Eχει πάντα ενδιαφέρον μέσα από συγκρίσεις έργων ή πράξεων διαφορετικών εποχών να προσπαθείς να συλλάβεις και να κατανοήσεις ήθη ανθρώπων και αντιδράσεις μέσα σε διαφορετικά κλίματα, δομές κοινωνικές, διαφορετικούς κώδικες συμπεριφοράς για τα ίδια κίνητρα και τα ίδια αίτια.
Παρόλο που λέμε συχνά ότι ο ηθικός πολιτισμός προχωρεί με αριθμητική πρόοδο και ο τεχνικός με γεωμετρική, πως τα ίδια πάθη, οι ίδιες αντιδράσεις, τα ίδια συμφέροντα οπλίζονται άλλοτε με τόξα και σπαθιά και τώρα με Καλάσνικοφ και συχνά πυραύλους και βομβαρδισμούς, διαπιστώνουμε πως οι ενέργειές μας, ανεξάρτητα από θεσμούς, ιδεοληψίες και εφόδια, είναι και ίδιες και διαφορετικές, με την έννοια πως ανάλογα με τα διαφορετικά μέσα που διαθέτει κάθε εποχή αλλάζει και η ποσότητα και η ποιότητα των αντιδράσεων αλλά και η επώαση των αποφάσεων. Αλλο πράγμα είναι ένα σπαθί στη θήκη και άλλο η σκανδάλη ενός οπλοπολυβόλου, όταν οι χρήστες βρεθούν απέναντι στον εχθρό. Κατέφυγα σ’ αυτές τις σκέψεις για να έρθω στο θέμα μου που είναι η σύγκριση και η αξιολόγηση δύο καλλιτεχνικών έργων που τα χωρίζουν πάνω από τριακόσια χρόνια. Διαπιστώνουμε με την απλή παρατήρηση πως οι αντιδράσεις τους για τα ίδια ερεθίσματα δεν είναι διαφορετικές. Εχουν όμως αλλάξει το ήθος και το ύφος των αντιδράσεων, κι αυτό γιατί έχουν αλλάξει οι συνθήκες ζωής. Αλλο πράγμα να κυκλοφορείς με κάρο ή άμαξα κι άλλο με τρένο ή αεροπλάνο, όταν π.χ. ταξιδεύεις για να βρεις ένα θύμα να το εκτελέσεις ή την ερωμένη σου ή ν’ αλλάξεις τόπο και είδος εργασίας. Ο χρόνος και τα μέσα είναι κυρίαρχα, συχνά, στοιχεία που καθορίζουν τις ανθρώπινες σχέσεις.
Βλέποντας λοιπόν στη σκηνή του θεάτρου, που πάντα γίνεται ένα «παρόν» μιας άλλης εποχής, δύο διαφορετικές ανθρώπινες συνθήκες, ανακαλύπτεις πόσο αναγνωρίσιμα είναι τα πάθη, οι χαρές, τα πένθη και οι πειρασμοί, αλλά πόσο έχουν αλλάξει οι κώδικες επικοινωνίας, οι συμπεριφορές, η κλίμακα των αντιδράσεων.
Αναγνωρίσιμα και ο κυνισμός του Αγαμέμνονα και η εκδίκηση της Κλυταιμνήστρας και η οργή του Αμλετ και το ερωτικό σύνδρομο της Φαίδρας του Ρακίνα και η απελπισία της Εντα Γκάμπλερ ανάμεσα σ’ έναν σκόρπιο εραστή κι έναν σχολαστικό σύζυγο, αλλά οι τρόποι που επιλέγονται κάθε εποχή για να απαντήσουν στα αδιέξοδα είναι συχνά ακατανόητοι από τους ανθρώπους άλλων εποχών ή άλλων κλιμάτων και άλλων παραδόσεων.
ΔΥΟ ΕΡΓΑ. Στο θέατρο, αυτό κάνει απαιτητό στους ερμηνευτές έργων διαφορετικών εποχών να διεισδύουν στον ψυχισμό, στα ήθη και στις έξεις ανθρώπων με άλλες ιδέες, άλλες πίστεις και άλλη παιδεία και να κάνουν κατανοητές σήμερα τις πράξεις τους και αναγνωρίσιμα τα κίνητρά τους. Μέσα σε μία εβδομάδα είδα (κι αυτό είναι και η γοητεία του επαγγέλματος!) δύο έργα τελείως άλλων, διαφορετικών ηθών, ιδεών, συνθηκών και αντιδράσεων.
Ενα κλασικό έργο του Γκολντόνι και ένα σύγχρονο ελληνικό έργο. Οι ίδιες ανάγκες επιβίωσης, τα ίδια ελλείμματα κατανόησης των αναγκών των άλλων, οι ίδιες προσπάθειες αλληλεγγύης, αλλά και οι ίδιες απόπειρες εξόντωσης του άλλου, η ίδια διαθεσιμότητα για αγάπη και η ίδια επιφυλακτικότητα για τα κίνητρα του διπλανού. Η διαφορά: οι ήρωες του Γκολντόνι κυκλοφορούν, ταξιδεύουν με άμαξες και οι ήρωες της Δώρας Τσόγια με το μετρό και συχνά με τζετ. Ποιος είπε πως δεν είναι τραγικός παράγοντας και ο χρόνος μέσα στον οποίο διαδραματίζονται οι ανθρώπινες πράξεις;
Στο έργο του μεγάλου Γκολντόνι «Υπηρέτης δύο αφεντάδων», που παίζεται στο θέατρο Ελεύθερη Εκφραση, ο ήρωας, ένας υπηρέτης (σήμερα θα ήταν ιδιωτικός υπάλληλος), για να επιβιώσει υποχρεώνεται από την ανάγκη (που φτάνει μέχρι την εξασφάλιση καθημερινής τροφής) να μισθώσει τον εαυτό του (όπως συχνά γίνεται και σήμερα) σε διαφορετικούς εργοδότες που έχουν διαφορετικά συμφέροντα και, συχνότατα, ιδέες.
Δύο παράλληλοι αλλά σύγχρονοι κόσμοι συμφύρονται, έλκονται και απωθούνται, συμβιβάζονται και εναντιώνονται προσπαθώντας να επιβιώσουν μέσα σ’ ένα σύστημα ανταγωνιστικό και ταξικό (όπως και σήμερα άλλωστε).
Ο Γκολντόνι που έσπασε τους κανόνες του παλιού θεάτρου και όταν κατέφυγε στο Παρίσι, όπου πέθανε, τιμήθηκε ως εκφραστής των αστικών ηθών και ιδεών με δημόσια κηδεία από τον Ροβεσπιέρο(!), είναι ο πρώτος ευρωπαίος (και παγκόσμιος) δραματουργός που έφερε στη σκηνή αστούς, υπηρέτες και ξοφλημένους ευγενείς.
Στον «Υπηρέτη δύο αφεντάδων» συμφύρονται και οι δύο κόσμοι που αντιπαρατάχθηκαν στη Γαλλική Επανάσταση. Στα έργα του η γυναίκα έχει ελεύθερη προσωπικότητα, εργάζεται, γίνεται αφεντικό και διεκδικεί τον έρωτά της φτάνοντας να συμπεριφέρεται και να πείθει σαν άντρας!
«Υπηρέτης δύο αφεντάδων»
Κείμενο: Κάρλο Γκολντόνι Μετάφραση: Ειρήνη Φ. Κουτσαύτη
Σκηνοθεσία:Μαίρη Ιγγλέση
Ερμηνείες: Ειρήνη Φ. Κουτσαύτη, Γιάννης Τσιώμου, Τζένη Οικονόμου, Κοσμάς Χειράκης, Τάσος Πολιτόπουλος, Μαίρη Ιγγλέση, Σωτήρης Αντωνίου
Πού:Θέατρο Ελεύθερη Eκφραση, Λέσβου 8, Κυψέλη, τηλ. 210-8645.400
Στο Ιδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης και στον υπόγειο χώρο, που κάθε φορά μπορεί να πάρει διαφορετικές βολικές μορφές, η σκηνοθέτρια Κυριακή Σπανού έστησε μια άκρως ενδιαφέρουσα παράσταση ενός μορφολογικά πρωτότυπου έργου. Πρόκειται για το σπονδυλωτό θεατρικό κείμενο της Δώρας Τσόγια «Από σταθμό σε σταθμό». Είκοσι αστικά μονόπρακτα, είκοσι συνήθεις, οικείες συμπεριφορές της αδιέξοδης σύγχρονης ζωής. Αδιέξοδα ερωτικά, εργασιακά, ηθικά, επαγγελματικά. Ελλειψη επικοινωνίας, προδοσίες, εκπτώσεις ηθών, γενναιοδωρίες αναπάντεχες, ερημιά της μεγαλούπολης και αλληλεγγύη των ανέστιων.
Ομολογώ πως δεν γνώριζα τη γραφή της κυρίας Τσόγια. Αντιμετώπισα μια ευθυβολία στη χρήση της καθημερινής γλώσσας, χωρίς καμώματα, χωρίς στολίδια. Με έντονη τη δραματικότητα της καθημερινής κρίσης αξιών και ισορροπιών σπάνιας ευαισθησίας. Ενα αξιόλογο πολυεπίπεδο πρίσμα μιας κοινωνίας σε κρίση οικολογική, ηθική, ιδεολογική.
Η σκηνοθέτρια Κυριακή Σπανού το αξιοποίησε με γούστο, ευφορία, ρυθμούς γοργούς και λιτότητα μέσων. Τα λιτά σκηνικά και τα κοστούμια της Ολυμπίας Σιδερίδου, η μουσική της Βιολέτ Λουίζ, η κίνηση της Κικής Μπάκα, οι φωτισμοί του Παύλου Μαυρίδη βοήθησαν τους ηθοποιούς να υποδυθούν πληθώρα ρόλων με τη χαρά της μεταμόρφωσης.
«Από σταθμό σε σταθμό» Κείμενο: Δώρα Τσόγια
Σκηνοθεσία: Κυριακή Σπανού
Ερμηνείες: Σταμάτης Τζελέπης, Βασιλική Δέλιου, Θοδωρής Θεοδωρίδης, Δημήτρης Μάμιος, Αμαλία Νίνου,Τατιάνα- Αννα Πίττα
* Το έργο ολοκλήρωσε τις παραστάσεις του στο Ιδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης