Την επιστροφή χρημάτων, λόγω λάθος κρατήσεων στις επικουρικές συντάξεις, διεκδικούν χιλιάδες συνταξιούχοι την ίδια ώρα που έγγραφο του αρμόδιου ασφαλιστικού φορέα αποδεικνύει τη μεγάλη σφαγή στις επικουρικές. Οι περικοπές στις επικουρικές συντάξεις με βάση τον νόμο Κατρούγκαλου υπολογίστηκαν λάθος, ενώ παρά το γεγονός ότι μειώθηκαν συνέχισαν να έχουν τις υψηλές κρατήσεις. Οι αιτήσεις για την επιστροφή των αναδρομικών ποσών κατατίθενται στο ΕΤΕΑΕΠ (επικουρικό), ενώ εκκρεμεί η απόφαση του ΣτΕ για την προσφυγή κατά των περικοπών που επέφερε ο νόμος.
Η ΑΠΟΔΕΙΞΗ. Αποκαλυπτικό είναι και έγγραφο του ΕΤΕΑΕΠ (από αλληλογραφία του με συνταξιούχο) για τη μεγάλη αδικία που υπέστησαν με τις περικοπές στις επικουρικές του νόμου Κατρούγκαλου όσοι συνταξιούχοι είχαν πολλά χρόνια ασφάλισης και υψηλές συντάξιμες αποδοχές.
Στο έγγραφο, το οποίο αποκαλύπτουν σήμερα «ΤΑ ΝΕΑ», το Ταμείο ομολογεί ότι «γενικά από τον τρόπο υπολογισμού στο τ. ΕΤΕΑΜ αδικούνται οι έχοντες πολλά χρόνια ασφάλισης και υψηλές συντάξιμες αποδοχές. Βέβαια, αν άλλαζε η υπουργική απόφαση κι εφαρμόζονταν ατομικά οι συντελεστές, θα υπήρχαν συντάξεις που θα μειώνονταν, στο καταβαλλόμενο ποσό ως ορίζεται, κατά 85%-90%. Το να μη γίνει αυτό είναι επιλογή του νομοθέτη». Στους συνταξιούχους, που αδικούνται όπως παραδέχεται το Ταμείο, το μαχαίρι στις επικουρικές ήταν υπερβολικό και δυσανάλογα υψηλό φθάνοντας το 50% για να βγει ο λογαριασμός από τα μέτρα χωρίς να «μηδενιστούν» τα μικρότερα ποσά των επικουρικών συντάξεων. Και σαν να μην έφτανε αυτό, ως γνωστόν, από το 2019 έρχεται νέο ψαλίδι κατά 18% στις επικουρικές συντάξεις, οι οποίες θα μειωθούν κατά ανάλογο ποσοστό με τις κύριες λόγω των περικοπών που θα γίνουν στη λεγόμενη προσωπική διαφορά, τις οποίες προβλέπει επίσης ο νόμος Κατρούγκαλου.
Ο ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ. Σε ό,τι αφορά τις παράνομες μειώσεις, σύμφωνα με τις πληροφορίες των «ΝΕΩΝ», οφείλονται σε λάθη των υπηρεσιών κατά τον υπολογισμό των κρατήσεων που θα έπρεπε να γίνουν στις επικουρικές μετά τις μειώσεις του Ιουνίου του 2016. Ειδικότερα με τον νόμο Κατρούγκαλου (Ν. 4387/2016) και το άρθρο 96 οι συνταξιούχοι που είχαν άθροισμα πάνω από τα 1.300 ευρώ με δύο συντάξεις υπέστησαν πρωτοφανείς περικοπές που έγιναν μέσω επανυπολογισμού των ποσών και έφτασαν σε πολλές περιπτώσεις ώς και 50% επί των καταβαλλόμενων συντάξεων. Το ΕΤΕΑ, όμως, διατήρησε επί των νέων και μικρότερων επικουρικών συντάξεων τις αυξημένες κρατήσεις του Μνημονίου, και συγκεκριμένα του Νόμου 3986/2011 που ίσχυαν και επιβάλλονταν πριν από τον επανυπολογισμό. Οι μειώσεις του συγκεκριμένου νόμου επιβάλλονται σε ποσά επικουρικής άνω των 300 ευρώ με ποσοστά 3% έως 10% ανά 50 ευρώ. Αυτές οι μειώσεις θα έπρεπε να είχαν καταργηθεί για τις επικουρικές που μετά τον επανυπολογισμό έπεσαν κάτω από τα 300 ευρώ. Επίσης σε άλλες περιπτώσεις ο επανυπολογισμός των συντάξεων ήταν λάθος, με αποτέλεσμα οι συγκεκριμένοι συνταξιούχοι να υποστούν υπερβολικές περικοπές, ενώ αλλού εξακολουθούν να επιβάλλονται ποσοστά εισφορών που αντιστοιχούν σε υψηλότερες κλίμακες συντάξεων. Το αποτέλεσμα είναι χιλιάδες συνταξιούχοι να παίρνουν λιγότερα από επικουρική σύνταξη συγκριτικά με αυτά που δικαιούνται είτε να συνεχίζουν να πληρώνουν περισσότερα σαν να μη μειώθηκε ποτέ η σύνταξή τους!
