Το Ιράν είναι «έτοιμο να συνομιλήσει» με τις γειτονικές του χώρες του Κόλπου για θέματα που αφορούν την περιφερειακή ασφάλεια, για την οποία δεν είναι απαραίτητη καμία ξένη παρουσία, δήλωσε την Τετάρτη ο Ιρανός πρόεδρος Χασάν Ροχανί.
Ο Ροχανί έκανε τις δηλώσεις αυτές από το Μπάνταρ Αμπάς, το μεγάλο ιρανικό λιμάνι στην είσοδο του Κόλπου, μια περιοχή χρόνιων γεωπολιτικών εντάσεων εξαιτίας των διαφορών μεταξύ Ιράν και Σαουδικής Αραβίας, οι οποίες μάλιστα διέκοψαν τις διπλωματικές τους σχέσεις τον Ιανουάριο του 2016.
«Δεν έχουμε καμία ανάγκη τους ξένους για να εγγυηθούμε την ασφάλεια της περιοχής μας. Όμως σε ό,τι αφορά τις διευθετήσεις που άπτονται της περιφερειακής ασφάλειας, είμαστε έτοιμοι να συνομιλήσουμε με τους γείτονες και φίλους μας (…) μακριά από κάθε ξένη παρουσία», τόνισε ο Ιρανός πρόεδρος.
Παρά τις κατηγορίες της Δύσης ότι αποτελεί αποσταθεροποιητικό παράγοντα στην Εγγύς και Μέση Ανατολή, το Ιράν καλεί τακτικά τις χώρες της περιοχής σε διάλογο χωρίς ξένη παρέμβαση ώστε να τερματιστούν οι διχόνοιες και οι συγκρούσεις που ταλανίζουν την περιοχή και οι οποίες, σύμφωνα με την Τεχεράνη, εξάγονται από τους Δυτικούς με προεξάρχοντες τους Αμερικανούς.
«Δηλώνουμε ξεκάθαρα ότι στις χώρες της νότιας ακτής του Περσικού Κόλπου (οι μοναρχίες της αραβικής χερσονήσου μεταξύ των οποίων και η Σαουδική Αραβία) ότι έχουμε υπάρξει, είμαστε και θα εξακολουθήσουμε να είμαστε καλοί γείτονες για αυτές», πρόσθεσε.
«Προσπαθούμε να ζήσουμε με ειρήνη και ασφάλεια με τον κόσμο», διαβεβαίωσε ο Ροχανί, υπενθυμίζοντας το αίτημα των Ιρανών να είναι «φύλακες αυτού του στρατηγικού περάσματος» που είναι ο Κόλπος για τον παγκόσμιο ανεφοδιασμό σε πετρέλαιο.
Εξάλλου ο Ιρανός πρόεδρος προειδοποίησε τις μοναρχίες της αραβικής χερσονήσου κατά των «κακόβουλων πνευμάτων» που τροφοδοτούνται από την επιθυμία «να πουλήσουν σε υψηλές τιμές τα όπλα τους και να αρπάξουν σε χαμηλή τιμή το πετρέλαιο» της περιοχής.
Τέλος ο Ιρανός πρόεδρος χαιρέτισε «την έξυπνη και δίκαιη στάση της Ρωσίας», η οποία τη Δευτέρα άσκησε βέτο στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ κατά ενός βρετανικού σχεδίου απόφασης, που στήριζαν οι ΗΠΑ και η Γαλλία, και το οποίο κατηγορούσε την Τεχεράνη για τη φερόμενη στρατιωτική στήριξη που προσφέρει στους αντάρτες Χούτι στην Υεμένη.