Από τη μια τα δάκρυα του Παναγιώτη Πικραμμένου και από την άλλη τα χάχανα του Παύλου Πολάκη. Από τη μια η έκκληση του πρώην πρωθυπουργού να αποδοθεί άσπιλος στην κοινωνία και από την άλλη το «άι στο διάολο» της Τασίας Χριστοδουλοπούλου. Από τη μια η συντριβή του αθώου για την αδικία της κατηγορίας εις βάρος του και από την άλλη η αυτοαθωωτική ανεμελιά τού «δεν ξέρω, δεν άκουσα, δεν το είπα εγώ» της γραμματέως της Βουλής. Από τη μια το σπάσιμο στη φωνή του κυρίου Πικραμμένου και από την άλλη το «παραχέσατε» του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ ενώ μιλούσε ο Αντώνης Σαμαράς. Από τη μια το μαντίλι με το οποίο σκουπίζει τα δάκρυά του ένας άνθρωπος 73 ετών και από την άλλη το κομπολόι του 44χρονου Πρωθυπουργού. Δύο κόσμοι χωριστά την περασμένη Τετάρτη στη Βουλή. Τον έναν θα μπορούσε να τον κρατήσει μόνος του στους ώμους του ο Πικραμμένος. Ωστόσο δεν ήταν μόνος του. Σε αυτόν τον κόσμο, που είχαμε ξεχάσει ότι υπάρχει, ανήκει δικαιωματικά και ο Γιάννης Στουρνάρας που ζήτησε συγγνώμη από τη σύζυγό του διότι, εξαιτίας τής δικής του θέσης, στοχοποιήθηκε από «καραμπίνες» που βαράνε στο ψαχνό του πολιτικού και επικοινωνιακού πολιτισμού. Οπως και άλλοι, για παράδειγμα ο Βαγγέλης Βενιζέλος, που με έναν ουσιαστικό πολιτικό λόγο ανέδειξαν, ίσως για πρώτη φορά τόσο ξεκάθαρα τα τελευταία τρία χρόνια, το «Ώς εδώ!». Εγώ όμως στον Παναγιώτη Πικραμμένο θέλω να αναφερθώ σήμερα.
Είμαι σίγουρη ότι είναι αθώος; Πρέπει να είμαι εφόσον ζω σε μια αστική δημοκρατία όπου ακόμη και αν κάποιος ομολογήσει ο ίδιος το έγκλημά του, μέχρι να αποφανθεί το δικαστήριο χαρακτηρίζεται ως «καθ’ ομολογίαν ένοχος». Αποτελούν τα δάκρυα τεκμήριο αθωότητας; Κατά το γράμμα του νόμου, όχι. Αποτελούν όμως τεκμήριο συντριβής. Μη αντοχής και αδυναμίας διαχείρισης μιας κατάστασης. Στην προκειμένη περίπτωση, έξω από τον κύκλο της ηθικής και του αξιακού του κώδικα. Δεν είναι, για παράδειγμα, δάκρυα (τηλεοπτικής) συγκίνησης στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής.
Ο Παναγιώτης Πικραμμένος δεν είναι επαγγελματίας πολιτικός. Δεν είναι συνηθισμένος στη λάσπη. Η σχεδόν απλοϊκή φράση του μέσα στο Κοινοβούλιο, «Εχετε ακούσει ποτέ κάτι κακό για μένα;», είναι από αυτές που όταν απευθύνονται σε ένα ακροατήριο, αυτόματα το κατηγοριοποιούν. Κάποιοι θα χαχανίσουν. Και κάποιοι θα κατεβάσουν τα μάτια. Γιατί οι πρώτοι δεν μπορούν να καταλάβουν τι σημαίνει για έναν έντιμο άνθρωπο να αμφισβητείται η τιμιότητά του. Εθισμένοι στο να διασύρουν, αδυνατούν να κατανοήσουν ότι το να διασύρεσαι εν ονόματι κάποιας σκοτεινής σκοπιμότητας δεν είναι απλά και μόνο αφορμή για αντεπίθεση με υβριστικές ρουκέτες από τα σόσιαλ μίντια.
Ευτυχώς, ξέρω ανθρώπους σαν τον Παναγιώτη Πικραμμένο. Δυστυχώς, γίνονται ολοένα και λιγότεροι. Είναι αυτοί που αν χρειαστεί να πάνε στο δικαστήριο ακόμη και για την εμπλοκή τους σε ένα τροχαίο, το αισθάνονται ως πλήγμα στην αξιοπρέπειά τους (δεν έχει ακόμη βιασθεί για όλους αυτή η έννοια). Είναι αυτοί που δεν θεωρούν τις κωλοτούμπες ανδραγάθημα, και τσαμπουκά το να κρατάνε διπλά λογιστικά βιβλία. Που δεν θα πουν με υπερηφάνεια «μπορεί να είπαμε ψέματα, αλλά τουλάχιστον δεν είμαστε κλέφτες». Είναι αυτοί που τα «τουλάχιστον» δεν έχουν θέση στην προσωπική τους τιμή. Και νομίζω ότι θα έπρεπε να ευχαριστήσουμε τον Παναγιώτη Πικραμμένο που μας έκανε, το μεσημέρι της Τετάρτης, να σκύψουμε το κεφάλι. Και να ξαναθυμηθούμε αυτούς τους ανθρώπους. Η αντίδρασή μας έδειξε ότι το χρειαζόμασταν.