Δύο μέρες πριν από τη Μεγάλη Παρασκευή, στις 20 Απριλίου του 2011, στο κλειστό της Ζωφριάς, η ΑΕΚ ζούσε το δικό της δράμα με τον υποβιβασμό της, για πρώτη φορά στην ιστορία της, στην Α2.
Τα δάκρυα του – εδώ και χρόνια – φροντιστή της, του περίφημου Φάντομ, κατά κόσμον Γιώργου Σταθόπουλου, ήταν λύπης και απόγνωσης από έναν άνθρωπο που είχε βιώσει όλες τις μεγάλες στιγμές της Ενωσης στις αρχές της δεκαετίας του 2000 (πρωτάθλημα, Σαπόρτα, δύο Κύπελλα).
Το Σάββατο στο Ηράκλειο ήταν δάκρυα χαράς και συγκίνησης για το τέλος των επτά χρόνων… φαγούρας και την επαναφορά της μεγάλης ΑΕΚ στους τίτλους και στις κορυφές έχοντας πετάξει στο κανναβάτσο δύο εκ των κορυφαίων ομάδων της Ευρώπης (Παναθηναϊκό στον ημιτελικό και Ολυμπιακό στον τελικό).
Ο Γιαννούλης Λαρεντζάκης έπαιξε με ένεση και ανέτοιμος ιατρικά αλλά 1.000% έτοιμος αγωνιστικά. Εβαλε έτσι τα γυαλιά στους συναδέλφους του τού Ολυμπιακού που ήταν ουσιαστικά σε άλλο γήπεδο, ανέτοιμοι πνευματικά (κυρίως) και ψυχολογικά, πλην του – εκ των εμβληματικότερων προσωπικοτήτων που έβγαλε ποτέ το ευρωπαϊκό μπάσκετ – Βασίλη Σπανούλη.
Ο Λαρεντζάκης όταν βγήκε αλλαγή πονούσε, αλλά ο παλιός (το Φάντομ που λέγαμε) είναι αλλιώς και ο φροντιστής της ΑΕΚ τού έβαλε – όπως είχε κάνει παλιά με τον Χατζή – ένα μπουκάλι με ζεστό νερό μέσα από την μπλούζα για να κρατάει ζεστό τον κοιλιακό προσαγωγό. Ο Γιώργος Σταθόπουλος ζούσε και πάλι τον θρίαμβο της ομάδας του με τους παίκτες να αποθεώνονται και μια μέρα αργότερα δίπλα στη φυσική τους έδρα, το ποδοσφαιρικό ΟΑΚΑ όπου έζησαν και το περίφημο Πασίγιο από τους παίκτες της ομάδας του ποδοσφαίρου που τους υποδέχονταν έναν έναν.
Ο Ολυμπιακός μαζεύει τα κομμάτια του και πλέον είναι μονόδρομος η απόκτηση ξένου, είτε αντικατασταθεί κάποιος εκ των Ρότζερς – Τόμπσον είτε όχι.