Το ερώτημα που διαπερνά κάθετα το πολιτικό αφήγημα του Μίμη Ανδρουλάκη είναι σχεδόν καθολικό: Ποιος είναι ο Μίκης Θεοδωράκης; Ποιες είναι οι ακροστιχίδες που συνθέτουν το παζλ της γεωμετρίας του; Με νωπές τις μνήμες από το πρόσφατο συλλαλητήριο, το βιβλίο έρχεται να κορφολογήσει μεταιχμιακές στιγμές της πρόσφατης νεοελληνικής Ιστορίας, σε πολιτικό και πολιτιστικό επίπεδο, κάτω από το κυρίαρχο ιδιοσυγκρασιακό πνεύμα του «ψηλού».
Η ιστορία του Μίκη είναι σαν της Σεχραζάτ, ισχυρίζεται ο συγγραφέας. Αποστρέφεται την ευθεία γραμμή. Ενας λέει μια ιστορία, στην οποία κάποιος άλλος αφηγείται μια άλλη και ύστερα ένας τρίτος και δώσ’ του. Η τέχνη θα του σώσει εν τέλει τη ζωή, όπως και στη μυθική βεζιροπούλα από τη συμφωνική σουίτα του Νικολάι Ρίμνσκι – Κόρσακοφ. Οσο ο χρόνος της μνήμης βαδίζει αντίστροφα από τη ροή του χρόνου, είμαστε τελικά ό,τι θυμόμαστε. Ο οιδιπόδειος Μίκης κατανοούσε τις συγκυριακές διαθέσεις του σμήνους. Πηγαίνει προς τα δεξιά και οραματίζεται εξιλέωση; Πηγαίνει προς τα αριστερά και αισθάνεται ανάταση; Αν συνδυαστεί η σολωμική παραφορά της «Τρελής μάνας» με τον επικό συναισθηματισμό του «Κάντο Χενεράλ», για παράδειγμα, έχουμε τη δημιουργία ενός κομβικού σημείου συνάντησης: την Ανάσταση. Που όλοι προσδοκούν. Τουλάχιστον στο μυαλό του μουσικοσυνθέτη.
Θρησκευτική θεμελίωση
Περνώντας από το ένα άκρο στο άλλο, υπερπηδώντας τις πάγιες οριοθετήσεις, η Ρωμιοσύνη για τον Μίκη αποκτά σύσταση θρησκευτικής θεμελίωσης. Ο ίδιος σ’ αυτήν τη σχέση ταυτότητας γίνεται διαδοχικά θέση και αντίθεση που παλεύει με τον εαυτό του, όταν δεν μάχεται τους άλλους. Ετσι ο πολεμικός Μίκης μεταμορφώνεται διά των εναντίων στον οικουμενικό. Η πρωταρχική πληγή ερεθίζεται ξανά και ξανά. Υπερβάλλει συχνά και αισθάνεται γύρω του τη μυρωδιά της προδοσίας. Η διαλεκτική της οποίας είναι συνώνυμη με τη ζωή. Ο Μίκης της ιλιγγιώδους μετακίνησης. Αποσυνάγωγος και συνάμα μέσα στη μυθολογία του παντός. Ο Ανδρουλάκης σημειώνει ότι ο Μίκης ενσωματώνει σχεδόν τις αντιφάσεις μιας εποχής. Είναι ειρωνικός κατά την αρχαιοελληνική έννοια, «δεν λέει ό,τι λέει και λέει ό,τι δεν λέει». Ο λόγος του παιγνιώδης και μεταφορικός. Μοιάζει με τον «Τρελό του Θεού», όπου στο όνομα των αδικημένων πλασμάτων αποκτά το δικαίωμα να ορθώνεται μπροστά στον ηγεμόνα και να του πετά κατάμουτρα την αλήθεια, αποκαλύπτοντας την καταραμένη φύση της εξουσίας. Με αυτό το δάνειο από το έμμετρο δράμα «Μπορίς Γκοντουνόφ» του Πούσκιν, ο συγγραφέας σκιαγραφεί το θεμελιώδες μοτίβο συμπεριφοράς του Μίκη.
Το βιβλίο ξεκινά με τον αφηγητή να λαμβάνει μέρος σε μια έντονη συζήτηση μ’ έναν γιατρό από την Αργεντινή και μια «παπανδρεϊκή» μεταφράστρια. Ο πρώτος ισχυρίζεται πως ο Μίκης είναι ο πατέρας του. Απ’ αυτήν τη σχεδόν εξωφρενική δήλωση ο Ανδρουλάκης αρχίζει να υφαίνει τον δρόμο του μεταξιού με τα πολλά αγκάθια. Εν αρχή, η περιοδεία στις ΗΠΑ την περίοδο ’72-’73. Ο σταρ του αντιδικτατορικού αγώνα και η σύνδεσή του με τον σχεδόν αποστασιοποιημένο Νερούδα, τον οραματιστή Αλιέντε και τον πανούργο Κάστρο. Από τη μια ο εγωκεντρικός Μίκης της «Συμπαντικής αρμονίας», του αδιαίρετου όλου, από την άλλη μεριά, αρκετά χρόνια πριν στο Παρίσι, ο καινοτόμος μουσουργός με έργα όπως το «Antigone». Υποτιθέμενος πατέρας του ο Βάκχος και από κει και πέρα η Μουσική και η Πολιτική. Η διαμόρφωση της σκέψης του συνολικά έως και σήμερα οφείλεται στην τετράχορδη τεχνική του, που έχει τα εξής χαρακτηριστικά: επικαλύψεις, παράλληλες κινήσεις, δεσπόζουσα μελωδία, προβολή, αναβολή, συμπίεση και αντίστιξη.
