Βελιγράδι, Ποντγκόριτσα, Πρίστινα, Σαράγεβο, Σκόπια και Τίρανα. Είναι οι έξι πόλεις που θα επισκεφθεί από τις 26 Φεβρουαρίου ώς την 1η Μαρτίου ο Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, πραγματοποιώντας το μεγαλύτερο ίσως υπηρεσιακό ταξίδι του με την ιδιότητα του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Στόχος του ταξιδιού, να υπενθυμίσει σε αυτά που οι Βρυξέλλες αποκαλούν Δυτικά Βαλκάνια (δηλαδή στην Αλβανία και σε πέντε χώρες που προέκυψαν μετά τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας) ότι έστω και μετά πολλών βασάνων υπάρχει ευρωπαϊκή προοπτική.
Είναι γεγονός ότι η ενωμένη Ευρώπη σπανίως ώς σήμερα απέστειλε μηνύματα ενδιαφέροντος προς αυτές τις περιοχές. Απέστειλε μία φορά το 1992, όταν ο τότε πρόεδρος της Γαλλίας Φρανσουά Μιτεράν επισκέφθηκε απροσδόκητα και απροειδοποίητα το φλεγόμενο Σαράγεβο, ελπίζοντας ματαίως πως θα προλάβει τα χειρότερα. Απέστειλε εκ νέου το 2003, όταν η τότε προεδρεύουσα Ελλάδα, με πρωθυπουργό τον Κώστα Σημίτη, πραγματοποίησε στη Χαλκιδική μια κοινή Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ με τους επικεφαλής της Αλβανίας, της ΠΓΔΜ, της Σερβίας, του Κοσόβου, της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης και του Μαυροβουνίου.
Χθες, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να στείλει εκ νέου μηνύματα φιλίας και προσέγγισης στην περιοχή των Βαλκανίων, υιοθετώντας μια νέα στρατηγική υπό τον εύγλωττο τίτλο «Mια αξιόπιστη προοπτική διεύρυνσης για τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων και μια ενισχυμένη δέσμευση της ΕΕ προς τις χώρες αυτές».
Επί της ουσίας η στρατηγική αυτή, που παρουσίασαν χθες ενώπιον της ολομέλειας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο Στρασβούργο ο Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, η αρμόδια για την εξωτερική πολιτική επίτροπος Φεντερίκα Μογκερίνι και ο αρμόδιος για τη Διεύρυνση επίτροπος Γιοχάνες Χανς, περιλαμβάνει έξι πρωταρχικής σημασίας τομείς, στους οποίους η ΕΕ θα αναλάβει συγκεκριμένες πρωτοβουλίες. Πρόκειται για το κράτος δικαίου, την ασφάλεια και τη μετανάστευση, την κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη, τη συνδεσιμότητα στους τομείς των μεταφορών και της ενέργειας, το ψηφιακό θεματολόγιο, τη συμφιλίωση και τις σχέσεις καλής γειτονίας. Συγκεκριμένες δράσεις προβλέπονται στα πεδία αυτά μεταξύ του 2018 και του 2020.
Με τις πρωτοβουλίες αυτές οι Βρυξέλλες ευελπιστούν ότι θα ενισχύσουν αποφασιστικά τους οικονομικούς και πολιτικούς δεσμούς των Δυτικών Βαλκανίων με την ΕΕ, αποδυναμώνοντας ταυτόχρονα τις τάσεις της Μόσχας και του Πεκίνου να καλύψουν το έως σήμερα κενό ενδιαφέροντος της Ευρώπης.
«Επένδυση στη σταθερότητα και την ευημερία στα Δυτικά Βαλκάνια σημαίνει επένδυση στην ασφάλεια και το μέλλον της ΕΕ» τόνισε χθες μιλώντας στην Ευρωβουλή ο Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, επισημαίνοντας ότι «με την ύπαρξη ισχυρής πολιτικής βούλησης, την υλοποίηση πραγματικών και βιώσιμων μεταρρυθμίσεων και την οριστική επίλυση των διαφορών με γειτονικές χώρες είναι δυνατή η πρόοδος στην ευρωπαϊκή πορεία καθεμιάς από τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων».
Από πλευράς της η Φεντερίκα Μογκερίνι ανέφερε: «Τα Δυτικά Βαλκάνια είναι τμήμα της Ευρώπης. Εχουμε την ίδια ιστορία, την ίδια γεωγραφία, την ίδια πολιτιστική κληρονομιά και τις ίδιες ευκαιρίες και προκλήσεις σήμερα και για το μέλλον. Εχουμε κοινό συμφέρον να συνεργαζόμαστε όλο και πιο στενά για να διασφαλίσουμε στους λαούς μας οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη και ασφάλεια».
Ως προς τα χρονοδιαγράμματα ένταξης νέων χωρών στην ΕΕ, πάντως, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν θέλησε χθες να δώσει καμία εκτίμηση. Εθεσε ωστόσο ως πιθανό όριο το 2025, πρωτίστως για τη Σερβία και το Μαυροβούνιο. Κάτι που ενοχλεί σαφώς τα Σκόπια, τα οποία διαπιστώνουν πως κινδυνεύουν να εισέλθουν στη δεύτερη κατηγορία των βαλκανικών κρατών με ασαφή τον χρονικό ορίζοντα της προσχώρησης στην ΕΕ.
Αυτό που όμως κατέστη σαφές χθες είναι ότι καμία από τις υποψήφιες χώρες δεν θα εισέλθει στην ΕΕ αν προηγουμένως δεν έχει επιλύσει τα προβλήματά της και δεν έχει οικοδομήσει σχέσεις καλής γειτονίας με τους γείτονές της. Προς τον σκοπό αυτόν άλλωστε προβλέπεται επίσης ότι καμία από τις νυν υποψήφιες χώρες, όταν ενταχθεί στην ΕΕ, δεν θα έχει το δικαίωμα να εμποδίσει την προσχώρηση άλλης νυν υποψήφιας χώρας.