Το είπε ο Μπορίς Βιαν: Είμαι σνομπ. Δεν μου αρέσει αυτό, αλλά είμαι σνομπ. Κι είμαι σνομπ διότι τυγχάνω ελίτ και σπεσιαλίστας, γνωρίζω Ιστορία, Κοινωνιολογία, Συγκριτική Γραμματολογία και τρώω συχνά σε κινέζικο. Γι’ αυτόν τον επιπλέον λόγο μπορώ άνετα να κάνω και καμιά ερασιτεχνική ψυχανάλυση του πλήθους α λα Γουστάβ Λε Μπον. Ζω μεταξύ του Ντα Κάπο, του πανεπιστημίου και των ΜΜΕ, οπότε μ’ ενοχλεί βαθιά η λαϊκουριά, οι πολλοί άνθρωποι μαζί, και κυρίως τα συλλαλητήρια –όλοι αυτοί οι agricolae, οι τρακτεροκουδουνόβλαχοι που ροβολούν απ’ τις ραχούλες κι έρχονται να μολύνουν με τις αγροτικές τους ποδάρες τα σεπτά τσιμέντα του άστεως. Ολος αυτός ο συρφετός που σκαπέτισε με πούλμαν απ’ την Πίνδο, τη Σίνδο, αμφί των Τεμπών, και από άλλες άγνωστες περιοχές του κόσμου όπως η Καστοριά και η Ιερισσός και κατέληξε στη Βασιλίσσης Σοφίας να λερώσει με τα προλεταριακά του δάχτυλα τα σικ ποτήρια των υπαίθριων αθηναϊκών καφέ ή να πιει μοχίτος με δυόσμο στα αστικά φλιτζάνια των παραλιακών μπαρ της Σαλονίκης. Ποιοι είναι όλοι αυτοί οι απρόσκλητοι, καθυστερημένοι βάρβαροι που συνέρρευσαν; Τι είναι όλοι αυτοί οι αμόρφωτοι, οι αντιδραστικοί, οι άξεστοι, οι εθνικόφρονες, οι ακροδεξιοί, οι διαταραγμένοι, οι σαλταρισμένοι, χωρίς αγωγή, που δεν έχουν διαβάσει ούτε μια σελίδα Ρενέ Σαρ, ή Γκουαταρί, κι αγνοούν τον Ρεβερντί και τον Λεβί-Στρος; Ασε από Προυστ –δεν έχουν ιδέα. Αγνοούν ακόμα και την ύπαρξη της Αλμπερτίν.
Νιώθω φρίκη κι αποστροφή, εγώ ο προοδευτικός νεοαστός (πρώην επαρχιώτης, βέβαια), νιώθω απέχθεια γι’ αυτούς τους δασύπρωκτους προγάστορες, όλον αυτό τον όχλο με τις σημαίες που αλαλάζει, που σηκώνει κεφάλι πιστεύοντας πως δικαιούται να έχει άποψη για θέματα που κατέχω μόνο εγώ, σε βάθος μήκος και πλάτος, ελέω Θεού και αποκλειστικά, λόγω προοδευτικής ειδικής ειδικότητος. Είμαι σοφός και μόνο εγώ αντιλαμβάνομαι τα μελλούμενα, καταλαβαίνω τη μυστική βοή των πλησιαζόντων γεγονότων, ενώ, όπως λέει ο αλεξανδρινός στο ποίημά του «Σοφοί δε προσιόντων»: «εις την οδόν έξω, ουδέν ακούουν οι λαοί».
