«Κατά τη διάρκεια των τελευταίων εβδομάδων, έχουν γίνει σημαντικά βήματα και έχει αναπτυχθεί μια αξιόλογη δυναμική με σκοπό την επίλυση της διαφοράς που χωρίζει τις δύο χώρες μας εδώ και δεκαετίες. Σημείο καμπής αποτέλεσε η πρόσφατη εποικοδομητική συνάντηση των δύο πρωθυπουργών στο Νταβός που δημιούργησε στους λαούς μας ενθαρρυντικά αισθήματα ελπίδας, ώστε να μη χαθεί και πάλι μια ιστορική ευκαιρία. Εμείς, ως δήμαρχοι των πρωτευουσών των δύο κρατών, ενώνουμε τις φωνές μας και στηρίζουμε τη διαδικασία που πρέπει να οδηγήσει σε μια λύση βιώσιμη και όχι σε μια νέα απογοήτευση.
Αντιλαμβανόμαστε βεβαίως ότι η αναθέρμανση των διαπραγματεύσεων έχει προκαλέσει φόβους και ανασφάλεια σε μεγάλο μέρος των πολιτών και στις δύο χώρες. Αυτές οι συναισθηματικές αντιδράσεις και οι ανησυχίες πρέπει να γίνουν σεβαστές, να τις διαχειριστούμε προσεκτικά και να μην τις αγνοήσουμε. Μας βαρύνει το καθήκον να διερευνήσουμε τις ρίζες της συναισθηματικής αντίδρασης αυτών των ανθρώπων. Παράλληλα οφείλουμε να τους εξηγήσουμε την αναγκαιότητα μιας συμβιβαστικής λύσης, καθώς επίσης και τα πλεονεκτήματα που η επίλυση του θέματος θα επιφέρει στις χώρες μας και στις ζωές των ανθρώπων αυτών. Καμία από τις δύο πλευρές δεν πρέπει να επιτρέψει στις εθνικιστικές φωνές να καπηλευτούν τα συναισθήματα αυτά, καθώς οι φωνές αυτές προσπαθούν να υπονομεύσουν την προοπτική μιας οριστικής συμφωνίας και να καθορίσουν, για ακόμη μία φορά, την τύχη και το κοινό μας μέλλον, όχι μόνο ως γειτόνων αλλά και ως ευρωπαίων πολιτών.
Η διπλωματία των πόλεων
Η δυναμική των πόλεων στις μέρες μας έχει γίνει μεγαλύτερη από ποτέ. Οι δήμαρχοι των πόλεων καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε πολλαπλές προκλήσεις που βρίσκονται στην καρδιά της καθημερινότητας των πολιτών μας. Εχουμε την ευθύνη να διασφαλίζουμε ένα ευρύ φάσμα υπηρεσιών και είναι καθήκον μας να κάνουμε τις πόλεις μας πόλους έλξης, βελτιώνοντας συνεχώς τις συνθήκες ζωής. Ο δυναμικός ρόλος των δήμων και των τοπικών Αρχών έχει αναγνωριστεί τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε διεθνές επίπεδο.
Στο πλαίσιο αυτό, η διπλωματία των πόλεων έχει αποκτήσει μια εντελώς νέα διάσταση. Σήμερα, οι ευρωπαϊκές πόλεις μοιράζονται καλές πρακτικές, συνεργάζονται σε ποικίλα επίπεδα, σχεδιάζουν ολοκληρωμένες πολιτικές, προωθούν παγκόσμιους στόχους και συνομιλούν απευθείας με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και τους διεθνείς οργανισμούς. Οι πόλεις δεν φοβούνται πια να αναλάβουν περαιτέρω ευθύνες και να αναπτύξουν στενές σχέσεις με την ενεργή κοινωνία των πολιτών, με διαρκή στόχο τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και τη διασφάλιση χειροπιαστών λύσεων στα προβλήματα των πολιτών.
Μέσα σε αυτό το διεθνές πλαίσιο, οι δύο πρωτεύουσες, η Αθήνα και τα Σκόπια, είναι αποφασισμένες να οικοδομήσουν γέφυρες συνεργασίας και να αποτελέσουν την κινητήρια δύναμη που θα φέρει πιο κοντά τις δύο γειτονικές χώρες. Οι επιχειρήσεις στα Σκόπια και στην Αθήνα ήδη αναπτύσσουν συχνές εμπορικές σχέσεις, ένα αξιοπρεπές επίπεδο πολιτιστικών ανταλλαγών έχει δημιουργηθεί, η νεολαία μας μοιράζεται τα ίδια θρανία στα πανεπιστήμια και οι πολίτες μας απολαμβάνουν τις διακοπές τους στα ίδια θέρετρα. Δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε ότι μας συνδέουν και μνήμες αλληλεγγύης σε δύσκολες περιόδους. Συνεπώς, οι δύο πόλεις μας ήδη συμπεριφέρονται ως καλοί γείτονες που σέβονται ο ένας τον άλλο και είναι καθήκον και πρόθεσή μας, στις σημερινές συνθήκες, να ενισχύσουμε αυτήν τη συνεργασία, σε οποιονδήποτε τομέα είναι εφικτή.
Πιστεύουμε ακράδαντα ότι μια καλά εδραιωμένη επικοινωνία και σύνδεση ανάμεσα στις πόλεις της Αθήνας και των Σκοπίων θα αποβεί ευεργετική για τους πολίτες μας και θα δημιουργήσει τις βάσεις για μια πιο στενή σχέση ανάμεσα στις δύο χώρες. Εχουμε να κάνουμε με δύο πόλεις ποικιλόμορφες, στις οποίες κατοικούν άνθρωποι με διαφορετική θρησκεία, γλώσσα, παράδοση και προέλευση. Τούτη η ποικιλομορφία αποτελεί τη δύναμή μας και μας υπενθυμίζει διαρκώς την ανάγκη να προστατεύουμε τους πιο αδύναμους και να οικοδομούμε κοινωνίες συνοχής. Η αύξηση της ανεργίας, η δημογραφική πτώση και οι κοινωνικές ανισότητες είναι κοινά προβλήματα που πρέπει να αντιμετωπίσουμε μαζί.
Εφτασε, λοιπόν, η ώρα να στρέψουμε το βλέμμα μπροστά, προς μια εποικοδομητική συνεργασία με μεγαλύτερη μεταξύ μας κατανόηση. Είναι ανάγκη να εγκαταλείψουμε τις αλυτρωτικές διεκδικήσεις, να απομονώσουμε τις εμπρηστικές φωνές και να αφήσουμε πίσω τα λάθη του παρελθόντος. Την ένταση και τη δυσπιστία οφείλουμε να τις αντικαταστήσουμε με πραγματισμό και οικονομική ανάπτυξη. Τώρα επιβάλλεται να υπερισχύσει η διάθεση για επίλυση και προπάντων μια σταθερή ηγετική βούληση προς αυτή την κατεύθυνση. Ζούμε σε μια ευρύτερη γειτονιά με εύθραυστες ισορροπίες, σε έναν σύνθετο πολυπολικό κόσμο, και γι’ αυτό οφείλουμε να βάλουμε τα δυνατά μας ώστε να δημιουργήσουμε συνθήκες διαρκούς σταθερότητας και ανάπτυξης, εστιάζοντας στο κοινό μας μέλλον στην Ευρώπη.