ΠΟΥ ΟΦΕΙΛΕΤΑΙ. Αποκαλυπτική είναι η αλληλογραφία (την οποία έχει στη διάθεσή της η εφημερίδα) του ΕΤΕΑ με ασφαλισμένο ο οποίος είχε μείωση κατά 49%. Η τεράστια αυτή περικοπή οφείλεται στο γεγονός ότι είχε υψηλές συντάξιμες αποδοχές και πολλά χρόνια ασφάλισης και έπρεπε να «σώσει» συνταξιούχους με μικρές συντάξιμες αποδοχές και λίγα χρόνια ασφάλισης!
Η Δ/νση Οικονομικών Υπηρεσιών του Ενιαίου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης (το ΕΤΕΑ μετονομάστηκε σε ΕΤΕΑΕΠ την 1/1/2017) απαντά σε εύλογη απορία του συνταξιούχου Π.Κ. «γιατί μειώθηκε κατά 50% περίπου η σύνταξή μου» ως εξής: «Με βάση τη σχετική Υπουργική Απόφαση, η αναπροσαρμογή των συντάξεων του ΕΤΕΑ για τα Ταμεία που δεν είχαν καταστατική διάταξη ετήσιου ποσοστού αναπλήρωσης γίνεται με βάση μέσο όρο που προκύπτει από το αρχείο των συντάξεων γήρατος. Για το ΕΤΕΑΜ έγινε ο υπολογισμός, σύμφωνα με τους τύπους που αναφέρονται στο ενημερωτικό, για 750.000 συνταξιούχους και φθάσαμε στον τελικό Συντελεστή Εξομοίωσης 0,4927. Οι λόγοι της μεγάλης μείωσης είναι ο μικρός –ελάχιστος –χρόνος ασφάλισης των συνταξιούχων του ΕΤΕΑΜ (μετά βίας πλησιάζει μεσοσταθμικά τα 20 έτη) και οι σχετικά χαμηλές συντάξιμες αποδοχές. Γενικά από τον τρόπο υπολογισμού στο τ. ΕΤΕΑΜ αδικούνται οι έχοντες πολλά χρόνια ασφάλισης και υψηλές συντάξιμες αποδοχές. Βέβαια, αν άλλαζε η υπουργική απόφαση κι εφαρμόζονταν ατομικά οι συντελεστές, θα υπήρχαν συντάξεις που θα μειώνονταν, στο καταβαλλόμενο ποσό ως ορίζεται, κατά 85%-90%. Το να μη γίνει αυτό (και το όριο των 1.300 ευρώ) είναι επιλογή του νομοθέτη».
Στο μεταξύ, το ΕΤΕΑΕΠ θα αρχίσει να καταβάλλει τις πρώτες ψαλιδισμένες επικουρικές συντάξεις με το νέο σύστημα υπολογισμού, που ισχύει για αιτήσεις από 1/1/2015 και μετά. Στην τακτική πληρωμή που θα πραγματοποιηθεί τέλη του Φεβρουαρίου, όταν δηλαδή θα πληρώνονται οι συντάξεις του Μαρτίου, θα καταβληθούν οι πρώτες 2.000 επικουρικές με τον νόμο Κατρούγκαλου.
πως θα πληρωθουν. Στην πληρωμή θα μπουν αιτήσεις από το πρώτο εξάμηνο του 2015 που αφορούν τους εξής κλάδους του ΕΤΕΑΕΠ:
ΤΕΑΔΥ. Δημόσιοι υπάλληλοι και ειδικότερα πρώην υπάλληλοι του υπουργείου Οικονομικών.
ΤΕΑΠΟΚΑ. Υπάλληλοι ασφαλιστικών ταμείων και νοσοκομείων.
ΤΕΑΥΝΤΠ. Ναυτιλιακοί και τουριστικοί πράκτορες.
ΤΕΑΧ. Χημικοί.
ΤΕΑΕΙΓΕ. Ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί.
Η νέα μέση επικουρική ανέρχεται στα 157 ευρώ, σύμφωνα με τον νέο τρόπο υπολογισμού που ισχύει για όλους τους ασφαλισμένους σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα από το 2015 και μετά. Το νέο σύστημα είναι αυστηρά ανταποδοτικό, χωρίς κατώτατα όρια, καθώς το ΕΤΕΑΕΠ δεν μπορεί να επιχορηγείται από το κράτος. Μεγάλοι χαμένοι, τραπεζοϋπάλληλοι και υψηλόμισθοι του πρώην ΙΚΑ. Σήμερα οι εκκρεμότητες στο ΕΤΕΑΕΠ αγγίζουν τις 115.000, εκ των οποίων η συντριπτική πλειονότητα, δηλαδή οι 92.000, αφορά αιτήσεις από 1/1/2015 και μετά (νέο σύστημα). Από 8 μέχρι και πάνω από 30 μήνες εκκρεμούν 73.930 συντάξεις, δηλαδή το 80% των αιτήσεων από τον Ιανουάριο του 2015 και μετά. Αλλες 18.630 εκκρεμούν για μικρότερο χρονικό διάστημα, δηλαδή από 1 έως και 7 μήνες. Η συντριπτική πλειονότητα, δηλαδή περίπου οι 70.000, αφορά μισθωτούς στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα. Ειδικότερα, 35.000 αιτήσεις εκκρεμούν από ασφαλισμένους στο πρώην ΙΚΑ – ΕΤΑΜ και 35.000 από ασφαλισμένους στο πρώην ΤΕΑΔΥ.