Κι όχι μόνο δεν ακούουν, αλλά φωνάζουν κιόλας, οι άθλιοι. Τι δηλαδή; Σηκώθηκαν τα αγγουράκια να πηδήξουν τον μανάβη; Ολοι αυτοί οι δούλοι της εμής λογιότητος ήρθαν να κλονίσουν την φυσική τάξη των πραγμάτων; Με ανατριχιάζουν όπως και ο στίχος του Γιώργου Χρονά που λέει «Καλύτερα γριά στα Σούρμενα, παρά κυρία στη Βασιλίσσης Σοφίας». Τι θα πει αυτό; Οι υπήκοοι είναι για να εφαρμόζουν αγόγγυστα εκείνο που αποφασίζει η κεντρική εξουσία, να υποκλίνονται στη γνώμη των διανοουμένων και να την ακολουθούν αδιαμαρτύρητα. Να συμμορφώνονται προς τας υποδείξεις, κι όχι να κάνουνε διαδηλώσεις και συλλαλητήρια χωρίς το δικό μου παράγγελμα. Από πού αντλούν την αυτοπεποίθηση, από πού το θράσος να αφήνουν τα άγνωστα χωριά τους, τα χωράφια με τα μπρόκολα, τις επαρχιώτικες και καθυστερημένες κωμοπόλεις τους και να έρχονται εδώ να διαταράσσουν την αμεριμνησία του καθημερινού μου αστικού βίου, βεβηλώνοντας επιπλέον με τις λασπωμένες πατούσες τους τα ιερά μάρμαρα της Πλατείας Συντάγματος;
Πάνε, δηλαδή, να αλλάξουνε τους συσχετισμούς; Δεν τους φτάνει που (παρ’ αξίαν) ψηφίζουν, θέλουν επιπλέον να έχουν και άποψη; Να διαδηλώνουν; Αυτό είναι αναίδεια, είναι κιτς, είναι κατεξοχήν αντι-αισθητικό να κατηφορίζουνε με λάβαρα και βλαχο-μακεδονικές στολές, με φουστανέλες στην επικράτεια του Φουστάνου, κοντά στους σικ χώρους όπου παράγονται τα αισθητικότερα και πνευματικότερα τηλεοπτικά πρωινάδικα, απειλώντας, πέριξ της Ομόνοιας, τις περίκομψες περιοχές των Πακιστανών και των Κινέζων, των Γεωργιανών, των Ρώσων και των Αφρικανών. Απαράδεκτο. Τι το κάναμε; ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και Λάκης Γαβαλάς;
Je suis snob, διότι έχω κάνει τρία χρόνια στο Παρίσι. (Γράφω και σε γνωστή ιστοσελίδα). Βέβαια ο Τσίπρας είπε μιμούμενος τον Μάο «Μεγάλη αναστάτωση, θαυμάσια κατάσταση» –αλλά όχι κι έτσι. Διότι εξαρτάται απ’ την αναστάτωση και το πώς το βλέπεις –κάποιοι μπορεί να αναστατώνουν συνέχεια, καθημερινώς την πρωτεύουσα, όμως άλλοι δεν δικαιούνται να το κάνουν ούτε μια φορά. Μπορεί τα μισά καταστήματα στη Σταδίου να έχουν κλείσει λόγω των καθημερινών αριστερών διαδηλώσεων επί χρόνια, αλλά όχι τώρα να μου έρθουνε και οι sans culottes, οι επαρχιώτες και οι αντιδραστικοί μικροαστοί, οι εθνικόφρονες, να ενοχλήσουν τον αβρό κοσμοπολιτισμό μου με χυδαία συνθήματα περί Ελληνικής Μακεδονίας. Εξάλλου αυτή η Μακεδονία πέφτει τόσο μακριά, στου διαβόλου τη μάνα –ποιος ασχολείται; Κι έπειτα αυτοί οι Σκοπιανοί είναι καλοί άνθρωποι και δικαιούνται να αυτοπροσδιορίζονται, αρκεί να μ’ αφήσουν ήσυχο στη βολή μου να πίνω τον φρέντο-καπουτσίνο μου, να γράφω στο facebook ή να διαβάζω ήσυχος για τον ποιητή Φερνάζη. (Υπεροψίαν και μέθην θα είχεν ο Δαρείος).
Ο καθείς οφείλει να έχει τη θέση του σε αυτό τον κόσμο. Ωραία, αγαπάω τον λαό, αλλά έναν άλλο λαό, μη-υπαρκτό, ιδανικό, ιδεώδη, διότι αυτός που υπάρχει δεν αντέχεται, είναι άξεστος και αντιδραστικός: πηγαίνει στην εκκλησία, πιστεύει στο έθνος, στον αγράμματο Κολοκοτρώνη και σε τέτοιες ξεπερασμένες αηδίες και είναι υπέρ των συνόρων. Στα γλέντια του χορεύει Τσιτσάνη και δημώδη άσματα με κλαρίνα, δεν έχει λεφτά για να τα βγάλει έξω όπως κάθε προοδευτικός άνθρωπος, και το χειρότερο: κυκλοφορεί με πούλμαν. Ακου, πούλμαν! Ποιος μπαίνει σε πούλμαν, πλέον; Σε ποια εποχή ζούμε;
Οι Αγανακτισμένοι δεν με πείραξαν, ούτε οι καθημερινές διαδηλώσεις στην Αθήνα που έγιναν καθεστώς, αλλά αυτό το συλλαλητήριο ήταν αντι-αισθητικό, δεν ήταν όπως το μετρό και τα τηλεοπτικά πρωινάδικα όπου βλέπεις τόσο όμορφο, καλλιεργημένο και καλοντυμένο κόσμο. Ηταν απαράδεκτο.
Ασε και τον Μίκη, που μου χάλασε την διάθεση και, τώρα, μόνο ένα πράγμα μπορώ να κάνω για να συνέλθω αισθητικά: να δω λίγο «Survivor» για να χαλαρώσω, να θαυμάσω μερικά ωραία νεανικά κορμιά απ’ τους Μαχητές (που τους υποστηρίζω) και ν’ ανοίξει η ψυχή μου.