Με την πρώτη ματιά μοιάζουν βγαλμένα από έναν κόσμο σουρεαλιστικό, καθώς πρωταγωνιστές τους μπορεί να είναι το σουβλισμένο από μια σημαία κεφάλι του Λένιν, ένας άνδρας που κρατά ως κατοικίδιο έναν φιμωμένο κροκόδειλο ή ένας βάτραχος που πετά. «Δεν είναι όμως», λέει ο Εμμανουήλ Μπιτσάκης, για τα 50 μικρών διαστάσεων έργα του που δημιούργησε από το 1998 έως το 2017 κι ανήκουν όλα τους στη συλλογή του δικηγόρου Σωτήρη Φέλιου. «Μπορεί να παραπέμπουν στον σουρεαλισμό λόγω των ετερόκλητων στοιχείων που αντιπαραθέτω και η αλήθεια είναι ότι δεν ακολουθώ τη λογική του Διαφωτισμού. Θεωρώ όμως ότι αποδίδω τον σουρεαλισμό της πραγματικότητας –διότι ζούμε σε μια παρανοϊκή πραγματικότητα –κι άρα τα έργα μου είναι κατά μία έννοια ρεαλιστικά», συνεχίζει ο 44χρονος ζωγράφος για τα έργα που παρουσιάζει ως ένα ενιαίο έργο στη Φωκίωνος Νέγρη 16 υπό τον τίτλο «Επίμονο ελάχιστο».
Από πού προκύπτει ο τίτλος; «Εχω μια εμμονή στο διακριτικό, στο μικρό που εκδηλώνεται ως εξωτερικό σύμπτωμα της δουλειάς μου. Αποτελεί μια στάση ζωής, μια επιλογή». Είναι αυτή η επιλογή –πολιτική όπως την χαρακτηρίζει ο ίδιος «όπως και κάθε επιλογή, από το αν θα πιούμε καφέ ή τσάι έως το τι θα φορέσουμε» –που του επιτρέπει να δέχεται τεράστιο πλήθος ερεθισμάτων καθώς κυκλοφορεί κυρίως με τα πόδια έχοντας μαζί του ένα τετράδιο για να ζωγραφίζει, αφού δεν έχει εργαστήριο. «Εργαστήριο για μένα είναι το τρένο, το αεροπλάνο, ο δρόμος. Εχω την ελευθερία να δουλεύω όπου θέλω, όποτε θέλω σε ένα μικρό τετράδιο. Εχω τα σύνεργα μου στην τσάντα μου, όπως ένας γιατρός που μπορεί να έχει τα απαραίτητα στο σακίδιό του κι αν πάει σε ένα πάρτι να προσφέρει τις πρώτες βοήθειες σε κάποιον που θα λιποθυμήσει», λέει. «Το γεγονός αυτό όμως μου προσφέρει και λύσεις. Οταν δεν ξέρω τι να κάνω με ένα έργο, πηγαίνω μια βόλτα όχι για να καθαρίσει το μυαλό, αλλά για να συναντήσω το ερέθισμα που θα μου δώσει τη λύση. Και με τον ανάλαφρο εξοπλισμό μου επί τόπου φτιάχνω ένα σκαρίφημά της», εξηγεί.
Καθώς κοιτάζει δυο δεκαετίες δουλειάς παρουσιασμένες από τον ίδιο (έχει και τον ρόλο του επιμελητή της έκθεσης) ως ένα ενιαίο έργο, διαπιστώνει πως τα έργα που έχει στα χέρια του ο Σωτήρης Φέλιος αποτελούν ένα σύνολο με στοιχεία που επανέρχονται αναδεικνύοντας τη σπειροειδή –όπως υποστηρίζει –εξέλιξη της δουλειάς του. «Τα τελευταία έργα θα τα χαρακτήριζα ως πιο εύγλωττα, πιο καθαρά, σαν να γράφω με πιο άνετη γλώσσα», υποστηρίζει και προσεγγίζει την έκθεση ως «μια φέτα του όλου αυτών των 20 ετών χωρίς να κάνω αυτοκριτική, καθώς έστησα την έκθεση αποστασιοποιημένος από τον ρόλο του δημιουργού. Δεν είναι ο καλλιτέχνης ο καλύτερος επιμελητής της δουλειάς του, αλλά σίγουρα μπορεί να κάνει μια ακόμη ανάγνωση ανάλογα με τη χρονική στιγμή», καταλήγει.