔ αναμένει επίσης κάποιες εκτοντάδες εκατομμύρια έσοδα.
Στην ουσία πρόκειται για δύο διαγωνισμούς, ικανούς να φέρουν κάτι λιγότερο από τα μισά έσοδα του 2018 από ιδιωτικοποιήσεις. Είναι επομένως προφανής η σημασία τους, και γιατί ενόψει της μεθεπόμενης Παρασκευής επικρατούν πυρετώδεις διεργασίες στο ΤΑΙΠΕΔ, το οποίο και προς ώρας, τηρεί σιγή ασυρμάτου.