Στην Ελλάδα, συμβαίνει ό,τι και παντού στον κόσμο: όλοι αγαπούν το νόμο όταν τους δίνει δίκιο. Κι όλοι τον μισούν όταν δίνει το δίκιο στον απέναντι.
Αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα, αλλά όχι στον υπόλοιπο –δυτικό, τουλάχιστον- κόσμο είναι να… δίνει μια δεκάρα ο νόμος για το ποιος τον αγαπά και ποιος τον μισεί, πότε, πόσο και γιατί.
Να μην παρεξηγηθώ: ο σοβαρότερος ημών κόσμος δεν είναι, βεβαίως, ένας παράδεισος ευνομίας, τελείως απαλλαγμένος από ελαττώματα, από «πειραγμένες» διαδικασίες, από σκάνδαλα, από διαφθορά, από «άνωθεν» επιρροές ή και εντολές, από δικαστικές αποφάσεις που είναι εξόφθαλμα άδικες ή «φωτογραφικές» ή οτιδήποτε.
Όμως, ολοφάνερα, στο όλο σύστημα που αφορά το νόμο και την εφαρμογή του η διάχυτη αίσθηση στον σοβαρότερο ημών κόσμο είναι ότι κατά βάση δουλεύει όπως πρέπει, μέχρι να φτάσει κάτι να δικαστεί:
Ότι οι αρμόδιες αρχές κάνουν κατά κανόνα (φυσικά με εξαιρέσεις, αλλά όπως το εννοεί η λέξη, ως κάτι ασύνηθες, ιδιαίτερο) τη δουλειά τους επαγγελματικά, εμπεριστατωμένα και μεθοδικά.
Ότι οι εντεταλμένοι για τη διεκπεραίωση ενός πράγματος αξιωματούχοι, κρατικοί ή μη, κατά κανόνα (φυσικά με εξαιρέσεις) είναι αυτοί που προβλέπεται να είναι και τηρούν τις συγκεκριμένες διαδικασίες όπως αυτές ορίζονται από τους κανονισμούς.
Ότι οι όποιοι άλλοι φορείς, οργανισμοί, πρόσωπα κ.λπ. εμπλέκονται σε κάτι (ένα νοσοκομείο, λόγου χάριν ή ένα εργαστήριο ή ένας ανεξάρτητος εμπειρογνώμονας ή κάτι τέτοιο), κατά κανόνα –φυσικά με εξαιρέσεις- λειτουργούν με ουδετερότητα και με σεβασμό στη δεοντολογία.
Εδώ, στο Ελλάς, όμως και καλώς ή κακώς, η διάχυτη αίσθηση είναι ότι όσα αναφέραμε πιο πάνω ως εξαιρέσεις, είναι ο… κανόνας. Και το ασύνηθες, το ιδιαίτερο που μπορεί να συμβεί, είναι το να δουλέψουν όλα ρολόι, όχι το αντίθετο.
Στην υπόθεση που απασχολεί από προχθές το βράδυ όλο το ελληνικό ποδοσφαιρικό σύμπαν, για παράδειγμα, ο κυκεώνας των πληροφοριών που προέρχονται από τη μία ή την άλλη πλευρά, είναι λογικό και αναπόφευκτο να βρίθει αντιφάσεων και αλληλοαναιρέσεων. Δεδομένο είναι ότι ο ΠΑΟΚ θα ισχυριστεί το άσπρο, εκεί που ο Ολυμπιακός θα ισχυριστεί το μαύρο. «Διάδικοι» είναι, στην υπόθεση, δεν είναι υποχρεωμένοι να είναι αντικειμενικοί.
Ένα σωρό γρανάζια του ίδιου συστήματος, όμως, οφείλουν να είναι. Ήταν;
Για να το πούμε πιο απλά, ας το αναρωτηθούμε διαφορετικά: έστω ότι αυτό το ρολό χαρτί (ή το περσινό κουτάκι μπύρας) είχαν πεταχτεί, π.χ. στο γήπεδο της Τσέλσι και είχαν βρει το πρόσωπο του Βενγκέρ. Άσχετα με το αν θα έπεφτε ή όχι κάτω ο προπονητής της Άρσεναλ, άσχετα με το τι θα έκανε η Τσέλσι, υπήρχε ποτέ περίπτωση, στη συνέχεια, ο υπόλοιπος μηχανισμός να αποδειχθεί πρακτικώς «διάτρητος» όπως στην Τούμπα, προχθές, αλλά και αλλού, άλλες πενήντα φορές;
Υπήρχε περίπτωση το ρεπορτάζ να αποκάλυπτε το ένα μετά το άλλο, ένα σωρό πράγματα που μοιάζουν να μην είχαν γίνει ως εκείνη τη στιγμή απολύτως σωστά κι άλλα τόσα που δεν έγιναν σωστά μετά;
Δε θέλω να μπω σε λεπτομέρειες. Θα χάσουμε την ουσία. Η ουσία είναι ότι αλλού, σε πολύ λίγο χρόνο μετά το περιστατικό, όλα θα είχαν γίνει όπως ακριβώς προβλέπεται, απ’ όσους ακριβώς προβλέπεται. Και όλοι θα είχαμε, έτσι, στη διάθεσή μας μια σειρά από πληροφορίες που δε θα προέρχονταν από την (όποια) Τσέλσι ή την (όποια) Αρσεναλ. Θα προέρχονταν από τον παρατηρητή του αγώνα, από το διαιτητή, από την αστυνομία, από το κλειστό κύκλωμα τηλεόρασης του γηπέδου, από τον ενδεδειγμένο γιατρό του αγώνα, από το ιατρικό ανακοινωθέν του προβλεπόμενου υγειονομικού κέντρου… Κ.ο.κ.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, όταν θα έφτανε να δικαστεί η υπόθεση, δε θα είχαν ήδη βγει… δύο ετυμηγορίες που βασίζονται στις (αναπόφευκτα, επαναλαμβάνω) διαμετρικά αντίθετες εκδοχές όλων των σχετικών με το ματς γεγονότων που παρουσιάζουν οι ομάδες.
Το όποιο δικαιοδοτικό όργανο θα είχε στη διάθεσή του, με τρόπο δικονομικά ορθό, όλα τα αντικειμενικά αποδεικτικά στοιχεία, από όλες τις τρίτες εμπλεκόμενες αρμόδιες αρχές, φορείς και εντεταλμένα πρόσωπα.
Φυσικά θα λάμβανε υπόψη του μετά και τις καταθέσεις των διαδίκων. Αλλά, τότε, ούτε κι εκείνες θα μπορούσαν να είναι μαύρη τρίχα-άσπρη τριχιά και το αντίστροφο. Υποχρεωτικά θα έπρεπε να κινηθούν στο πλαίσιο που θα όριζαν τα αντικειμενικώς διαπιστωμένα γεγονότα, έτσι δεν είναι;
Έτσι είναι. Η μάλλον… καλά θα ήταν, αν ήταν έτσι. Αλλά, μπα. Πού τέτοια τύχη; Μπάχαλο είναι. Και όχι επειδή κάποιοι αγαπούν το νόμο όποτε τους βολεύει. Αλλά επειδή ο ίδιος ο νόμος, με την ευρύτερη έννοια, το σύστημα του νόμου δηλαδή, δε μοιάζει να αγαπά τον εαυτό του…
Στέλιος Μαρκάκης
Πηγή: to10.gr