Παρέμβαση του πρώην πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη για την οικονομία και τις μελλοντικές εξελίξεις, έγινε στο 3ο συνέδριο του Οικονομικού Φόρουμ Δελφών και σε συνομιλία που είχε με τον Παύλο Τσίμα.
Ο κ. Σημίτης κατέγραψε τους λόγους απαισιοδοξίας αλλά και αισιοδοξίας, που αναδύονται από την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας στο πλαίσιο των ευρύτερων ευρωπαϊκών εξελίξεων.
Οπως τονίζει ο πρώην πρωθυπουργός η Ελλάδα θα βρει υψηλά επιτόκια στις αγορές και θα αναγκαστεί να προσφύγει εκ νέου στον Μηχανισμό Στήριξης από τον οποίο θα επιβληθούν νέοι όροι για την οικονομική πολιτική που πρέπει να εφαρμοστεί.
Αναλυτικά η παρέμβαση του κ. Σημίτη έχει ως εξής:
Παραπέμποντας στη σχετική έκθεση της Επιτροπής – που προβλέπει ότι η μείωση του ελληνικού χρέους στο επίπεδο του 79.5% του ΑΕΠ θα γίνει στη χώρα μας σε 42 χρόνια (!) και παρά ταύτα θα είναι σε πολύ υψηλότερο επίπεδο από το ενδεδειγμένο (που αναφέρεται στο 60% του ΑΕΠ) – ο Κ. Σημίτης επεσήμανε ότι στο ορατό μέλλον η χώρα μας θα ζει σε καθεστώς εποπτείας.
«Η συρρίκνωση του οικονομικού υπόβαθρου, η αποεπένδυση, η εκτίναξη της ανεργίας, δημιουργούν πολλά δεσμά με μικρά περιθώρια πρωτοβουλιών» τόνισε σχετικά. Στους δείκτες ανταγωνιστικότητας, κοινωνικής δικαιοσύνης, ανεργίας, στην απονομή δικαιοσύνης και τη διαφθορά, η Ελλάδα εμφανίζει σταθερά κακές επιδόσεις, παρατήρησε ο πρώην πρωθυπουργός και τόνισε πως ιδιαίτερα επιβαρυντικός παράγοντας είναι και η ψυχολογική παράμετρος της αβεβαιότητας.
Η οποία εντείνεται στην προοπτική εφαρμογής της απλής αναλογικής, που στα προσεχή χρόνια θα δυσκολεύει τη δημιουργία μιας σταθερής πλειοψηφίας, με επακόλουθο τη διενέργεια αλλεπάλληλων εκλογών.
Εξάλλου, σημείωσε ο πρώην πρωθυπουργός, «από τους εκάστοτε υπευθύνους συνηθίζεται να μην διατυπώνονται διαφωνίες ως προς τους κύριους στόχους των προγραμμάτων, στην πράξη όμως να προωθούνται πρακτικές που ματαιώνουν κάθε πρόοδο. Και η κωλυσιεργία αυτή, περιορίζει δραστικά τις δυνατότητες ανάπτυξης, ενισχύει την καθυστέρηση, εθίζει την κοινωνία στον καιροσκοπισμό, την ιδιοτέλεια και τις αντιφάσεις».
Παρατηρώντας επίσης, πως η Ε.Ε. πιθανότατα θα αποδεχθεί το ελληνικό αίτημα για ελάφρυνση του χρέους, υπογράμμισε ωστόσο πως: αφενός θα τεθούν συγκεκριμένες αιρέσεις και αφετέρου, η διαδικασία ελάφρυνσης θα προβλέπει μια βαθμιαία εξέλιξη, «ώστε να υπάρχει ένας διαρκής έλεγχος της ελληνικής οικονομίας, παρά το τέλος των μνημονίων».
Ο Κώστας Σημίτης εκτίμησε ακόμη, ότι η Ελλάδα στις αγορές θα βρει δάνεια με υψηλά επιτόκια -4%, 6%, ίσως και υψηλότερα – και άρα, σύντομα θα αναγκαστεί να προσφύγει στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας, από τον οποίο θα επιβληθούν νέοι όροι στην οικονομική πολιτική της χώρας.
Προβλέποντας επίσης ότι στην πορεία της ευρωπαϊκής ενοποίησης, θα διαμορφωθούν διαφορετικά επίπεδα ενοποίησης και διαφορετικές ταχύτητες, όπου «η Ελλάδα θα επιβιώσει με κόπο και προσπάθεια στα κατώτερα σκαλιά», ο Κώστας Σημίτης υπογράμμισε ότι «πρέπει να σταθούμε με ειλικρίνεια απέναντι στους πολίτες. Να τους πούμε ποια είναι η κατάστασή μας και τι απαιτεί η ανάπτυξη».
Τα θετικά
Επ’ αυτού, ο πρώην πρωθυπουργός αναφέρθηκε στα θετικά γνωρίσματα της ελληνικής κοινωνίας – η οποία «έχει ιδιαίτερα ανεπτυγμένες διασυνδέσεις με τον ευρωπαϊκό χώρο κι ένα ανθρώπινο δυναμικό ανοιχτό στα σύγχρονα ρεύματα σκέψης» είπε και υπογράμμισε τις αισιόδοξες παραμέτρους.
«Η Ελλάδα στο παρελθόν είχε πετύχει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, ενώ μεγάλο τμήμα του πληθυσμού της έχει συνείδηση της ανάγκης εκσυγχρονισμού με κοινωνική αλληλεγγύη» υπενθύμισε.
Επομένως, τόνισε, «ακόμη και κατά την αντικειμενική διαπίστωση που λέει ότι: το αύριο είναι τελείως αβέβαιο κι εξαρτάται από εμάς τους ίδιους η επίτευξη ενός καλύτερου μέλλοντος, η απάντηση είναι: Ναι, μπορούμε! Αν, με μια νέα εθνική αυτογνωσία αποδεχθούμε την ανάγκη ενός προγράμματος ανόρθωσης της χώρας και το παρουσιάσουμε με ειλικρίνεια στην κοινωνία, τότε μπορεί πράγματι να διαμορφωθεί μια νέα δυναμική που θα ανατρέψει τις πολλές και αρνητικές μακροχρόνιες τάσεις».