Μήνυμα στις Βρυξέλλες ότι η τουρκική επιθετικότητα στην ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν απειλεί μόνο τη Λευκωσία, αλλά και ζωτικά συμφέροντα της ίδιας της ΕΕ, απαιτώντας συνεργασία και συλλογική αντιμετώπιση, στέλνει με συνέντευξή του στα «ΝΕΑ» ο μέχρι τώρα κυβερνητικός εκπρόσωπος της Κύπρου, Νίκος Χριστουδουλίδης, ο ποίος θα είναι υπουργός Εξωτερικών στη νέα κυβέρνηση του Νίκου Αναστασιάδη που αναλαμβάνει καθήκοντα την Πέμπτη. Σημειώνει δε ότι στόχος της Αγκυρας είναι να υπονομεύσει τους ενεργειακούς σχεδιασμούς της ΕΕ προκειμένου η ίδια να κερδίσει ρόλο ενεργειακού κόμβου στην περιοχή, με ό,τι σημαίνει αυτό. Ακόμη τονίζει ότι προϋπόθεση για επανέναρξη των συνομιλιών για το Κυπριακό είναι ο τερματισμός της τουρκικής επιθετικότητας.
Αναλαμβάνετε το υπουργείο Εξωτερικών σε μία περίοδο που η ένταση στην Ανατολική Μεσόγειο είναι στα ύψη. Πώς αξιολογείτε την τουρκική συμπεριφορά;
Εχουμε να διαχειριστούμε μια ιδιόμορφη κατάσταση πραγμάτων. Η κλιμακούμενη επιθετικότητα της Τουρκίας στη θάλασσα, στόχο έχει να δημιουργήσει προβλήματα στο ενεργειακό πρόγραμμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, στην προσπάθεια της ΕΕ να καταστεί η Ανατολική Μεσόγειος ένας εναλλακτικός ενεργειακός διάδρομος για την Ευρώπη, όπως επίσης να προκαλέσει πλήγμα στην επιτυχή πολιτική περιφερειακής συνεργασίας μεταξύ των χωρών της Ανατολικής Μεσογείου, που έχει ως επίκεντρο και καταλύτη τους υδρογονάνθρακες. Επιχειρεί δηλαδή η Τουρκία τον στρατηγικό ενεργειακό έλεγχο της Ανατολικής Μεσογείου προς ίδιον όφελος και σίγουρα οι ενέργειές της δεν σχετίζονται, όπως ισχυρίζονται, με την προστασία των συμφερόντων των Τουρκοκυπρίων. Η Τουρκία αποσκοπεί στην προαγωγή των συμφερόντων της και ενός εκ των βασικών της στόχων, που είναι να μετατραπεί σε ενεργειακό κόμβο, ελέγχοντας αριθμό μέσων μεταφοράς φυσικού αερίου καθώς και των τιμών του. Η εν λόγω τουρκική συμπεριφορά είναι μια από τις βασικές προκλήσεις που έχουμε να αντιμετωπίσουμε. Επηρεάζει ταυτόχρονα ζωτικά βασικά συμφέροντα της ίδιας της ΕΕ και των άλλων κρατών της περιοχής και για αυτόν τον λόγο χρειάζεται συνεργασία και συλλογική αντιμετώπιση.
Θεωρείτε ότι θα υπάρξει πρόβλημα με τις εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην εξόρυξη υδρογονανθράκων και τα συμβόλαια της Κυπριακής Δημοκρατίας;
Το περιστατικό και οι εξελίξεις σε σχέση με τη γεώτρηση της ΕΝΙ στο Τεμάχιο 3 δεν σημαίνει σε καμία απολύτως περίπτωση ακύρωση των ενεργειακών σχεδιασμών της Κυπριακής Δημοκρατίας, ούτε φυσικά των σχεδιασμών των εταιρειών, είτε αυτό αφορά γεωτρήσεις, είτε εμπορικά θέματα. Οι ενεργειακοί κολοσσοί που δραστηριοποιούνται στην ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας γνώριζαν πολύ καλά τις θέσεις και τη γενικότερη προσέγγιση της Τουρκίας σε σχέση με τα κυριαρχικά δικαιώματά της. Συνειδητά έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον για τεμάχια εντός της ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας, γιατί όντως υπάρχουν πολύ θετικές ενδείξεις και γιατί οι όποιες ενέργειές μας γίνονται στη βάση του Διεθνούς Δικαίου, της σχετικής σύμβασης του Δικαίου της Θάλασσας του 1982 και αφού έχουν καθορισθεί τα θαλάσσια σύνορα της χώρας με τα γειτονικά κράτη. Η παρουσία τους είναι ξεκάθαρη ψήφος εμπιστοσύνης. Τα ενεργειακά δεδομένα της περιοχής είναι ο λόγος παρουσίας ενεργειακών κολοσσών στην Ανατολική Μεσόγειο και εξηγούν γιατί δεν επηρεάζονται από τις όποιες τουρκικές συμπεριφορές.
Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε τα ενεργειακά δεδομένα της περιοχής για να αντιληφθούμε και τους λόγους παρουσίας ενεργειακών κολοσσών στην Ανατολική Μεσόγειο και γιατί δεν επηρεάζονται από τις όποιες τουρκικές συμπεριφορές. Σύμφωνα με το American Geological Survey του 2009, οι συνολικές ποσότητες φυσικού αερίου στην Ανατολική Μεσόγειο εκτιμώνται σε πέραν των 9.000 bcm. Είναι ένας από τους βασικούς λόγους που οι μεγαλύτερες πετρελαϊκές εταιρείες του κόσμου έχουν δείξει ενδιαφέρον για τα αποθέματα της Ανατολικής Μεσόγειου και έχουν συνάψει συμβόλαια με όλες τις χώρες της περιοχής, την Κύπρο, την Αίγυπτο, το Ισραήλ και τον Λίβανο.
Με δεδομένη και την τουρκική προκλητικότητα στο Αιγαίο και στην ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας, θεωρείτε ότι Κύπρος και Ελλάδα βρίσκονται κοντά σε ένα θερμό επεισόδιο;
Κύπρος και Ελλάδα είναι πυλώνες σταθερότητας και ασφάλειας στην περιοχή και αυτό αποδεικνύεται μέσα από τη δράση τους και την ξεκάθαρη επιδίωξή τους για επίλυση προβλημάτων στη βάση του διεθνούς δικαίου και των αρχών και αξιών της ΕΕ. Εμείς δεν πρόκειται να παρασυρθούμε στον ανταγωνιστικό παροξυσμό που επιχειρεί να καλλιεργήσει η Αγκυρα. Ούτε με μεγαλόστομες δηλώσεις, ούτε με θερμά επεισόδια αντιμετωπίζονται προκλήσεις και προβλήματα. Η πρόκληση θερμών επεισοδίων από μια χώρα είναι ένδειξη αδυναμίας της να αντιμετωπίσει με επιτυχία προκλήσεις και προβλήματα που έχει.
