Από μια άποψη, εκπροσωπεί έναν θεσμό. Από μια άλλη, πιο κοντινή στην πραγματικότητα, εκπροσωπεί κυρίως το κόμμα. Και από μια τρίτη, την πιο ακριβή, η Τασία Χριστοδουλοπούλου δεν εκπροσωπεί τίποτε περισσότερο από τον εαυτό της. Δεν είναι ασφαλώς η πρώτη στους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ που έφερε έναν θεσμό στα μέτρα του προσωπικού της σύμπαντος, ούτε η πρώτη που εκθέτει το κόμμα της. Είναι όμως εκείνη που το κάνει με κάτι που μπορεί να χαρακτηριστεί αριστερόστροφη αλαζονεία.
Εντάξει, δεν είναι ο αριστερόστροφος φασισμός του Πολάκη ούτε η αριστερόστροφη μεγαλομανία του Κοτζιά. Δεν είναι καν ο αριστερόστροφος βυζαντινισμός του Παππά ή ο αριστερόστροφος ροβεσπιερισμός του Σκουρλέτη. Αλλά κανένας από αυτούς δεν ενσαρκώνει όσο η Τασία Χριστοδουλοπούλου έναν μπλαζέ κομφορμισμό που πουλιέται για αντισυμβατικότητα, κανένας δεν κακοποιεί τις θεσμικές διαδικασίες με τέτοιες δόσεις ναρκισσισμού και εγωπάθειας.
Είναι ένα ερώτημα γιατί η Τασία Χριστοδουλοπούλου δεν απορροφήθηκε από το πολιτικό σύστημα ως «περσόνα». Ως μια Πάστα Φλόρα της πολιτικής που λέει κάτι το ένα λεπτό και το επόμενο το ξεχνάει για να δεχθεί στο τέλος ότι μπορεί και να το είπε «εάν το άκουσαν τα πρακτικά της Βουλής». Η Χριστοδουλοπούλου το έκανε με το «άι στο διάολο» που εκτόξευσε στον Χαράλαμπο Αθανασίου της ΝΔ. Αλλά το έκανε με πλήρη επίγνωση. Με την ίδια επίγνωση που εκτόξευε τα «λιάζονται» και «εξαφανίζονται» για τους μετανάστες ή το «ναι, φοβηθήκαμε τώρα» που επιστράτευε για να υπερασπιστεί τον Πάνο Καμμένο.
Αυτό είναι το είδος του κομφορμισμού που ενσαρκώνει η Τασία Χριστοδουλοπούλου. Είναι ο κομφορμισμός που υπηρετεί τον εαυτό του κρυμμένος πίσω από την καρικατούρα του.