Το αξίωμα του γενικού γραμματέα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δεν είναι ένα οποιοδήποτε πόστο. Στους παλιούς σοβιετολόγους θυμίζει λίγο – πολύ το πόστο του γενικού γραμματέα του Πολιτικού Γραφείου, δηλαδή την απόλυτη εξουσία. Μόνο που ευτυχώς στην ΕΕ αφορά αποκλειστικώς και μόνο την ευρωπαϊκή Δημόσια Διοίκηση.
Ο γενικός γραμματέας της Επιτροπής είναι ο ύψιστος βαθμολογικώς κοινοτικός λειτουργός. Προΐσταται 33.000 ευρωυπαλλήλων και γενικώς λύνει και δένει στις Βρυξέλλες. Ασφαλής απόδειξη το γεγονός ότι στα εξήντα χρόνια ύπαρξής της η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει γνωρίσει δεκατρείς προέδρους, αλλά μόνο έξι γενικούς γραμματείς. Ο πρώτος εξ αυτών, ο οποίος επί της ουσίας έφτιαξε την ευρωπαϊκή Δημόσια Διοίκηση, ήταν ο Εμίλ Νόελ. Ενας γάλλος, γεννημένος στην Κωνσταντινούπολη, δημόσιος υπάλληλος που ήλθε στις Βρυξέλλες το 1957, ίδρυσε τη Γενική Γραμματεία της Επιτροπής και έμεινε επικεφαλής της ώς το 1987. Ενας, γαλλιστί, «home d’ état», που έστησε την κοινοτική διοικητική μηχανή πάνω στα γαλλικά πρότυπα συγκεντρωτικού κράτους. Δηλαδή ενός κράτους που οι διοικητικοί προϊστάμενοι βλέπουν τους πολιτικούς τους προϊσταμένους να έρχονται και να παρέρχονται ενώ αυτοί παραμένουν.
Τούτων λοιπόν δοθέντων, είναι ίσως κατανοητός ο μεγάλος θόρυβος που έχει δημιουργηθεί στους διαδρόμους των Βρυξελλών μετά την απόφαση του Ζαν – Κλοντ Γιούνκερ να μετακινήσει τον έμπιστό του γερμανό ευρωυπάλληλο Μάρτιν Σελμάγερ από τη θέση του επικεφαλής του Γραφείου του στη θέση του γενικού γραμματέα της Επιτροπής. Μια μετάθεση που έγινε διά συνοπτικών διαδικασιών, παραβιάζοντας τα ήθη και τα έθιμα της κοινοτικής επετηρίδας. Μια μετάθεση που ωστόσο αναβαθμίζει τον ρόλο και το ειδικό βάρος που θα έχουν εφεξής τα υπόλοιπα μέλη του Γραφείου Γιούνκερ στις Βρυξέλλες, μεταξύ των οποίων ασφαλώς και ο Μαργαρίτης Σχοινάς.
Αυτό που πάντως καταλογίζουν οι επικριτές της όλης διαδικασίας στον πρόεδρο της Επιτροπής είναι ευνοιοκρατία και προστατευτισμός των ημετέρων. Ο Μάρτιν Σελμάγερ, διδάκτωρ της Νομικής, έφθασε στις Βρυξέλλες το 2004 ως εκπρόσωπος Τύπου της λουξεμβούργιας κεντροδεξιάς επιτρόπου Βίβιαν Ρέντινγκ. Τότε γνωρίστηκε και συνεργάστηκε στενά μεταξύ άλλων και με την ελληνίδα ευρωυπάλληλο Παρασκευή Μίχου, η οποία πρόσφατα έλαβε το βαθμό της γενικής διευθύντριας στις Βρυξέλλες.
Ηταν υπεύθυνος της «προεκλογικής εκστρατείας» του Ζαν – Κλοντ Γιούνκερ προς την προεδρία της Επιτροπής και όταν ο στόχος επετεύχθη ανέλαβε επικεφαλής του Γραφείου του. Οι κακές γλώσσες των Βρυξελλών λένε ότι αυτός επί της ουσίας διοικεί την Επιτροπή, αφού ο λουξεμβούργιος πολιτικός τού αναθέτει εν λευκώ ακόμα και τις πλέον λεπτές υποθέσεις, όπως για παράδειγμα τις εφιαλτικές διαπραγματεύσεις για την παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ το καλοκαίρι του 2015. Αν και ο ίδιος ο Σελμάγερ δεν δηλώνει μέλος του γερμανικού Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος, λέγεται ότι και η καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ τού έχει απόλυτη εμπιστοσύνη.
Ωστόσο δεν είναι ο μόνος Γερμανός σε αυτά τα κλιμάκια, κάτι που δείχνει να ενοχλεί πολλούς στην Ευρώπη. Διότι ναι μεν δεν υπάρχουν Γερμανοί στα ύψιστα πολιτικά πόστα της Ευρώπης, πλην όμως κατακλύζουν τα ύψιστα διοικητικά πόστα, και οι περισσότεροι εξ αυτών, διόλου περιέργως, πρόσκεινται στη γερμανική Χριστιανοδημοκρατία. Οπως για παράδειγμα ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας Κλάους Ρέγκλινγκ.
Σε ό,τι αφορά πάντως τον Μάρτιν Σελμάγερ, θα υποχρεωθεί να φύγει στην περίπτωση που ο επόμενος πρόεδρος της Επιτροπής είναι Γερμανός ή Γερμανίδα, αφού δεν είθισται να είναι της ίδιας εθνικότητας και ο πρόεδρος και ο γενικός γραμματέας της Επιτροπής. Και σε αυτή την περίπτωση, όμως, ο Σελμάγερ μάλλον δεν θα «χαθεί», λένε αυτοί που γνωρίζουν καλά πρόσωπα και πράγματα στις Βρυξέλλες.