Ενας άγνωστος εχθρός είναι για τους περισσότερους άνδρες η προστατίτιδα. Και αυτό διότι παρ’ όλο που πρόκειται για μία ιδιαίτερα συχνή νόσο τα «θύματά» της δεν γνωρίζουν τα προειδοποιητικά συμπτώματα αλλά ούτε και τον κίνδυνο που διατρέχουν εξαιτίας πιθανών επιπλοκών. Το αποτέλεσμα είναι να μην κλείνουν έγκαιρα ραντεβού με τον γιατρό τους, με όποιες συνέπειες εγκυμονεί η καθυστερημένη διάγνωση.
Σύμφωνα με τα επιδημιολογικά δεδομένα, η προστατίτιδα είναι μία από τις συχνότερες ουρογεννητικές παθήσεις γένους… αρσενικού, καθώς υπολογίζεται ότι ο ένας στους δύο άνδρες θα την εκδηλώσει τουλάχιστον μία φορά στη ζωή του, συχνά πριν από τα 50.
Ειδικότερα, η προστατίτιδα είναι συχνότερη σε άνδρες ηλικίας 35-50 ετών και σε όσους έχουν ιστορικό ουρολοιμώξεων ενώ καταγράφεται συσχέτιση και με την ύπαρξη παλαιότερου τραυματισμού στην περιοχή της πυέλου (π.χ. από ατύχημα με το ποδήλατο) ή παλαιότερης προστατίτιδας. Επιπλέον, παρατηρείται αυξημένος κίνδυνος σε ασθενείς με ουροκαθετήρα, στους άνδρες που έχουν υποβληθεί σε βιοψία προστάτη και στους φορείς του ιού HIV/AIDS.
Συνεπώς, οποιαδήποτε αλλαγή στις φυσιολογικές συνήθειες ούρησης όπως η συχνότητα, η ποσότητα των αποβαλλόμενων ούρων, η δυσκολία ούρησης, ακόμη και το χρώμα τους, ο πόνος και το αίσθημα καψίματος κατά την ούρηση πρέπει να υποψιάσουν τους ασθενείς ώστε να αναζητήσουν άμεσα ιατρική συμβουλή.
«Η προστατίτιδα είναι η διόγκωση και η φλεγμονή του προστάτη, δηλαδή του αδένα με μέγεθος καρυδιού που βρίσκεται κάτω από την ουροδόχο κύστη των ανδρών και έχει ως κύριο ρόλο την παραγωγή του υγρού που τρέφει και μεταφέρει τα σπερματοζωάρια (σπερματικό υγρό)», εξηγεί ο χειρουργός – ουρολόγος και πρόεδρος της Ελληνικής Ουρολογικής Εταιρείας δρ Ηρακλής Πούλιας.
Δύο κατηγορίες. Οπως εξηγεί, δεν πρόκειται για μία ενιαία πάθηση, αλλά χωρίζεται σε δύο κατηγορίες. Η πρώτη είναι οι βακτηριακές προστατίτιδες που οφείλονται σε είσοδο και ανάπτυξη μικροβίων στον προστάτη και είναι λιγότερο συχνές.
Σημειώνεται, ωστόσο, ότι η βακτηριακή προστατίτιδα μπορεί να εκδηλωθεί ως οξεία προστατίτιδα με πυρετό, δυσκολία αποβολής ούρων και γενική κακουχία και να εξελιχθεί σε σοβαρή λοίμωξη που απαιτεί ακόμη και νοσηλεία στο νοσοκομείο. Τα συμπτώματα είναι τα κλασικά σε περίπτωση λοιμώξεων, όπως είναι τα ρίγη, οι πόνοι στο σώμα, το αίσθημα κόπωσης καθώς και τα προβλήματα στην ούρηση που συνοδεύονται κατά κανόνα από πόνο. Στην περίπτωση αυτή η θεραπεία γίνεται με αντιβιοτικά. «Στη βακτηριακή προστατίτιδα (οξεία και χρόνια) που αποτελεί το 5%-10% των κρουσμάτων η αιτία συνήθως είναι βακτήρια του ουροποιητικού που εισέρχονται στον προστάτη, μέσω για παράδειγμα της σεξουαλικής επαφής, και τον μολύνουν», διευκρινίζει ο ειδικός.
Η δεύτερη κατηγορία προστατίτιδας είναι η μη βακτηριακή που αποκαλείται και χρόνιο πυελικό σύνδρομο. Και στην περίπτωση αυτή οι γιατροί διακρίνουν τη νόσο σε δύο υποκατηγορίες: το φλεγμονώδες χρόνιο πυελικό σύνδρομο με παρουσία λευκοκυττάρων στην καλλιέργεια σπέρματος και το μη φλεγμονώδες πυελικό σύνδρομο (χωρίς παρουσία λευκοκυττάρων στο σπέρμα).
Σε κάθε περίπτωση η προστατίτιδα μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές επιπλοκές αν αφεθεί χωρίς θεραπεία. «Σε αυτές συμπεριλαμβάνεται η είσοδος βακτηρίων στο αίμα (βακτηριαιμία ή σήψη), η φλεγμονή στο σωληνοειδές όργανο που ενώνει τον όρχι με τον σπερματικό πόρο (επιδιδυμίδα), η δημιουργία κοιλότητας με πύον μέσα στον προστάτη (απόστημα προστάτου), διαταραχές του σπέρματος και υπογονιμότητα (αυτές παρατηρούνται σε περίπτωση χρόνιας και ασυμπτωματικής προστατίτιδας)», εξηγεί ο δρ. Πούλιας.
Συνεπώς, οι άνδρες πρέπει να «ακούνε» προσεχτικά τα σημάδια του οργανισμού τους και να μην αναζητούν ιατρική γνωμάτευση μόνο στην περίπτωση που εκδηλώσουν πυρετό. Αλλωστε, ο πυρετός είναι σύμπτωμα κυρίως των βακτηριακών μορφών, με την οξεία να συνοδεύεται συχνά από απότομο υψηλό πυρετό και τη χρόνια από χαμηλότερο.
Αντίθετα, η χρόνια μη βακτηριακή προστατίτιδα, που είναι και η πιο συχνή καθώς αφορά περίπου το 90% των κρουσμάτων, προκαλεί πόνο χαμηλά στη μέση (οσφύ) και στην περιοχή των γεννητικών οργάνων καθώς επίσης και ενόχληση κατά την ούρηση και την εκσπερμάτιση. Ομως παρά τη συχνότητα της νόσου δεν έχει βρεθεί ακόμη συγκεκριμένη αιτία που προκαλεί τη χρόνια μη βακτηριακή προστατίδιδα. «Στους παράγοντες που μπορεί να την πυροδοτήσουν (εκλυτικοί παράγοντες) συμπεριλαμβάνονται το στρες, οι νευρολογικές βλάβες του κατώτερου ουροποιητικού συστήματος (π.χ. εξαιτίας τραυματισμού ή εγχείρησης) και οι ουρολοιμώξεις. Εχει επίσης σχετισθεί με αυτοάνοσα νοσήματα, όπως το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης και το σύνδρομο του ευερέθιστου εντέρου», σημειώνει ο δρ Πούλιας.
Η πλέον ύπουλη μορφή της νόσου είναι η ασυμπτωματική φλεγμονώδης προστατίτιδα, καθώς δεν προκαλεί συμπτώματα. Επιπλέον στην περίπτωση αυτή η ιατρική κοινότητα δεν έχει εντοπίσει ακόμη την αιτία.