Η ζωή είναι ευκολότερη όταν έχεις ένα δίχτυ ασφαλείας. Η απουσία του, όταν η «μετάφραση» προσαρμόζεται στην αποχή από τη λήψη προληπτικής γραμμής στήριξης μετά την ολοκλήρωση του τρίτου Μνημονίου, μπορεί να κοστίσει έως και 1 δισ. ευρώ στην ελληνική οικονομία.
Η διαπίστωση περί ευκολότερης ζωής ανήκει στον τέως επικεφαλής του EwG Τόμας Βίζερ και συνοδεύτηκε από την εκτίμηση ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν θα πάρει τελικά προληπτική γραμμή στήριξης, αφενός διότι η ίδια δεν το θέλει αφετέρου εξαιτίας της άρνησης χωρών του Βορρά να εγκρίνουν πρόσθετα κεφάλαια για την Ελλάδα.
Η προειδοποίηση για ενδεχόμενα σενάρια καταστροφής έρχεται από αναλυτές οι οποίοι επιχειρούν να διαβάσουν τις αγορές και επισημαίνουν ένα σχήμα που φαντάζει οξύμωρο. Αφού, όπως λένε, είναι δεδομένο ότι θα υπάρξουν ισχυρές μεταμνημονιακές δεσμεύσεις –δεν θα είναι όπως μια αξιολόγηση με εκατό προαπαιτούμενα αλλά θα αφορά 4-5 μεγάλα θέματα, είπε χθες ο Βίζερ συνδέοντας ευθέως την όποια ελάφρυνση χρέους με νέες δεσμεύσεις και την τήρησή τους –«είναι οξύμωρο να μην παίρνεις προληπτική γραμμή χωρίς κόστος και να ρισκάρεις με μαξιλάρια ασφαλείας υψηλού κόστους». Η προληπτική γραμμή έχει όρους και προϋποθέσεις, ενδεχομένως ανάλογα με αυτά που ούτως ή άλλως θα υπάρξουν, αλλά δεν κοστίζει αν δεν χρησιμοποιηθεί.
Μέχρι σήμερα, το μαξιλάρι ασφαλείας του Δημοσίου έχει τροφοδοτηθεί με περίπου 5 δισ. ευρώ από τις εξόδους στις αγορές μετά την έκδοση πενταετούς ομολόγου το καλοκαίρι με επιτόκιο 4,375% και επταετούς τον Φεβρουάριο με 3,5%. Αναμένονται δύο ακόμα έξοδοι ώς το καλοκαίρι και οι εκτιμήσεις ανεβάζουν το μαξιλάρι από αυτές τις πηγές σε 10 δισ. ευρώ. Με ένα μέσο κόστος 4%, σε ετήσια βάση απαιτούνται 400 εκατ. ευρώ. Η απώλεια της κατ’ εξαίρεση αποδοχής ελληνικών ομολόγων 4,5 δισ. ευρώ ως ενέχυρο δανεισμού από την ΕΚΤ αν δεν υπάρξει προληπτική γραμμή θα σημάνει ότι ο φθηνός τραπεζικός δανεισμός (με σχεδόν μηδενικό επιτόκιο) θα μετατραπεί σε ELA με κόστος 1,5% .
Σύμφωνα με κορυφαίο στέλεχος της αγοράς ομολόγων, η απώλεια του waiver θα σημάνει ότι οι ελληνικές τράπεζες δεν θα μπορούν να προχωρούν ούτε σε πράξεις repos (17 δισ. ευρώ σήμερα) και επομένως συνολικά παραπάνω από 20 δισ. θα πρέπει να καλυφθούν μέσω ELA με ετήσιο κόστος 300 εκατ. ευρώ. Σε αυτό το σενάριο το υπουργείο Οικονομικών σαρώνει περί τα 10 δισ. ευρώ από τα ταμειακά διαθέσιμα των φορέων της γενικής κυβέρνησης με ετήσιο κόστος κοντά στο 3%, αθροίζοντας επιπλέον κόστος 300 εκατ., με μηδενικό όμως δημοσιονομικό αποτέλεσμα, δεδομένου ότι από τη μια τσέπη της γενικής κυβέρνησης βγαίνουν και στην άλλη μπαίνουν.
Ο ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ. Ο κυβερνητικός αντίλογος εκφράστηκε από τον αντιπρόεδρο Γιάννη Δραγασάκη. «Πάντα ο δανεισμός του ESM θα είναι φθηνότερος από τον δανεισμό της χώρας από τις αγορές. Αυτό σημαίνει ότι θα μείνουμε αιωνίως σε Μνημόνια και επιτηρήσεις;» δήλωσε σε πρόσφατη συνέντευξή του (Εuro2day).
Ο Τόμας Βίζερ, από το Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών, χαρακτήρισε «υψηλά απίθανο» το ενδεχόμενο να υπάρξει προληπτική γραμμή στήριξης.
Από την άλλη πλευρά, αναλυτές οι οποίοι συμμερίζονται την άποψη του διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα για την αναγκαιότητα δημιουργίας ενός προληπτικού πλαισίου στήριξης την επόμενη μέρα της λήξης του τρίτου προγράμματος, τονίζουν πως «όταν κάνεις μια ασφάλεια ζωής, εύχεσαι να μην την χρειαστείς ποτέ και καταριέσαι την ώρα που τη χρειάζεσαι αλλά δεν την είχες κάνει»…
ΟΙ ΚΙΝΔΥΝΟΙ ΤΩΝ ΑΓΟΡΩΝ. Πίσω από αυτή τη διατύπωση κρύβονται οι κίνδυνοι των αγορών. Η προοπτική αύξησης των επιτοκίων σε ΗΠΑ και ευρωζώνη (ιδίως εάν αναλάβει όπως είναι πιθανό τα ηνία της ΕΚΤ ο Γενς Βάιντμαν της Bundesbank) δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θα οδηγήσει τις αποδόσεις των ομολόγων σε υψηλότερα επίπεδα.
Ισχυρούς τριγμούς άλλωστε δέχεται ήδη η αγορά ομολόγων και μετοχών τόσο εξαιτίας των εξελίξεων σε νομισματική πολιτική και πληθωρισμό όσο και της πολιτικής του προέδρου Τραμπ (οι εμπορικοί πόλεμοι είναι καλοί και κερδίζονται εύκολα έγραψε χθες ο αμερικανός πρόεδρος στο twitter, μια ημέρα μετά την ανακοίνωση επιβολής δασμών στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου).
Υψηλή αβεβαιότητα εγείρει η παράμετρος «ιταλικές εκλογές» ενώ και ο εκλογικός κύκλος στην Ελλάδα με την πιθανότητα αρκετών αναμετρήσεων την ερχόμενη διετία (μετά τις εθνικές ακολουθεί η εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας το 2020 και οι επόμενες κάλπες θα στηθούν με απλή αναλογική) σε καθεστώς εσωτερικού πολιτικού διχασμού βαραίνει στις αναλύσεις τους.