Μεγάλες ξένες πολυεθνικές εταιρείες στον χώρο των ερευνών και της εκμετάλλευσης κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου αναμένεται να εμφανιστούν στους δύο διεθνείς διαγωνισμούς, που λήγουν μεθαύριο Δευτέρα στις πέντε το απόγευμα, για την παραχώρηση των θαλάσσιων Οικοπέδων Νοτιοδυτικά και Δυτικά της Κρήτης καθώς και του Ιονίου. Τη σχετική βεβαιότητα και συνάμα αισιοδοξία μεταφέρει με συνέντευξή του στα «ΝΕΑ» ο πρόεδρος της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων (ΕΔΕΥ) Γιάννης Μπασιάς. Η ΕΔΕΥ είναι ο αρμόδιος φορέας για τα δικαιώματα ερευνών καθώς κι εκείνος που τρέχει και εποπτεύει τους διαγωνισμούς, ενώ παράλληλα θα αναλάβει και τις διαπραγματεύσεις με τους επενδυτές για τις συμβάσεις μίσθωσης.
Ο έμπειρος γεωλόγος, με 25ετή θητεία στη διεθνή επιχειρηματική δραστηριότητα του τομέα ερευνών, λίγες ώρες πριν τη λήξη της καταληκτικής ημερομηνίας για την υποβολή προσφορών και με αφορμή τα τελευταία γεγονότα στην κυπριακή ΑΟΖ, σχολιάζει: «Η Ελλάδα είναι ασφαλές λιμάνι για την πετρελαϊκή βιομηχανία. Οι υπό παραχώρηση περιοχές είναι αρκετά μακριά από τα προβλήματα της Νοτιοανατολικής Μεσογείου, γειτνιάζουν με την Ιταλία και ταυτόχρονα τα μεγάλα επενδυτικά σχέδια, όπως του κατασκευαζόμενου αγωγού μεταφοράς φυσικού αερίου TAP και του σχεδιαζόμενου EastMed (Ισραήλ – Κύπρος – Κρήτη – Πελοπόννησος) παρέχουν και ασφάλεια στη μεταφορά των ποσοτήτων φυσικού αερίου».
Οι διεθνείς διαγωνισμοί της Κρήτης και του Ιονίου προκλήθηκαν τον περασμένο Μάιο από την κοινοπραξία Total – ExxonMobil – Ελληνικά Πετρέλαια και την Energean Oil & Gas αντίστοιχα. Ζήτησαν την παραχώρηση των δικαιωμάτων έρευνας και αυτόματα κινήθηκαν οι σχετικές διαδικασίες προκήρυξης.
Οι Total και ExxonMobil συμμετέχουν και στις έρευνες της Κύπρου, ενώ θεωρείται δεδομένο πως θα υποβάλουν προσφορές και για τις περιοχές που ζήτησαν, δηλαδή την Κρήτη. Το μεγάλο στοίχημα είναι να εμφανιστούν και άλλες: «Μεγάλες εταιρείες ενδιαφέρθηκαν για τους διαγωνισμούς στο προηγούμενο χρονικό διάστημα των παρουσιάσεων που διοργάνωσε ή συμμετείχε η ΕΔΕΥ. Επίσης κάποιες προχώρησαν και στην αγορά σεισμικών δεδομένων, κάτι που αποτελεί προϋπόθεση για την υποβολή προσφορών», σημειώνει ο πρόεδρος της ΕΔΕΥ. «Μόνο μεγάλες επιχειρήσεις με εμπειρία, τεχνογνωσία και οικονομική ευρωστία μπορούν να συμμετάσχουν σε αυτούς τους διαγωνισμούς λόγω των μεγάλων βαθών και του υψηλού κόστους που απαιτείται για τις έρευνες», εξηγεί ο Γιάννης Μπασιάς, ο οποίος, όταν ρωτάται για ποιο λόγο οι δύο διαγωνισμοί θεωρούνται σημαντικότεροι σε σχέση με τους προηγούμενους, απαντά: «Οι εκτάσεις που παραχωρούνται είναι μεγάλες και αυτό κρίνεται απαραίτητο για τις έρευνες σε ασβεστολιθικά πετρώματα. Τα βάθη των νερών είναι μεγάλα. Οι τεχνολογίες που θα χρησιμοποιηθούν θα είναι οι πλέον σύγχρονες. Αυτό δείχνει ότι αναζητούμε μεγάλες ποσότητες κοιτασμάτων».
Σε ερώτηση αν υπάρχουν τέτοιες ενδείξεις από τα σεισμικά δεδομένα απαντά: «Η ισχυρότερη ένδειξη για το αν υπάρχουν μεγάλες ποσότητες αποδεικνύεται από το γεγονός του μεγέθους των εταιρειών που συμμετέχουν».
Μάλιστα, ο πρόεδρος της ΕΔΕΥ θυμίζει στα «ΝΕΑ» πως «η ανακάλυψη του κοιτάσματος του Ζορ στην Αίγυπτο από την ιταλική Eni ανέτρεψε τα δεδομένα που ξέραμε αναφορικά με τις γεωλογικές δομές που κρύβουν κοιτάσματα φυσικού αερίου. Πρόκειται για ασβεστολιθικά συστήματα. Ανάλογη ανακάλυψη έγινε και στο Οικόπεδο Καλυψώ της Κύπρου και όλα δείχνουν ότι το ενδιαφέρον της πετρελαϊκής βιομηχανίας μετατίθεται όλο και πιο δυτικά. Πολλά μικρά Ζορ υπάρχουν και στις περιοχές της ελληνικής επικράτειας που βγαίνουν σε διαγωνισμούς. Ωστόσο, για το αν υπάρχει πετρέλαιο ή φυσικό αέριο αυτό ανακαλύπτεται μόνο με γεωτρήσεις», προσθέτει.
Μετά τη λήξη της υποβολής των προσφορών η ΕΔΕΥ έχει το περιθώριο σε διάστημα ενός μήνα να καλέσει τους υποψηφίους για διευκρινίσεις και αποσαφηνίσεις επί των φακέλων εφόσον απαιτηθεί. Στη συνέχεια γνωμοδοτεί στον υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας που αποφασίζει ποιοι θα είναι οι προτιμητέοι επενδυτές. Επειτα προχωρά σε διαπραγματεύσεις με τις εταιρείες για τη διαμόρφωση των τελικών συμβάσεων μίσθωσης με το ελληνικό Δημόσιο.
Η ΕΔΕΥ είναι στελεχωμένη με 14 άτομα επιστημονικά καταρτισμένα και με εμπειρία στον κλάδο των ερευνών. Οι ειδικότητες είναι γεωλόγοι, κοιτασματολόγοι, φυσικοί, μηχανικοί γεωτρήσεων και νομικοί.