Αν ο 20ός αιώνας κληροδότησε ένα πρόβλημα στον 21ο, και μάλιστα σε μείζονα βαθμό, αυτό είναι η κατάσταση στη Μέση Ανατολή. Τον πρώτο πόλεμο του Κόλπου ακολούθησε άλλος ένας που έφερε το χάος στο Ιράκ. Η ελπίδα της Αραβικής Ανοιξης έδωσε τη θέση της, τουλάχιστον στην περίπτωση της Συρίας, στον όλεθρο ενός εμφυλίου, αλλά και σε έναν κυνικό διαγκωνισμό για τον διαμοιρασμό των ιματίων της. Ενώ το Ιράν υποδεικνύεται σήμερα, από Ισραήλ και ΗΠΑ, ως το απόλυτο κακό.
Αν όλα αυτά φαίνονται σε κάποιον πολύ μακριά δεν έχει παρά να θυμηθεί ότι η τελευταία πράξη αυτού του πολυεπίπεδου δράματος παίζεται στα σύνορα της Τουρκίας με τη Συρία, όπου ο τουρκικός στρατός επιχειρεί κατά των Κούρδων. Στην τουρκική επέμβαση αποτυπώνονται οι ανασφάλειες της Αγκυρας στα νότια σύνορά της. Η ίδια αυτή ανασφάλεια θα μπορούσε όμως, ειδικά σε περίπτωση αρνητικής εξέλιξης για την Τουρκία, να εκτονωθεί στα δυτικά της σύνορα.
Το τοπίο, με άλλα λόγια, είναι υπερβολικά ρευστό. Σε αυτές τις συνθήκες της κινούμενης άμμου η χώρα μας καλείται να βρει μια θέση ισορροπίας που αφενός θα υπενθυμίσει στον υπόλοιπο κόσμο τον ρόλο της ως πυλώνα σταθερότητας στην περιοχή και αφετέρου θα εδραιώσει ένα συναίσθημα ασφάλειας στους πολίτες της. Ο διπλός αυτός στόχος μπορεί να επιτευχθεί με μία σαφή στρατηγική. Και όχι ανοίγοντας πολλαπλά μέτωπα αμφιταλαντευόμενη ανάμεσα στους απειλητικούς βρυχηθμούς και τη φοβική σιωπή.