«Ο,τι είναι νόμιμο είναι και ηθικό». Ρήση από το μακρινό 2008 που φαίνεται να υιοθετείται χωρίς δεύτερη σκέψη από υπουργό και το 2018. Η νομιμότητα μοιάζει να είναι η εύκολη απάντηση στην κατηγορία για μια ανήθικη πράξη. Είναι μια πειστική απάντηση όμως; Σχετικές μετρήσεις της κοινής γνώμης αποδεικνύουν ότι τέτοιες απαντήσεις απορρίπτονται από την πλειονότητα ως προκλητικές, ίσως και εξαιτίας της βαθιάς πεποίθησης της ελληνικής κοινής γνώμης ότι οι νόμοι στη χώρα δεν τηρούνται. Η αιφνίδια επίκληση της νομιμότητας μοιάζει τεχνητή και απορρίπτεται. Παρότι η υποταγή της νομιμότητας στην ηθική υποδηλώνει τη χαμηλή εμπιστοσύνη των Ελλήνων στους θεσμούς, η διατήρηση ισχυρών ηθικών αντιστάσεων θα ήταν ίσως ελπιδοφόρα. Είναι όμως πράγματι αλύγιστες οι ηθικές αντιστάσεις μας;
Η επιστημονική έρευνα έχει καταφέρει να απαντήσει στο δύσκολα μετρήσιμο αυτό ερώτημα θέτοντας την ελληνική κοινή γνώμη μπροστά σε σενάρια αποδοχής μη ηθικών πράξεων πολιτικών προσώπων που, παραλλήλως, εμπλέκουν το εκλογικό σώμα στην ανηθικότητα μέσω συστημάτων «πολιτικής διευκόλυνσης». Οι εκλογείς έχουν σημαντικά πιο μεγάλη πιθανότητα να στηρίξουν έναν πολιτικό, του οποίου το όνομα έχει εμπλακεί σε μη νόμιμη δράση, όταν αυτός δύναται να τους εξασφαλίσει μια εξατομικευμένη πολιτική διευκόλυνση ή όταν αυτός παρέχει μια συλλογική οικονομική παροχή. Η ηθική λοιπόν σχετικοποιείται και εδώ ακριβώς γεννιούνται οι ευκαιρίες ατομικών κερδών από μικρούς σε ανάστημα πολιτικούς. Ταπεινά ένστικτα πολιτικών που βλέπουν τη νομιμότητα ως ευκαιρία και μετά δικαιολογούν την ανηθικότητα χρησιμοποιώντας τον πελατειασμό και διαχέοντας τις ευθύνες στο συλλογικό επίπεδο με ατάκες τύπου «μαζί τα φάγαμε». Ετσι, το ανήθικο γίνεται κάποιες φορές αποδεκτό. Και τελικά το δίλημμα μεταξύ νόμιμου και ηθικού γίνεται ένα ερώτημα περιορισμένης αξίας.
Ο Γιάννης Κωνσταντινίδης είναι επίκουρος καθηγητής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας