Υπάρχουν φυσικά οι αντικειμενικοί παράγοντες. Ο ιός της πασοκοποίησης έχει προσβάλει όλα τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα της Ευρώπης, που τιμωρούνται επειδή συνεργάστηκαν πειθήνια με την Κεντροδεξιά για την αντιμετώπιση της κρίσης ξεχνώντας τα αδύναμα στρώματα της κοινωνίας που είναι και οι παραδοσιακοί τους ψηφοφόροι. Το Κέντρο χάνει έδαφος παντού, η εποχή ανήκει στους λαϊκισμούς.
Αυτή η εξήγηση μπορεί να βολεύει τον Ματέο Ρέντσι, αφού κρύβει τις δικές του ευθύνες, αλλά δεν είναι αρκετή. Οι περιπτώσεις του Εμανουέλ Μακρόν και του Αντόνιο Κόστα δείχνουν ότι υπάρχουν τρόποι να αντιμετωπιστούν οι λαϊκισμοί. Η θυσία των γερμανών Σοσιαλδημοκρατών δείχνει ότι ακόμη και μια μεγάλη ήττα δεν είναι πάντα ικανή να σε εμποδίσει να δράσεις υπεύθυνα, βάζοντας πάνω απ’ όλα το συμφέρον της χώρας σου και της ευρωπαϊκής σου οικογένειας. Αυτό που χρειάζεται είναι καθαρό μυαλό, ομαδικότητα, αυτογνωσία. Και λίγη σεμνότητα.
Ο απερχόμενος αρχηγός της ιταλικής Κεντροαριστεράς, όμως, ήταν πάντα όμηρος της αλαζονείας του. Το έδειξε με την προσωποκεντρική διοίκηση του Δημοκρατικού Κόμματος. Το έδειξε με τον τρόπο που «άρπαξε» το 2014 την πρωθυπουργία της χώρας από τον Ενρίκε Λέτα. Το έδειξε με την αδυναμία του να κάνει συμβιβασμούς και να κτίσει συμμαχίες. Το έδειξε, πάνω απ’ όλα, με την προσωποποίηση του δημοψηφίσματος για τη συνταγματική μεταρρύθμιση, το οποίο συνέδεσε με την ψήφιση ενός πολύ προβληματικού εκλογικού νόμου. Επαιξε το πολιτικό του κύρος κορόνα – γράμματα. Εφτασε να αφαιρέσει την ευρωπαϊκή σημαία από τις ομιλίες του. Αλλά οι ψηφοφόροι τού γύρισαν την πλάτη.
Ανακοίνωσε τότε με δραματικό τρόπο την παραίτησή του. Αφησε την πρωθυπουργία, αλλά όχι και το κόμμα. Στο μυαλό του είχε πάντα το «ritorno». Αν τότε είχε πάει σπίτι του, τώρα όλοι θα τον παρακαλούσαν να επιστρέψει για να σώσει το κόμμα, τη χώρα και την Ευρώπη. Αλλά είναι πια αργά. Το άλλοτε παιδί-θαύμα της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας δεν έχασε μόνο από τον διάδοχο του Μπέπε Γκρίλο. Δεν εγκαταλείφθηκε μόνο από τους νέους κι από τους κατοίκους του Νότου. Επεσε κάτω κι από το αρνητικό ρεκόρ (20,3%) που είχε λάβει ο Ακίλε Οκέτο το 1994, στις εκλογές κατά τις οποίες γεννήθηκε η Δεύτερη Δημοκρατία. Η μόνη του παρηγοριά είναι ότι νίκησε στη γενέτειρά του, τη Φλωρεντία.
Η οριστική πλέον αποχώρησή του από το πολιτικό σκηνικό, μαζί με την ήττα ολόκληρου του ιταλικού πολιτικού κατεστημένου, σηματοδοτούν ουσιαστικά το τέλος μιας εποχής. Οι Βρυξέλλες προσπαθούν να εκλογικεύσουν το αποτέλεσμα «εξανθρωπίζοντας» τους νικητές και κάνοντας καθησυχαστικές δηλώσεις. Αλλά έτσι δεν θα ξορκίσουν το κακό. Η στροφή μεγάλου μέρους των ευρωπαίων πολιτών προς λαϊκιστές και ευρωσκεπτικιστές έχει αίτια και απαιτεί λύσεις. Το να τους λες ότι κάνουν λάθος, ότι παραπλανήθηκαν και παρασύρθηκαν, αποτελεί κι αυτό μια μορφή αλαζονείας.