Τι πιθανότητες υπάρχουν για επανέναρξη των συνομιλιών για το Κυπριακό;
Εύλογο το ερώτημά σας. Αναμφίβολα η διαμορφωθείσα κατάσταση, με την κορύφωση της παραβίασης των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας εντός της ΑΟΖ από την Τουρκία, δεν δημιουργεί ένα ευνοϊκό κλίμα για επανέναρξη των συνομιλιών για επίλυση του Κυπριακού. Για την επανέναρξη των συνομιλιών θα πρέπει να προηγηθεί ο τερματισμός των εν λόγω ενεργειών από πλευράς Τουρκίας. Ενεργειών που επιβεβαιώνουν και την ορθότητα της κοινής προσέγγισης Λευκωσίας και Αθηνών ότι μέσα στο πλαίσιο της λύσης του Κυπριακού θα πρέπει να γίνεται απόλυτα σεβαστή η κυριαρχία και ανεξαρτησία της χώρας, και για αυτό θα πρέπει να τερματιστούν αναχρονιστικοί θεσμοί όπως είναι οι συνθήκες εγγυήσεων, επεμβατικών δικαιωμάτων και διατήρηση μόνιμης παρουσίας στρατού. Η γενικότερη προσέγγισή μας στο Κυπριακό εστιάζεται σε δύο βασικά δεδομένα. Πρώτον, εκείνο που πρέπει όλοι, Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι, να αντιληφθούν σε σχέση με το Κυπριακό είναι ότι η παρούσα κατάσταση πραγμάτων δεν μπορεί να αποτελεί τη λύση του. Η παρούσα κατάσταση είναι αρνητική εξέλιξη για το σύνολο του κυπριακού λαού και εγκυμονεί κινδύνους. Δεύτερον, μετά και την πρόσφατη αποτυχία στο Κραν Μοντανά λόγω των θέσεων της τουρκικής πλευράς, αλλά και του γεγονότος ότι από το 1974 παρήλθαν 44 χρόνια και πολλές πρωτοβουλίες χωρίς αποτέλεσμα, πρέπει όλοι μας να κατανοήσουμε ότι δεν έχουμε την πολυτέλεια μιας νέας αποτυχίας στο Κυπριακό.
Εχοντας υπόψη αυτά, ξεκάθαρος στόχος μας είναι να συνεχίσουμε την προσπάθεια για τερματισμό της κατοχής και επανένωση της πατρίδας μας. Κάποιος που έχει ασχοληθεί στοιχειωδώς με την ιστορία των διαπραγματεύσεων για επίλυση του Κυπριακού από το 1976, μπορεί εύκολα να αντιληφθεί ότι κατά τη διάρκεια της τελευταίας προσπάθειας όχι μόνο συζητήθηκε για πρώτη φορά η ουσία του Κυπριακού, αλλά και πρώτη φορά προέκυψαν τέτοια δεδομένα που αναμφίβολα επηρεάζουν θετικά τόσο το περιεχόμενο όσο και τη διαδικασία μιας ενδεχόμενης νέας προσπάθειας.
Εμείς θα πράξουμε ό,τι είναι δυνατόν έτσι ώστε να δημιουργηθούν εκείνες οι συνθήκες και τα δεδομένα που θα μας οδηγήσουν στην επανέναρξη των συνομιλιών, η οποία θα βασίζεται σε τέτοια δεδομένα που πραγματικά θα μας επιτρέπουν, στον μέγιστο δυνατό βαθμό, να αισιοδοξούμε για ένα θετικό αποτέλεσμα. Επιδιώκουμε μια αξιοπρεπή λύση που να σέβεται τις ανησυχίες όλων ανεξαιρέτως των νόμιμων κατοίκων της Κύπρου, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, και να δημιουργηθεί μια σύγχρονη και απόλυτα ανεξάρτητη χώρα.
