Προχθές το βράδυ, ο εμπλεκόμενος στην υπόθεση Novartis, πρώην υπουργός Οικονομίας, Ευάγγελος Βενιζέλος, υπερασπιζόμενος τον εαυτό του υπό το πρίσμα των θεσμών, έστειλε επιστολή στον Πρόεδρο της Βουλής, στην οποία, αφού απαριθμεί τα θεσμικά ατοπήματα που διεπράχθησαν από την κυβέρνηση διαπιστώνει ότι «έχουν πλέον καταπέσει όλες οι θεσμικές εγγυήσεις που προβλέπονται από το Σύνταγμα, τον Κανονισμό της Βουλής και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας», γι’ αυτό ζητεί τη μόνη προστασία που απομένει σε συκοφαντηθέντες σε καθεστώς αδιαφάνειας: τη δημοσιότητα.
Η κραυγή του έμπειρου Ευάγγελου Βενιζέλου είναι, όπως και κορυφαίων νομικών της χώρας, πρωτίστως κραυγή αγωνίας για τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου. Στόχος της κυβέρνησης φαίνεται πως είναι μια χειραγωγήσιμη δημοκρατία, κατά το πολωνικό παράδειγμα, όπως επισήμανε σε συνέντευξή του στον Αθήνα 9,84 ο επίτιμος αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Βασίλης Μαρκής. Μια δημοκρατία που θα τείνει να μετατρέψει τη Δικαιοσύνη σε κυβερνητικό παράρτημα. Λόγω αυτής της μεθόδευσης, άλλωστε, έχει αρχίσει η διαπόμπευση, με επιλεκτικές διαρροές, όχι μόνο των δέκα πολιτικών στελεχών που ανακοινώθηκαν προχθές, αλλά και πολλών ακόμα πολιτών που κάποια στιγμή βρέθηκαν, από θέση ευθύνης, σε δομές της Υγείας. Η κυβέρνηση ήδη δίκασε.
Στην Ελλάδα, αυτό το μοντέλο είναι εφικτό. Επειδή, μολονότι η Μεταπολίτευση παρήγαγε δημοκρατικούς θεσμούς, η κοινωνία δεν τους εμπέδωσε –και δεν φταίει γι’ αυτό μόνο η κακή παιδεία. Η Δικαιοσύνη στην Ελλάδα είναι μια διασταλτή έννοια, που οι λαϊκιστικές ιδεολογίες την θέτουν πάντα υπό την εποπτεία «του λαού». Γι’ αυτό, άλλωστε, οι διαδηλώσεις φωνάζουν ότι «νόμος είναι το δίκιο του εργάτη», γι’ αυτό είμαστε μια χώρα που παράγει αφειδώς νόμους οι οποίοι συχνά δεν εφαρμόζονται. Γι’ αυτό ανθεί η χαμηλή παραβατικότητα, και γι’ αυτό η κυβέρνηση μεταφράζει το δήθεν ενδιαφέρον για τις φυλακές σε ρυθμίσεις όπως αυτές του νόμου Παρασκευόπουλου –που αποφυλακίζει βαρυποινίτες με μοναδικό γνώμονα πρακτικά προβλήματα κρατικών υποδομών.
Ο τρόπος με τον οποίο οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ περιφρονούν τη διάκριση των εξουσιών εδράζεται ακριβώς σε αντιλήψεις που θέλουν «το λαό» υπέρτατο ρυθμιστή της ζωής της χώρας. Στη θεσμική απρέπεια στην οποία προβαίνει, η κυβέρνηση συναντά ακόμα μια φορά το κοινό της Πλατείας Συντάγματος το 2011, τους «Αγανακτισμένους», τις αμεσοδημοκρατικές πρακτικές. Γιατί να μην εμπλέξει λοιπόν τη Δικαιοσύνη στη ρύθμιση των πολιτικών και των κομματικών ανταγωνισμών της; Το κάνει άλλωστε «στο όνομα του λαού».