Στο μάθημα της ευρωπαϊκής Ιστορίας, στο πανεπιστήμιο, διδαχθήκαμε και την Ιταλία του Μουσολίνι. Μάθαμε είχε πάρει την εξουσία μέσω εκλογών και με τη στήριξη των φιλελευθέρων. Μάθαμε πώς, σε σύντομο χρονικό διάστημα, μετέτρεψε την Ιταλία σε αστυνομικό κράτος, πώς άλλαξε το εκλογικό σύστημα προς όφελός του, ότι συνέλαβε όλους τους πολιτικούς του αντιπάλους, ότι έθεσε υπό τον έλεγχό του τα μέσα ενημέρωσης, την εκπαίδευση, τη Δικαιοσύνη, τον στρατό, την αστυνομία. Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, δημιούργησε ομάδες πολιτοφυλάκων, συγκέντρωσε στα χέρια του όλες τις εξουσίες, υποδαύλισε τον επιθετικό εθνικισμό.
Ξαναδιαβάζοντας σήμερα εκείνα τα βιβλία, εκπλήσσομαι από το πόσο θυμίζει η σημερινή Τουρκία στην Ιταλία της δεκαετίας του 1930. Με το σύνθημα «Ενα μόνο κράτος, μία μόνο σημαία, ένα μόνο κράτος, μία μόνο πατρίδα», ο πρόεδρος Ερντογάν οδεύει προς τη «μοναδικότητα του αρχηγού». Προς την «ντουτσοποίησή» του. Χάρις στην ισχυρή ρητορική του έχει στο χέρι τις μάζες, γεμίζει τις πλατείες.
Αλλά δεν είναι μόνο οι πλατείες που γεμίζουν. Γεμίζουν και οι φυλακές. Εκμεταλλευόμενος την απόπειρα πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου του 2016, ο Ερντογάν κήρυξε το κράτος σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, συνέλαβε 50.000 άτομα και έδιωξε από τις δουλειές τους περισσότερους από 100.000. Οι δύο πρόεδροι, δέκα βουλευτές και δεκάδες δήμαρχοι που ανήκουν στο δεύτερο κόμμα της αντιπολίτευσης βρίσκονται σήμερα στη φυλακή. Η νομοθετική, η εκτελεστική και η δικαστική εξουσία είναι στα χέρια του Ερντογάν.
Σύμφωνα με τον δείκτη εφαρμογής του δικαίου, η Τουρκία κατέβηκε στην εκατοστή θέση μεταξύ 110 κρατών. Επειδή τουρκικός στρατός ενεπλάκη στη γειτονική Συρία, στην Τουρκία απαγορεύεται να διαδηλώσεις υπέρ της ειρήνης ή να δηλώσεις αντίθετος στον πόλεμο ακόμη και με ένα μήνυμα στο twitter. Με 150 δημοσιογράφους στη φυλακή, η Τουρκία είναι σήμερα η μεγαλύτερη φυλακή στον κόσμο. Το ένα τρίτο από αυτούς προέρχονται από την εφημερίδα μου, την «Τζουμχουριέτ». Το έγκλημά μας; Κάναμε δημοσιογραφία.
Ο Τζαν Ντουντάρ είναι τούρκος δημοσιογράφος, πρώην διευθυντής της εφημερίδας «Τζουμχουριέτ». Σήμερα ζει αυτοεξόριστος στο Βερολίνο