Η σύγκριση ήταν αναπόφευκτη. Η υπουργική φράση για την υπόθεση Novartis –«το μεγαλύτερο σκάνδαλο από συστάσεως ελληνικού κράτους» –είχε χρησιμοποιηθεί για να χαρακτηρίσει και την υπόθεση της Τράπεζας Κρήτης, γνωστότερη ως σκάνδαλο Κοσκωτά. Στο ΠΑΣΟΚ θυμούνται πολύ καλά εκείνη τη δεκάμηνη περίοδο του Ειδικού Δικαστηρίου. Θυμούνται, όμως, ακόμα πιο έντονα πόσο εύκολα μια υπόθεση με έωλα στοιχεία μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως βαρίδι της πολιτικής ζωής, ως προσπάθεια σπίλωσης των εκάστοτε πολιτικών αντιπάλων και, εν τέλει, ως αφορμή διχασμού για μια ολόκληρη κοινωνία που τότε παρακολουθούσε τους «δικαστές με τα γουνάκια» σε μια υπόθεση που περιείχε τα πάντα: από κούτες pampers μέχρι εγκεφαλικά επεισόδια.
Στο ακραίο σκηνικό πόλωσης που δημιουργείται, τα κεντροαριστερά στελέχη έχουν ήδη ξεκινήσει έναν σχεδιασμό που φθάνει ώς τις κάλπες. Εκτιμούν, άλλωστε, πως τα δίπολα τα οποία ο ΣΥΡΙΖΑ χρησιμοποίησε για να αναδειχθεί στην εξουσία δεν υπάρχουν πια: Μνημόνιο – αντιμνημόνιο, Αριστερά – Δεξιά, παλιό – νέο, τίποτα δεν θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα εκλογικό αφήγημα ικανό να αλλάξει τα δημοσκοπικά δεδομένα. Ειδικά για το Κίνημα Αλλαγής, μάλιστα, τίποτα, πέραν της ανάμειξής του σε ένα σκάνδαλο, υπαρκτό ή όχι, δεν θα μπορούσε να θυμίσει στους πολίτες τη φθορά που υπέστη το ΠΑΣΟΚ από τα χρόνια της εξουσίας.
Γι’ αυτό από την πρώτη στιγμή που διέρρευσαν οι λεπτομέρειες της δικογραφίας της Novartis, στη Χαριλάου Τρικούπη μπήκε σε εφαρμογή ένα σχέδιο αντεπίθεσης. Οχι γιατί ανησυχούν για την εμπλοκή των στελεχών του κόμματος στην υπόθεση –η Φώφη Γεννηματά, άλλωστε, κατέστησε σαφές ότι στηρίζει τους τρεις πρώην υπουργούς στη συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της Πέμπτης -, αλλά γιατί οι παλαιότεροι έχουν ζήσει άλλη μία φορά τον τρόπο με τον οποίο ένα τέτοιο ζήτημα μπορεί να βλάψει την ευρύτερη παράταξη, η οποία αυτή την περίοδο σχεδιάζει την επόμενη μέρα της. Την ίδια αγωνία εκφράζουν όλοι οι συμμετέχοντες στο Κίνημα Αλλαγής, κυρίως αυτοί χωρίς πασοκικό παρελθόν, που αγωνιούν για τον τρόπο με τον οποίο αυτή η υπόθεση μπορεί να επηρεάσει την πορεία του νέου φορέα.
ΤΟ ΙΔΡΥΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ. Σε κάθε περίπτωση, εν μέσω της πολιτικής θύελλας, οι προετοιμασίες για το ιδρυτικό Συνέδριο θα προχωρήσουν απρόσκοπτα. Αυτό θα συνεχίσουν να κάνουν, καθώς από την πρώτη στιγμή –και με την εμπειρία του 1989 στην πλάτη τους –ξέρουν πως αντίστοιχες υποθέσεις μπορεί να γυρίσουν μπούμερανγκ στους εμπνευστές τους, όπως συνέβη με την πανηγυρική αθώωση του Ανδρέα Παπανδρέου. Γι’ αυτό τόσο τα στελέχη που κατηγορούνται προσωπικά όσο και το κόμμα δεν αφήνουν αναπάντητη την πρόκληση της Προανακριτικής. «Ολα στο φως» ήταν το μήνυμα και από τα χείλη της Φώφης Γεννηματά, πετώντας το γάντι στον ΣΥΡΙΖΑ. Στη Χαριλάου Τρικούπη είναι ξεκάθαροι –«ναι» στην Προανακριτική Επιτροπή, έτσι ώστε να αποκαλυφθούν η «μεθόδευση» και η «λασπολογία» που επιχειρεί ο Αλέξης Τσίπρας. Η κυβέρνηση –λένε –παρεμβαίνει στη Δικαιοσύνη και «τσουβαλιάζει» τις περιόδους Γιώργου Παπανδρέου και Κώστα Καραμανλή, παρόλο που, για τα επιτελικά στελέχη του ΠΑΣΟΚ, η πρώτη δεν έχει καμία σχέση με τη δεύτερη όσον αφορά τις υπερτιμολογήσεις των φαρμάκων. Η απάντηση, επομένως, δεν θα είναι αμυντική, όπως παλιότερα, αλλά επιθετική –«δεν έχουμε να κρύψουμε απολύτως τίποτα» διαμηνύουν σε όλους τους τόνους.
Ποια είναι η διαφορά ανάμεσα στο 1989 και το 2018; Κατ’ αρχάς, οι καταθέσεις –τότε, όλα έδειχναν πως τα στοιχεία για τον Μένιο Κουτσόγιωργα στοιχειοθετούσαν μια πιο δεμένη κατηγορία. Οπως αναφέρουν από το ΠΑΣΟΚ, στην υπόθεση Novartis δεν υπάρχει καν αυτό. Ούτε ένας μάρτυρας που να καταθέτει ότι ο ίδιος μοίρασε χρήματα, ούτε ένα πραγματικό στοιχείο που να μη βασίζεται σε εικασία ή πληροφορίες τρίτων. Πιο σημαντική διαφοροποίηση, ωστόσο, είναι η εποχή: έπειτα από σχεδόν μία δεκαετία μνημονιακής επιτήρησης –σχολιάζουν στη Χαριλάου Τρικούπη –η κοινωνία έμαθε να αναγνωρίζει τον πολιτικό αντιπερισπασμό.