Σε μια ακόμη απόφαση – σταθμό, η Ολομέλεια του Συμβουλίου Επικρατείας, έκρινε αντισυνταγματικές τις περικοπές των αποδοχών για τους γιατρούς των νοσοκομείων του ΕΣΥ οι οποίες εφαρμόστηκαν αναδρομικά από 1η Αυγούστου.
Όμως, για λόγους δημοσίου συμφέροντος οι οποίοι ανάγονται στην οξυμένη δημοσιονομική κρίση και στην κρατική ταμειακή δυσχέρεια, θα λάβουν αναδρομικά τις διαφορές των αποδοχών τους και θα επανέλθει το μισθολογικό καθεστώς τους στο προ της 1ης Αυγούστου 2012 καθεστώς, μόνο για σε γιατρούς νοσοκομείων έχουν προσφύγει στα Διοικητικά Δικαστήρια (Συμβούλιο της Επικρατείας και Διοικητικά Πρωτοδικεία).
Για τους υπόλοιπους γιατρούς του ΕΣΥ που δεν έχουν προσφύγει στα δικαστήρια οι αποδοχές θα πρέπει αναπροσαρμοστούν στα επίπεδα του 2012 από εδώ και στο εξής.
Ειδικότερα, την Ολομέλεια του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου με πρόεδρο τον Νικόλαο Σακελλαρίου και εισηγητή τον σύμβουλο Επικρατείας Θεόδωρο Αραβάνη, την απασχόλησε ως πρότυπη δίκη (δίκη πιλότος) σύμφωνα με το νόμο 3900/2010, η αίτηση τεσσάρων γιατρών κατά κανόνα διευθυντών κρατικών νοσοκομείων του ΕΣΥ.
Οι γιατροί ζητούσαν να ακυρωθούν οι μισθοδοτικές καταστάσεις (βεβαιώσεις αποδοχών,) καθώς οι αποδοχές τους μειώθηκαν δραστικά σε εφαρμογή τόσο της μνημονιακής νομοθεσίας (νόμοι 4093/2012 και 4046/2012), όσο και της από 14.11.2012 απόφασης του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών. Παράλληλα, ζητούσαν να επανέλθουν οι αποδοχές τους στο προ του Αυγούστου 2012 καθεστώς.
Υποστήριζαν ότι οι αναδρομικές μειώσεις είναι αντισυνταγματικές, αντίθετες στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και στο Διεθνές Σύμφωνο του ΟΗΕ για τα οικονομικά και κοινωνικά δικαιώματα.
Η Ολομέλεια του ΣτΕ έκανε δεκτή την αίτηση των τεσσάρων γιατρών του ΕΣΥ, κρίνοντας ότι τόσο οι μνημονιακοί νόμοι όσο και η επίμαχη υπουργική απόφαση με τις οποίες αναδρομικά από 1.8.2012 μειώθηκαν οι αποδοχές τους «αντίκειται στο άρθρο 21 παράγραφος 3 του Συντάγματος», όπως και στις Συνταγματικές αρχές: α) της ιδιαίτερης μισθολογικής μεταχείρισης των γιατρών του ΕΣΥ, β) της αναλογικότητας και γ) της ισότητας στα δημόσια βάρη.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας επισημαίνουν ότι μόνιμοί γιατροί του ΕΣΥ τελούν σε ιδιαίτερο υπηρεσιακό καθεστώς σε σχέση προς τους λοιπούς δημοσίους υπαλλήλους. Ακόμη, οι γιατροί των νοσοκομείων του ΕΣΥ, τελούν σε ειδικές συνθήκες από την άποψη εισόδου και εξελίξεως στην δημόσια υπηρεσία σε σχέση με τους λοιπούς δημοσίους υπαλλήλους, καθώς, μεταξύ των άλλων, εισέρχονται στο Δημόσιο τομέα σε μεγαλύτερη ηλικία, είναι αποκλειστικής απασχόλησης, κ.λπ.
Ακόμη, η Ολομέλεια σημειώνει στην υπ΄ αριθμ. 431/2018 απόφασή της, ότι σύμφωνα με τις συνταγματικές επιταγές το κράτος υποχρεούται να παρέχει ιδιαίτερη μισθολογική μεταχείριση στους γιατρούς του ΕΣΥ, όπως επίσης υποχρεούται να παρέχει σε όλους τους πολίτες υψηλού επιπέδου υπηρεσίες υγείας, τις οποίες υλοποιούν οι γιατροί του ΕΣΥ.
Τέτοιας φύσεως και εκτάσεως μείωση των αποδοχών τους, η οποία επιφέρει ανατροπή του ισχύοντος μισθολογικού καθεστώτος, δεν μπορεί να γίνει χωρίς προηγουμένως να έχει εκτιμηθεί το δημοσιονομικό όφελος, σε σχέση με τις επιπτώσεις που η μείωση αυτή μπορεί να έχει στην λειτουργία του ΕΣΥ, καθώς και αν η μείωση ήταν αναγκαία ή θα μπορούσε να αναπληρωθεί με άλλα μέτρα ισοδυνάμου αποτελέσματος, με μικρότερο κόστος για το ιατρικό προσωπικό του ΕΣΥ.
Τέλος, η Ολομέλεια του ΣτΕ σύμφωνα με το άρθρο 95 του Συντάγματος, αποφάνθηκε ότι λόγω της οξυμένης δημοσιονομικής κρίσης και της γνωστής ταμειακής δυσχέρειας του Ελληνικού κράτους, η σημερινή απόφασή της ισχύει για τους τέσσερις γιατρούς νοσοκομείων που η υπόθεσή τους απασχόλησε το ΣτΕ και για όσους έχουν καταθέσει ανάλογες προσφυγές στα Διοικητικά Δικαστήρια της χώρας. Για αυτούς μόνο ισχύει η αναδρομική αποκατάσταση των αποδοχών τους στο προ της 1ης Αυγούστου 2012 καθεστώς και επιστροφή των περικοπεισών αποδοχών τους.
Για τους υπόλοιπους γιατρούς του ΕΣΥ οι αποδοχές θα πρέπει αναπροσαρμοστούν στα επίπεδα του προ της 1ης Αυγούστου 2012 από εδώ και στο εξής.