Το πάθημα των νέων αγοραστών των ελληνικών ομολόγων, που είδαν μέσα σε λίγες μέρες να χάνεται περίπου το 15% της αξίας του προϊόντος που μόλις αγόρασαν, είναι χαρακτηριστικό της επιφυλακτικότητας με την οποία οι αγορές συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν την Ελλάδα, παρά τα συνεχή καλά λόγια των ευρωπαίων αξιωματούχων. Ο λόγος που συμβαίνει αυτό είναι απλός. Το τρίτο Μνημόνιο σε όρους πραγματικής οικονομίας, που είναι και αυτή που καθορίζει τελικά την αξία ενός μακροχρόνιου κρατικού ομολόγου, έχει αποτύχει. Κι όχι απλά. Παταγωδώς.
Σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη, από το 2,7% του προϋπολογισμού του 2017 πηγαίνουμε στο 1,5%. Στις επενδύσεις (ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου), που εδώ και χρόνια έχουμε τις χαμηλότερες στην Ευρώπη, το 2017 (εννεάμηνο) είχαμε καχεκτική αύξηση. Μόλις 2,6% έναντι 9% που προέβλεπε ο προϋπολογισμός. Παραμένουμε συνεπώς στο απίστευτα χαμηλό 11,6% του ΑΕΠ έναντι 20,6% στην ευρωζώνη. Στο εμπορικό ισοζύγιο, που δείχνει την τρέχουσα παραγωγική μας δυναμική, το έλλειμμα διευρύνθηκε από τα 18,7 δισ. ευρώ το 2016 στα 21,4 το 2017.
Η καμπύλη παραγωγικών δυνατοτήτων (production possibility frontier), που εκφράζει τη θεωρητική παραγωγική δυναμικότητα της οικονομίας, αυτή δηλαδή που έχει όταν αξιοποιεί πλήρως τους παραγωγικούς της πόρους (κεφάλαιο και εργασία), συρρικνώθηκε κι άλλο την τελευταία τριετία. Χάσαμε 40.000 σε ενεργό πληθυσμό (τρίτο τρίμηνο 2014 με τρίτο τρίμηνο 2017) και πάνω από 35 δισ. επενδεδυμένο κεφάλαιο που αποσβέστηκε και λόγω των απίστευτα χαμηλών επενδύσεων δεν αντικαταστάθηκε.
Οσο για την απόδοση των περίφημων μεταρρυθμίσεων; Εκεί έχουμε πραγματικό Βατερλώ. Στους δύο παγκόσμιας παραδοχής δείκτες, που μετρούν την ανταγωνιστικότητα και τη φιλικότητα προς την επιχειρηματικότητα, η ήδη τριτοκοσμική θέση της χώρας το 2014 έγινε ακόμα χειρότερη. Στο Ease of Doing Business της Παγκόσμιας Τράπεζας πέσαμε από την 61η θέση (2015) στην 67η το 2018 και στο Global Competitiveness Report του Φόρουμ του Νταβός (που καμάρωνε τις προάλλες ο κ. Τσίπρας) πέσαμε από την 81η στην 87η θέση. Δηλαδή, αν δεν κάναμε καθόλου «μεταρρυθμίσεις», πόσο χειρότερα θα πηγαίναμε!
Ο λόγος της παταγώδους αυτής αποτυχίας; Στη χώρα με τις μικρότερες επενδύσεις και τη μεγαλύτερη ανεργία στην Ευρώπη έχουμε την πιο ακραία φορολογία (άμεση, έμμεση και κρυφή μέσω ασφαλιστικών εισφορών) όσων θέλουν να επενδύσουν και να εργαστούν περισσότερο. Εχουμε επίσης μηδενική διάθεση για πραγματικές μεταρρυθμίσεις από την παρούσα κυβέρνηση και συστηματική αδιαφορία για την ουσία των μεταρρυθμίσεων από την πλευρά των Ευρωπαίων.
Ο Θόδωρος Σκυλακάκης είναι πρόεδρος της Δράσης