Η αύξηση της τουριστικής κίνησης και των διανυκτερεύσεων, τα τελευταία πέντε χρόνια, οδήγησε σε νέα διεύρυνση των εσόδων των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων.
Ειδικότερα, η σημαντική αύξηση της τουριστικής κίνησης προς τη χώρα μας στο διάστημα 2013-2017, «υπήρξε σωτήρια για τις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις, που κατέγραψαν αυξημένα έσοδα και κέρδη», αναφέρει χαρακτηριστικά πρόσφατη κλαδική μελέτη της ICAP με τίτλο «Ξενοδοχειακές Επιχειρήσεις», η οποία εστιάζει στα ξενοδοχεία Πολυτελείας, Α’ και Β’ κατηγορίας.
Σύμφωνα με την ίδια μελέτη, οι συνολικές αφίξεις αλλοδαπών τουριστών εκτιμάται ότι κυμάνθηκαν στο νέο επίπεδο «ρεκόρ» των 26 εκατ. το 2016, παρουσιάζοντας περαιτέρω αύξηση σε σχέση με το 2015.
Οι αλλοδαποί τουρίστες αποτελούν τον κύριο «πελάτη» για τις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις της χώρας, καθώς πάνω από το 80% του συνόλου των διανυκτερεύσεων στα διάφορα ξενοδοχειακά καταλύματα πραγματοποιούνται από ξένους.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του 2016, σε όλα τα ξενοδοχειακά καταλύματα της χώρας πραγματοποιήθηκαν σχεδόν 80 εκατ. διανυκτερεύσεις, ενώ η μέση ετήσια πληρότητα όλων των ξενοδοχείων ανήλθε σε 50,1%, έναντι 49,1% το 2015.
Από το 2004 και μετά, αναφέρει η μελέτη της ICAP, η ξενοδοχειακή υποδομή της Ελλάδας αναβαθμίστηκε σημαντικά, καθώς μεγάλος αριθμός ξενοδοχειακών μονάδων ανά την επικράτεια ανακαινίσθηκε, ενώ νέες μονάδες υψηλού επιπέδου υπηρεσιών ξεκίνησαν τη λειτουργία τους.
Σε ό,τι αφορά τον αριθμό των ξενοδοχειακών καταλυμάτων, σύμφωνα με τη μελέτη της ICAP, το 2016 λειτουργούσαν συνολικά 9.730 ξενοδοχειακές μονάδες με περίπου 790 χιλ. κλίνες.
Τα ξενοδοχεία των δύο αστέρων υπολογίζονται σε 4.087 και αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο ποσοστό στο σύνολο του ξενοδοχειακού δυναμικού (ποσοστό 42% περίπου). Τα υπόλοιπα 5.643 ξενοδοχεία, κατανέμονται ως εξής: Το 37% είναι ξενοδοχεία πολυτελείας, το 44% ξενοδοχεία Α΄ κατηγορίας και το 19% μονάδες Β΄ κατηγορίας. Στην περιφέρεια του Νοτίου Αιγαίου συγκεντρώνεται ο μεγαλύτερος αριθμός κλινών (μερίδιο περίπου 25%).
Σύμφωνα με τον κ. Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, senior consultant Οικονομικών Μελετών της ICAP, ο οποίος είχε την ευθύνη σύνταξης της συγκεκριμένης μελέτης, το συνολικό μέγεθος της αγοράς (σε αξία) των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων (Πολυτελείας, Α’ και Β’ κατηγορίας) παρουσίασε αύξηση 3% το 2017 σε σχέση με το 2016.
Τα έσοδα των ξενοδοχείων Πολυτελείας εμφάνισαν αύξηση της τάξης του 3,5% και των ξενοδοχείων Α’ κατηγορίας αύξηση 4% περίπου. Μικρότερη ήταν η αύξηση στα ξενοδοχεία Β’ κατηγορίας, η οποία διαμορφώθηκε σε ποσοστό 1%.
Τα ξενοδοχεία Α΄ κατηγορίας εκτιμάται ότι κάλυψαν το μεγαλύτερο ποσοστό (περίπου το 44%) της συνολικής ζήτησης που υπήρξε το 2017.
Σύμφωνα με την ICAP, «η υψηλή θέση της Ελλάδας στην παγκόσμια κατάταξη τουριστικών προορισμών και το υψηλό επίπεδο της ξενοδοχειακής υποδομής της χώρας, αποτελούν δυνατά σημεία του κλάδου».
Στα αδύνατα σημεία συγκαταλέγονται η μονομερής «εξάρτηση» των ελληνικών τουριστικών επιχειρήσεων από τους μεγάλους διεθνείς τουριστικούς οργανισμούς (tour operators) και τα χρόνια διαρθρωτικά προβλήματα του ελληνικού τουρισμού (εποχικότητα, γεωγραφική συγκέντρωση κλπ.).
Η ανάπτυξη νέων εναλλακτικών μορφών τουρισμού, η προσέλκυση τουριστών από νέες «αναδυόμενες» τουριστικές αγορές, η στοχευμένη διαφημιστική προβολή της χώρας, καθώς και η αναβάθμιση των τουριστικών υποδομών, συνιστούν ευκαιρίες για τον κλάδο, εκτιμά η ICAP.
«Από την άλλη πλευρά, η κρίση που μαστίζει τον εσωτερικό τουρισμό σε συνδυασμό με την οικονομική κατάσταση της χώρας, ο έντονος ανταγωνισμός από γειτονικές χώρες και οι πτωχεύσεις τουριστικών οργανισμών του εξωτερικού, αποτελούν απειλές για τον κλάδο των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων», αποφαίνεται η εταιρεία μελετών.
Σημειώνεται, ότι στα πλαίσια της συγκεκριμένης μελέτης της ICAP, όπως η ίδια αναφέρει, έγινε εκτεταμένη χρηματοοικονομική ανάλυση των επιχειρήσεων του κλάδου βάσει 17 επιλεγμένων αριθμοδεικτών. Επίσης, συντάχθηκε ομαδοποιημένος ισολογισμός για την πενταετία 2012-2016 βάσει δείγματος 47 επιχειρήσεων με διαθέσιμους τους ισολογισμούς ολόκληρης της περιόδου.
Από την ανάλυση του ομαδοποιημένου ισολογισμού, προέκυψε σωρευτική αύξηση του συνόλου του ενεργητικού σε ποσοστό 12% την τελευταία πενταετία, ενώ τα ίδια κεφάλαια εμφάνισαν μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης της τάξης του 6%.
Οι συνολικές πωλήσεις κατέγραψαν σωρευτική αύξηση περίπου 40% την περίοδο 2012-2016. Αναφορικά με το καθαρό αποτέλεσμα, κέρδη εμφανίζονται την τριετία 2014-2016 έναντι ζημιών τη διετία 2012-2013, ενώ τα κέρδη EBITDA σχεδόν διπλασιάστηκαν. Από ένα δείγμα 137 ξενοδοχειακών επιχειρήσεων, ανοδικά κινήθηκε το μέσο περιθώριο μικτού κέρδους την περίοδο 2012-2016, ενώ αντίθετα πτωτικά κινήθηκε το μέσο περιθώριο κέρδους EBITDA τη διετία 2015-2016.