Το αποτέλεσμα των ιταλικών εκλογών έδειξε ότι οι πανηγυρισμοί για την ήττα του λαϊκισμού μετά τις ολλανδικές και ιδίως τις γαλλικές προεδρικές εκλογές ήταν τουλάχιστον πρόωροι. Δεν είναι μόνο η περιφανής πρωτιά του Κινήματος Πέντε Αστέρων, ενός αλλοπρόσαλλου σχηματισμού που τον χαρακτηρίζει ένα ιδιότυπο μείγμα ιδεολογικής αφέλειας, πολιτικής αλαζονείας και διαχειριστικής ανικανότητας. Αλλά και η επικράτηση της Λέγκας του Ματέο Σαλβίνι εις βάρος της Φόρτσα Ιτάλια του Σίλβιο Μπερλουσκόνι στο εσωτερικό του νικηφόρου κεντροδεξιού συνασπισμού.
Νομίζω ότι δεν έχει προσεχθεί αρκετά το γεγονός ότι η Λέγκα δεν είναι πια το τοπικιστικό κίνημα των μικροεπιχειρηματιών στις πόλεις και στις κωμοπόλεις της Λομβαρδίας και του Βένετο. Υπό νέα πλέον διεύθυνση έχει επεκταθεί σε ολόκληρη τη χώρα, κηρύσσοντας την αντίθεση στο ευρώ και τη δυσανεξία προς τους μετανάστες. (Οι ψηφοφόροι φαίνεται να επικροτούν: Στη Ματσεράτα, στη Νότια Ιταλία, όπου ένας υποψήφιος της Λέγκας σε προηγούμενες εκλογές πυροβόλησε από το αυτοκίνητό του μαύρους εργάτες γης, και όταν τον κύκλωσε η αστυνομία παραδόθηκε τυλιγμένος με την ιταλική τρικολόρε, η Λέγκα πήρε 21%, έναντι 0,6% το 2013). Στο δε εξωτερικό ο Σαλβίνι συντονίζεται με το Εθνικό Μέτωπο της Μαρίν Λεπέν και βγάζει σέλφι με τον ούγγρο πρωθυπουργό Βίκτορ Ορμπαν, θεωρητικό (και πρακτικό) της «ανελεύθερης δημοκρατίας». Ο οποίος Ορμπαν, το 2015, σαμποτάροντας το σχέδιο της Ανγκελα Μέρκελ για πιο ισόρροπη κατανομή των προσφύγων στα κράτη-μέλη της ΕΕ, φόρτωσε με δυσανάλογα βάρη την Ιταλία –αλλά αυτά είναι ψιλά γράμματα μπροστά στα ιδεώδη που ενώνουν τους δύο άνδρες.
Το Δημοκρατικό Κόμμα, με ποσοστό 18,7%, υπέστη βαριά ήττα. Πλήρωσε τις υπερφίαλες υποσχέσεις του Ματέο Ρέντσι, ο οποίος θα ξεφορτωνόταν την παλιά φρουρά του κόμματός του και μετά θα ξεμπλόκαρε μόνος του την Ιταλία. Το πρώτο το κατάφερε –και το πλήρωσε με τη διάσπαση και τη χωριστή κάθοδο στις εκλογές ενός κόμματος στα αριστερά του (το οποίο απέτυχε και αυτό, με 3,4% των ψήφων). Το δεύτερο, όχι: παρά κάποιες αξιόλογες μεταρρυθμίσεις, η Ιταλία παραμένει μια μπλοκαρισμένη χώρα, σε οικονομική στασιμότητα από τη δεκαετία του ’90, συνεπώς σε σχετική υποχώρηση έναντι των άλλων χωρών και ιδίως εκείνων του ευρωπαϊκού Βορρά, που αναπτύσσεται πολύ ταχύτερα.
Και τώρα; Τόσο ο Λουίτζι ντι Μάιο όσο και ο Ματέο Σαλβίνι διεκδικούν την πρωθυπουργία. Θα είναι δύσκολο να το πετύχουν. Προς το παρόν, φαίνεται πιθανότερη άλλη μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας με εντολή την αλλαγή του εκλογικού νόμου, ώστε να μπορεί ο νικητής των εκλογών να αποκτά πλειοψηφία εδρών στη Βουλή και στη Γερουσία με ποσοστό χαμηλότερο από το 40% του τωρινού νόμου.
Οι πατέρες της Ιταλικής Δημοκρατίας, οι οποίοι είχαν γράψει το Σύνταγμα του 1946 με κύρια έγνοια να εμποδίσουν έναν άλλο Μουσολίνι να κατακτήσει εύκολα την εξουσία αξιοποιώντας τις δυνατότητες που παρέχει το δημοκρατικό παιγνίδι, θα στριφογυρίζουν στους τάφους τους.
Ο Μάνος Ματσαγγάνης κατέχει τη διεθνή έδρα Δημόσιας Οικονομικής στο Πολυτεχνείο του Μιλάνου