Eνας άλλος στη θέση του θα είχε διαμαρτυρηθεί: εμένα γιατί δεν με παίζετε ρε παιδιά; Δεν κυβέρνησα κι εγώ αυτόν τον τόπο; Τόσα πράγματα δεν πέτυχα, με αποτέλεσμα να εκπονήσουν ολόκληρο σχέδιο δολοφονίας μου; Δεν έφτασαν επί των ημερών μου οι φαρμακευτικές δαπάνες σε ύψη-ρεκόρ; Γιατί λοιπόν με αγνοείτε;
Ομως εκείνος όχι, δεν αντέδρασε. Πρώτον, επειδή είναι αρχή του να μη μιλάει, το κάνουν για λογαριασμό του μόνο «κύκλοι». Εκείνος θα μιλήσει μια και καλή, και τότε θα γίνει σεισμός. Δεύτερον, επειδή θεωρεί απολύτως πιθανό να τα πήραν ο Σαμαράς, ο Στουρνάρας, ο Βενιζέλος, ο Αδωνις, ακόμη κι ο Πικραμμένος, ναι, ποτέ δεν του γέμισε το μάτι αυτός ο πρώην δικαστικός. Ο ίδιος όμως ήταν πάντα άμεμπτος, εκείνον δεν θα τολμούσαν ποτέ να τον πλησιάσουν οι τύποι της Novartis γιατί ήξεραν ότι θα έτρωγαν το κεφάλι τους.
Για να σοβαρευτούμε: η ισχυρότερη ένδειξη αναξιοπιστίας της δικογραφίας για το σκάνδαλο Novartis είναι η απουσία του ονόματος του Κώστα Καραμανλή. Οχι ότι θα σήμαινε τίποτα η εμπλοκή του. Τίποτα περισσότερο δηλαδή απ’ ό,τι συνιστά η εμπλοκή των άλλων ονομάτων: ένα πυροτέχνημα για αποπροσανατολισμό και εντυπωσιασμό. Αλλά με τον πρώην πρωθυπουργό δεν μπορούσε να συμβεί ούτε αυτό. Με τον άνθρωπο που σε βοηθά να σπέρνεις ζιζάνια στον αντίπαλό σου δεν παίζεις.
Ο Καραμανλής δεν έμεινε όμως έξω από τον χορό. Χρησιμοποίησε –μέσω κύκλων πάντα –το σκάνδαλο για να λύσει παλιούς του λογαριασμούς. Αν αναγκάστηκε να καλύψει τον Αβραμόπουλο, δεν έκανε το ίδιο με τον Σαμαρά. Επιπλέον, δικός του άνθρωπος, ο πρώην κυβερνητικός του εκπρόσωπος, τα έβαλε ανοιχτά με τον Αδωνι, αναγκάζοντας τον Κυριάκο Μητσοτάκη να προχωρήσει σε μια νέα διαγραφή.
Η εν γένει στάση του Καραμανλή μπορεί να υπαγορεύεται από διάφορους παράγοντες. Ισως να ζει πράγματι σε ένα παράλληλο σύμπαν και να θεωρεί τον εαυτό του τον μεγάλο Παρεξηγημένο της Ιστορίας. Ισως να έχει δεχθεί μέσα του ότι πράγματι ήταν ο χειρότερος πρωθυπουργός της Μεταπολίτευσης και να θέλει να πείσει τον εαυτό του και τους άλλους ότι, εκείνος τουλάχιστον, ήταν έντιμος. Ισως πάλι να εξακολουθεί να έχει υψηλές πολιτικές φιλοδοξίες και να προετοιμάζει το έδαφος.
Φανταστείτε το εξής σενάριο. Είμαστε στον Φεβρουάριο του 2020, η ηλικίας μόλις ενός έτους συγκυβέρνηση ΝΔ – Κινήματος Αλλαγής προτείνει για πρόεδρο Δημοκρατίας τον Μίκη Θεοδωράκη προκειμένου να τον επιβραβεύσει για τις υπηρεσίες του στον τόπο και ο ΣΥΡΙΖΑ αντιπροτείνει για τον ίδιο ακριβώς λόγο τον Κώστα Καραμανλή. Οι ψηφοφορίες έχουν το ίδιο αποτέλεσμα με τον Δεκέμβριο του 2014, η κυβέρνηση πέφτει, οι νέες εκλογές γίνονται με απλή αναλογική, η Ευρώπη για άλλη μια φορά παραληρεί. Αλλά ο Καραμανλής δεν κάνει δηλώσεις, μόνο οι κύκλοι μιλούν, μόνο και πάντα οι κύκλοι.