Τεθλασμένη Ιστορία
Αμφίθυμη στάση προς τη γενιά ’70-’74
Πυκνά γεγονότα, πολλά προσωπεία
Στο βιβλίο ο χρόνος πηγαίνει μπρος – πίσω, προσπαθώντας να ανταποκριθεί στον χειμαρρώδη διάλογο των δύο Κρητικών. Το μαζικό κίνημα των Λαμπράκηδων λαμβάνει εκτεταμένη αναφορά. Η πολιτική και πολιτιστική αφύπνιση των νέων, πολύ πριν από τον Μάη του ’68 και με άλλα χαρακτηριστικά. Θα μπορούσε να κάνει ο Μίκης Ιδρυτική Διακήρυξη για σχηματισμό κόμματος; Η θεοδωράκειος libido, κατά τον συγγραφέα, κορυφώνεται. Είναι βουλευτής ΕΔΑ. Η μεγάλη συναυλία στο γήπεδο του Εργοτέλη, με τον Κούνδουρο από κοντά, κάτω απ’ το βλέμμα του Καζαντζάκη και την κυβέρνηση των «αποστατών» απέναντι. Μια γυναίκα που αναφέρεται ως Οπτασία θέτει το άλυτο ζήτημα του Μίκη: ο αρχάγγελος Μιχαήλ σε πολλές διάσημες εικόνες του στην παλιά Ελλάδα προκαλεί φόβο, απεικονιζόμενος ως αυστηρός φρουρός. Στα ξωκκλήσια όμως του Ψηλορείτη αναδεικνύεται το πνευματικό του κάλλος. Μια τσαρουχική μορφή, πλαστικά δουλεμένη. Θα πρέπει να αποφασίσει με ποιον ταυτίζεται, στην τέχνη και την πολιτική. Μ’ αυτήν τη βυζαντινή λιτότητα, ο Ανδρουλάκης μάς φέρνει ακόμη πιο κοντά, στα εσώψυχα ενός αινίγματος.
Η δεκαετία ’64-’74 όπως και οι παρασκηνιακές διεργασίες στην περίοδο της χούντας αποτελούν τον κύριο άξονα του βιβλίου. Πυκνά γεγονότα που καθορίζουν ακόμη και σήμερα τις πολιτικές εξελίξεις. Ο αυτοαναφορικός Μίκης σχεδόν αυτοβιογραφείται στο ψυχολογικό κλίμα της κάθε φάσης. Θέσεις και μετατοπίσεις, ανεξάρτητες από περιορισμούς. Οι Παπανδρέου και η ΕΔΑ πρωταγωνιστούν. Το πεζοδρόμιο έχει πάρει φωτιά, όπως αντίστοιχα και το πολιτικό σκηνικό. Ο κόμβος της υπηρεσιακής κυβέρνησης Παρασκευόπουλου και παράλληλα ο κατακερματισμός του Κέντρου. Οι σχέσεις εγγύτητας – απόστασης με τον Ανδρέα. Το πλεονέκτημα του «άκαπνου». Οι επαφές των δύο ανδρών στο σπίτι της Σύλβας Ακρίτα. Το σύμπλεγμα νομιμοποίησης που διακατέχει την ιστορική Αριστερά είναι μία από τις κύριες θέσεις του Ανδρέα εκείνης της εποχής, κατά τα λεγόμενα του συγγραφέα. Ενα νέο κόμμα που μπορεί να σαρώσει, εκτός παραδοσιακών πολιτικών ορίων. Διαβουλεύσεις που τελειώνουν μέσα σε μια δίνη εγωισμών και αλληλοσυγκρουόμενων επιδιώξεων.
Μετέωρες πράξεις
Τι μένει;
«Την πόρτα ανοίγω το βράδυ, τη λάμπα κρατώ ψηλά»
Ενδιαφέρον παρουσιάζει η τοποθέτηση του συγγραφέα για το ιδεολογικό φορτίο του Μίκη. Αποκομμένος από τη βενιζελική προοδευτική παράδοση και σαφώς επηρεασμένος από τον διασπασμένο κεντρώο χώρο, ο μουσικοσυνθέτης είχε ως αποκλειστικό σημείο αναφοράς την εαμογενή Αριστερά. Αυτή είναι και η αχίλλειος πτέρνα στην πολιτική σταδιοδρομία του, κατά τον Ανδρουλάκη. Υποβαθμίζοντας τις υπόλοιπες διαστάσεις, αντιπροσώπευε το εύρος του κινήματος, καλύτερα τοποθετημένος από άλλους λόγω καταγωγής (Κρήτη, Μικρά Ασία) και λόγω της υφής του έργου του, εξέφραζε πάντα ένα φάσμα πατριωτικών δυνάμεων. Εγκλωβισμένος στο ξεμύτισμά του από τις περιστάσεις, όπως σημειώνεται στο βιβλίο.
Συνοδεία πιάνου
Μίμης Ανδρουλάκης
Σαλός Θεού
Εκδ. Πατάκη, 2017,
σελ. 527
Τιμή: 19 ευρώ