Ποιες οι προκλήσεις και οι στόχοι της εξωτερικής πολιτικής της Κυπριακής Δημοκρατίας το αμέσως επόμενο διάστημα;
Πέραν της αντιμετώπισης της τουρκικής συμπεριφοράς, υπάρχουν συγκεκριμένοι στόχοι που θα επιδιωχθούν στο αμέσως επόμενο διάστημα, μέσα από την εξωτερική μας πολιτική. Στόχοι που σχετίζονται με τη δράση μας στην Ανατολική Μεσόγειο και στην ΕΕ και θα αποτελούν, αν θέλετε, συνέχεια των όσων έχουν δρομολογηθεί τα τελευταία χρόνια μέσα και από τις κοινές δράσεις και την άριστη συνεργασία με την ελληνική κυβέρνηση. Να γίνω πιο συγκεκριμένος. Ανάμεσα στις προτεραιότητές μας είναι για παράδειγμα να διευρυνθούν, είτε θεματικά είτε συνολικά, οι Τριμερείς Συνεργασίες που έχουμε συστήσει με την Ελλάδα, με τη συμμετοχή κρατών που έχουμε να αντιμετωπίσουμε κοινές προκλήσεις και μοιραζόμαστε κοινούς στόχους και οράματα. Αυτή η διεύρυνση δύναται να αφορά είτε κράτη-μέλη της ΕΕ είτε γειτονικά κράτη ή ακόμα χώρες του Αραβικού Κόσμου. Ενα τέτοιο μοντέλο συνεργασίας που ήδη εφαρμόζεται είναι η Συνάντηση Κύπρου, Ελλάδας, Ιταλίας, Ισραήλ με τη συμμετοχή και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για θέματα Ενέργειας.
Μια άλλη προτεραιότητα είναι να επιχειρηθεί μια άτυπη σύνδεση των Τριμερών Συνεργασιών με τη Σύνοδο των επτά Μεσογειακών Κρατών Μελών της ΕΕ (MED7). Να εργαστούμε δηλαδή προς την κατεύθυνση ad hoc συμμετοχής ενός ή/και περισσοτέρων γειτονικών κρατών σε συναντήσεις των MED7 για συζήτηση και ανταλλαγή απόψεων επί θεμάτων κοινού ενδιαφέροντος. Ενα τέτοιο παράδειγμα θα μπορούσε να ήταν η συμμετοχή του Λιβάνου και της Ιορδανίας σε μια ειδική συνάντηση των MED7 για συζήτηση του Προσφυγικού. Είναι ένα πρόβλημα που απασχολεί εξίσου σημαντικά τον Λίβανο και την Ιορδανία και τα κράτη που συμμετέχουν στο MED7. Ερχομαι τώρα στο Κυπριακό, που η επίλυσή του είναι η σημαντικότερη και υπ’ αριθμόν 1 πρόκληση που έχουμε να αντιμετωπίσουμε. Καταρχήν να σημειώσω ότι τα όσα έχω προαναφέρει για συγκεκριμένες δράσεις μας στην εξωτερική πολιτική, αναπόφευκτα επηρεάζουν και το Κυπριακό. Ακριβώς λόγω του τρόπου που κινηθήκαμε στην εξωτερική μας πολιτική, η Κύπρος σήμερα είναι πυλώνας σταθερότητας, αξιόπιστος και προβλέψιμος εταίρος και παροχέας ασφάλειας σε μια περιοχή αστάθειας και αβεβαιότητας με ιδιαίτερη γεωστρατηγική σημασία, τόσο για τους ισχυρούς δρώντες στο διεθνές σύστημα, όσο και για την ΕΕ. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο θεμελιώνουμε και την άποψη ότι μια ενδεχόμενη λύση του Κυπριακού θα πρέπει να ενισχύει ακόμη περισσότερο τον ρόλο της χώρας μας στην περιοχή, να αναβαθμίζει περαιτέρω τη γεωστρατηγική της σημασία και υπόσταση, χωρίς τις όποιες εξαρτήσεις από τρίτες χώρες. Γίνεται δηλαδή σαφές προς όλους, λαμβάνοντας υπόψη και τις πρόσφατες τουρκικές ενέργειες που βιώνουμε, ότι το επανενωμένο κράτος θα πρέπει να μπορεί να λειτουργεί ομαλά, σε περιβάλλον ασφάλειας και ευημερίας, κατά τρόπο ανεξάρτητο έτσι ώστε να μπορεί να συνεχίσει να αποτελεί τον απαιτούμενο σταθεροποιητικό παράγοντα σε μια «δύσκολη» αλλά με μεγάλη γεωστρατηγική σημασία περιοχή.