Οι αεροπορικές επιδρομές της Ρωσίας και του διεθνούς συνασπισμού του οποίου ηγούνται οι ΗΠΑ οδήγησαν στον θάνατο δεκάδων αμάχων, κάτι που ενδέχεται να συνιστά έγκλημα πολέμου, ενώ η κυβέρνηση του Σύρου πρόεδρου Μπασάρ αλ Άσαντ εξαπέλυσε παράνομες επιθέσεις με χημικά στην ανταρτοκρατούμενη Ανατολική Γούτα, υποστηρίζει η Ερευνητική Επιτροπή του OHE για τη Συρία στην έκθεσή της.
Η Επιτροπή ανέφερε ότι οι αεροπορικοί βομβαρδισμοί που πραγματοποίησε η Ρωσία στα τέλη του 2017 στην αγορά μιας ανταρτοκρατούμενης κοινότητας στη Συρία, όπου σκοτώθηκαν τουλάχιστον 84 άνθρωποι, πιθανόν να συνιστά έγκλημα πολέμου. Οι ρωσικές ένοπλες δυνάμεις είχαν κατηγορηθεί και στο παρελθόν από την Επιτροπή όμως αυτή “είναι η πρώτη φορά που μπορέσαμε να επικεντρωθούμε σε ένα γεγονός, να συγκεντρώσουμε πληροφορίες και να τις επαληθεύσουμε”, είπε ένα από τα μέλη της, η Χάνι Μέγκαλι, σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε.
Η έκθεση της Επιτροπής, η 15η που δίνεται στη δημοσιότητα, αφορά το διάστημα από τον Ιούλιο του 2017 μέχρι τις 15 Ιανουαρίου 2018 και θα παρουσιαστεί την ερχόμενη εβδομάδα στο Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Η επίθεση στην οποία αναφέρθηκε η Μέγκαλι σημειώθηκε στις 13 Νοεμβρίου στην αγορά του Αταρέμπ, στα δυτικά της επαρχίας του Χαλεπιού. Από τον βομβαρδισμό σκοτώθηκαν τουλάχιστον 84 άνθρωποι, εκ των οποίων 6 γυναίκες και 5 παιδιά, ενώ τραυματίστηκαν άλλοι 150.
“Τίποτα δεν υποδηλώνει ότι η επίθεση στόχευε σκοπίμως τους αμάχους ή την αγορά του Αταρέμπ. Ωστόσο, η χρήση μη τηλεκατευθυνόμενων και θερμοβαρικών βομβών σε μια πυκνοκατοικημένη περιοχή μπορεί να συνιστά έγκλημα πολέμου”, καταλήγει η έκθεση.
Η Επιτροπή δεν έλαβε ποτέ την άδεια της Δαμασκού για επιτόπια έρευνα, όμως έχει λάβει συνεντεύξεις από πολλούς κατοίκους και είχε πρόσβαση σε διάφορα έγγραφα και δορυφορικές φωτογραφίες.
Κατά την παρουσίαση της έκθεσης, ο πρόεδρος της Επιτροπής Πάουλο Πινιέρο κατήγγειλε επίσης τη φονική επιδρομή, τον Μάρτιο του 2017, που πραγματοποίησε ο διεθνής συνασπισμός υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, εναντίον ενός σχολείου που είχε μετατραπεί σε κέντρο φιλοξενίας εκτοπισμένων, στην επαρχία της Ράκας. Σύμφωνα με την έκθεση, στο σχολείο είχαν καταφύγει 200 άνθρωποι και βρέθηκαν 150 πτώματα. Η παρουσία των προσφύγων στο κτίριο αυτό ήταν μια πληροφορία που θα μπορούσε πολύ εύκολα να επαληθευτεί και τίποτα δεν οδηγούσε στο συμπέρασμα ότι μαχητές του Ισλαμικού Κράτους είχαν κρυφτεί στο σχολείο.
“Ο διεθνής συνασπισμός θα πρέπει να γνώριζε το είδος του στόχου και δεν έλαβε όλες τις δυνατές προφυλάξεις για να αποφύγει ή να περιορίσει στο ελάχιστο την απώλεια ανθρώπινων ζωών (…) κατά παράβαση του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου” καταλήγει η Επιτροπή, χωρίς ωστόσο να φτάσει στο σημείο να μιλήσει για έγκλημα πολέμου στην περίπτωση αυτή.
Να σημειωθεί τέλος ότι στην Έκθεση, η επίθεση με χημικά που σημειώθηκε στη Χαράστρα, στην Ανατολική Γούτα, στις 18 Νοεμβρίου, αποδίδεται στο συριακό καθεστώς.