Το ζήτημα των Ιμίων είναι δύσκολο να διευθετηθεί αν Ελλάδα και Τουρκία δεν εξετάσουν εφ’ όλης της ύλης το καθεστώς του Αιγαίου και ιδιαίτερα των γκρίζων ζωνών. Η κρίση εκτονώθηκε το 1996 μέσα από μια άτυπη συμφωνία (όχι σημαίες,όχι στρατεύματα,όχιπλοία), η οποία ουσιαστικά βασιζόταν στην αποχή από δραστηριότητες που θα συνδήλωναν κυριαρχικά δικαιώματα επί των βραχονησίδων από Ελλάδα ή Τουρκία. Σήμερα η Τουρκία βρίσκεται σε μια παρατεταμένη προεκλογική περίοδο για την ανάδειξη του πρώτου ενισχυμένου με υπερεξουσίες προέδρου της χώρας μετά το περσινό δημοψήφισμα και ο Ερντογάν χρειάζεται να ενισχύσει την εικόνα του ως εθνικού ηγέτη μιας περιφερειακής υπερδύναμης. Η αποτυχημένη προσπάθεια του έλληνα υπουργού Αμυνας να ενισχύσει επικοινωνιακά τη θέση του στον κυβερνητικό σχηματισμό χρησιμοποιώντας τις βραχονησίδες και η αδυναμία της ελληνικής κυβέρνησης να χαράξει μια περιφερειακή εξωτερική πολιτική είναι στοιχεία που ανακινούν το ζήτημα.
Είναι δύσκολο να απαντήσω αν ο Ερντογάν απειλεί ανοιχτά την Ελλάδα. Οπως ανέφερα, ενόψει των προεδρικών εκλογών στην Τουρκία θέλει να προσελκύσει ψηφοφόρους πέραν του κόμματός του και οι εθνικιστικές κορόνες αποτελούν τμήμα της στρατηγικής του, καθότι οι ψηφοφόροι του εθνικιστικού χώρου είναι πιο πιθανό να τον υποστηρίξουν, ιδιαίτερα τώρα που το Κόμμα Εθνικής Δράσης (ΜΗΡ) είναι διαιρεμένο και αδύναμο. Το πρόβλημα είναι πως τέτοιες δηλώσεις δεσμεύουν την ηγεσία του κυβερνώντος ΑΚΡ και στη σημερινή συγκυρία, σε περίπτωση όξυνσης των σχέσεων των δυο χωρών, θα είναι δύσκολο να γίνουν υποχωρήσεις. Νομίζω πως και το ζήτημα των οκτώ αξιωματικών δεν είναι κεντρικό αλλά αποτελεί μια από τις πτυχές της στρατηγικής του προέδρου Ερντογάν με στόχο την επανεκλογή του και την πολιτική ηγεμονία του κόμματός του.
Στην Κύπρο και το θέμα της ΑΟΖ, χωρίς να υποστηρίζω τους χειρισμούς της τουρκικής κυβέρνησης (όπως και των παρελθουσών κυπριακών κυβερνήσεων σε αυτό το ζήτημα), πρέπει να τονίσω πως το Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας θεωρεί τους Τουρκοκύπριους συνεταίρους και συνιδιοκτήτες της Δημοκρατίας, ενώ η συνθήκη εγγυήσεων δίνει στην Τουρκία το δικαίωμα να μεριμνήσει για την κατοχύρωση αυτού του δικαιώματος. Θα μπορούσαμε να πούμε πως η προώθηση πρωτοβουλιών για τη ρύθμιση εκκρεμών ζητημάτων όπως το Μακεδονικό και οι σχέσεις με την Αλβανία είναι καταρχήν θετική από πλευράς υπουργείου Εξωτερικών. Η Ελλάδα είναι παγιδευμένη επί δεκαετίες σε επιλογές που περιορίζουν την επιρροή της στα Βαλκάνια και είναι καιρός να απεγκλωβιστεί από αυτές. Στο ζήτημα της κατοχύρωσης της ΑΟΖ της και αυτής της Κύπρου, η πολιτική προσέγγιση με το Ισραήλ, την Αίγυπτο και την Κύπρο μπορεί να αποτελέσει μια αρχή για μια περιφερειακή διευθέτηση, αλλά υπό τον όρο πως όλοι καταλαβαίνουν ότι αυτές οι προσεγγίσεις είναι ευκαιριακές και δεν αποτελούν εγγυήσεις. Η απομόνωση της Τουρκίας και ιδιαίτερα των Τουρκοκυπρίων σε αυτό το πλαίσιο είναι προβληματική και πρέπει να επανεξεταστεί κατά τη γνώμη μου.
