Τα οικιακά προϊόντα καθαρισμού, τα φυτοφάρμακα, οι μπογιές, οι κόλλες, τα μελάνια των εκτυπωτών, τα σπρέι, τα αρώματα και πολλά άλλα χημικά της καθημερινής ζωής που περιέχουν ουσίες παράγωγες του πετρελαίου, ανταγωνίζονται πλέον τις εξατμίσεις των οχημάτων ως κυριότερη αιτία ρύπανσης της ατμόσφαιρας, σύμφωνα με αμερικανική επιστημονική έρευνα με απρόσμενα ευρήματα.
Είναι η πρώτη φορά διεθνώς που γίνεται τέτοια εκτίμηση και αναμένεται να οδηγήσει σε αλλαγή αντίληψης για το τι είναι η ατμοσφαιρική ρύπανση και πώς προκαλείται. Και αυτό παρόλο που από όλο το πετρέλαιο, 95% πηγαίνει σε κάθε είδους καύσιμα και μόνο το 5% σε χημικά παράγωγα του πετρελαίου (πετροχημικά).
Όμως, οι εκπομπές στην ατμόσφαιρα των οργανικών πτητικών ουσιών (VOCs) από καταναλωτικά και βιομηχανικά χημικά προϊόντα αντιδρούν με άλλες χημικές ουσίες και τελικά παράγουν τόσο το επιβλαβές όζον, όσο και τα εξίσου επικίνδυνα μικροσκοπικά σωματίδια (γνωστά ως ΡΜ2,5), που αυξάνουν τον κίνδυνο για παθήσεις των πνευμόνων, του καρδιαγγειακού συστήματος κ.α.
Οι ερευνητές με επικεφαλής τον χημικό Μπράιαν ΜακΝτόναλντ της Εθνικής Υπηρεσίας Ωκεανών και Ατμόσφαιρας (ΝΟΑΑ) των ΗΠΑ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό “Science”, υπολόγισαν ότι οι άνθρωποι χρησιμοποιούν πολύ περισσότερα καύσιμα από ότι χημικές ουσίες παράγωγες του πετρελαίου (περίπου 15 φορές πιο πολλά καύσιμα με βάση το βάρος). Παρόλα αυτά, τα πετροχημικά προϊόντα συμβάλλουν πια στη ρύπανση του αέρα εξίσου με τον τομέα των μεταφορών.
Μάλιστα, σε ό,τι τα μικροσκοπικά σωματίδια που μπορούν να διεισδύσουν στους πνεύμονες και να προξενήσουν βλάβες, τα σωματίδια από τα χημικά προϊόντα μπορεί να είναι ακόμη και διπλάσια σε σχέση με εκείνα από τις εξατμίσεις των αυτοκινήτων.
«Καθώς οι μεταφορές γίνονται όλο και πιο καθαρές, οι άλλες πηγές ρύπανσης γίνονται ολοένα σημαντικότερες. Τα πράγματα που χρησιμοποιούμε στην καθημερινή ζωή μας μπορούν να ρυπάνουν τον αέρα» δήλωσε ο ΜακΝτόναλντ.
Οι επιστήμονες τόνισαν ότι οι περισσότεροι άνθρωποι των πόλεων νομίζουν πως η ρύπανση της ατμόσφαιρας προέρχεται κυρίως από τα οχήματα, αλλά αυτό είναι κάτι που ήταν αληθινό προ δεκαετιών, όμως σήμερα δεν έχει την ίδια βάση.
Οι ερευνητές υπολόγισαν ότι στις ΗΠΑ οι εκπομπές οργανικών πτητικών ουσιών (VOCs), που εκπέμπονται από καταναλωτικά και βιομηχανικά χημικά προϊόντα, είναι στην πραγματικότητα διπλάσιες έως τριπλάσιες από αυτές που υπολογίζονταν έως τώρα, με αποτέλεσμα οι δύο πηγές ρύπανσης (οχήματα και χημικά) να εμφανίζουν πια μια εικόνα «ισοπαλίας» (50-50 και όχι 75-25 υπέρ των οχημάτων).
Μια αιτία γι αυτό είναι ότι τα καύσιμα είναι αποθηκευμένα μέσα στα ρεζερβουάρ, αλλά τα συστατικά στα χημικά προϊόντα (καθαρισμού, βαφές, αρώματα κ.α.) έχουν σχεδιασθεί έτσι ώστε κατά τη χρήση τους να διαχέονται στον αέρα – πράγμα που έχει επιπτώσεις στην ποιότητα του αέρα, μεγαλύτερη από ό,τι είχε έως τώρα θεωρηθεί.
Επίσης, σύμφωνα με τους ερευνητές, οι άνθρωποι εκτίθενται σε μεγάλες ποσότητες τέτοιων οργανικών πτητικών ουσιών και μέσα στο σπίτι τους. Εκτίμησαν ότι η επιβάρυνση του αέρα στους εσωτερικούς χώρους από τα χημικά μπορεί να είναι ακόμη και δεκαπλάσια από ό,τι σε εξωτερικούς χώρους.
Οι καθαρίστριες σε μεγαλύτερο κίνδυνο
Μια δεύτερη επιστημονική μελέτη βρήκε ότι οι γυναίκες που εργάζονται ως καθαρίστριες και γενικότερα όσες συχνά χρησιμοποιούν σπρέι καθαρισμού και άλλα σχετικά χημικά προϊόντα στο σπίτι τους, εμφανίζουν μεγαλύτερη μείωση στη λειτουργία των πνευμόνων τους.
Οι Νορβηγοί ερευνητές, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό “American Journal of Respiratory and Clinical Care Medicine” της Αμερικανικής Πνευμονολογικής Εταιρείας, ανέλυσαν στοιχεία για 6.235 άτομα με μέση ηλικία 34 ετών, που παρακολουθήθηκαν για περισσότερα από 20 χρόνια.
Κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η μείωση στη λειτουργία των πνευμόνων που σχετίζεται με τα προϊόντα καθαρισμού, κάνει μια καθαρίστρια να έχει πνεύμονες σαν να κάπνιζε σχεδόν επί 20 χρόνια.