Στην περίπτωση της ΠΓΔΜ, η ελληνική εμμονή στη μη αναγνώριση της χώρας με το συνταγματικό της όνομα και τη μη ένταξή της στο ΝΑΤΟ συνετέλεσε στη νομιμοποίηση εθνικιστικών λόγων που μέχρι πρότινος ήταν εκκεντρικότητες γραφικών προσωπικοτήτων και περιθωριακών πολιτικών δυνάμεων. Η συζήτηση σήμερα σχετικά με το ελληνιστικό παρελθόν αποτελεί προϊόν αυτής της στείρας εμμονής. Η Ελλάδα, δυστυχώς, με την άρνησή της να συζητήσει με τους γείτονες, να αναγνωρίσει τη γλώσσα τους ως τέτοια και όχι ως ιδίωμα και να αναγνωρίσει τη μειονότητα στο έδαφός της έχει μετατραπεί στον άλλο – αντίπαλο πόλο. Σχετικά με την τουρκική ταυτότητα, ένας αιώνας επικράτησης του κεμαλισμού ως εθνικής ιδεολογίας συνετέλεσε σε μια πιο σύνθετη διαδικασία. Ο άλλος για τον τουρκικό εθνικισμό δεν είναι μόνο ο Ελληνας αλλά, μεταξύ άλλων, και ο Αραβας (ως μη δυτικός), ο Κούρδος, ο Αρμένιος.
Θα μπορούσε ο Ερντογάν να θεωρηθεί δικτάτορας ή ένας σύγχρονος σουλτάνος; Ο αυταρχικός χαρακτήρας της διαδικασίας λήψης αποφάσεων, η προσωπική ισχύς του προέδρου, ο ασφυκτικός έλεγχος του κόμματος και της διοίκησης συνιστούν, κατά τη γνώμη μου, το πρώτο, αν και η πολιτική κατάσταση είναι πιο πολύπλοκη.
Η αβεβαιότητα που οι διώξεις και το καθεστώς έκτακτης ανάγκης έχουν καλλιεργήσει, οι διοικητικές κυρώσεις, η υπονόμευση της δικαιοσύνης και η πολιτική πόλωση αναγκάζουν απλούς τούρκους πολίτες να αφήσουν το σπίτι τους. Η Τουρκία, βέβαια, αντιμετωπίζει εσωτερικές και εξωτερικές προκλήσεις που απαιτούν την χάραξη στρατηγικής, η οποία δεν εξαρτάται από το θυμικό και την ανασφάλεια της πολιτικής τάξης και του «καθεστώτος». Το πρόβλημα, όμως, είναι βαθύτερο. Ο εθνικισμός, η ιδέα πως η Τουρκία απειλείται, αποτελούν ενδημικά στοιχεία του πολιτικού συστήματος της χώρας. Νομίζω πως αυτά αποτελούν τροχοπέδη στον εκδημοκρατισμό της. Από την άλλη πλευρά δεν θα πρέπει να παραβλέψουμε τις δημιουργικές, προοδευτικές δυνάμεις στην κοινωνία και τη δυναμική τους. Αυτές χρειάζονται υποστήριξη.