Το πανηγύρι άρχισε από το περασμένο Σαββατοκύριακο στην οθόνη του κινητού μου. Καταιγισμός μηνυμάτων από όλες τις «πύλες» ψηφιακής επικοινωνίας. «Ειδικά για την Ημέρα της Γυναίκας, όλα μας τα κραγιόν 30% φθηνότερα». «Γιορτάζουμε τη δική σας ημέρα με επιπλέον 15% έκπτωση». «Στις 8 Μαρτίου δεχόμαστε μόνο γυναικοπαρέες και κερνάμε ένα μπουκάλι κρασί». Δεν θα γκρινιάξω περί εμπορευματοποίησης. Είναι φυσικό να συμβαίνει όταν ένας συμβολισμός δεν έχει ξεκάθαρο περιεχόμενο. «Ημέρα της Γυναίκας», ΟΚ, αλλά ποιας γυναίκας; Αυτής που στα 12 χρόνια της πουλιέται σε έναν σύζυγο –αφέντη όπως διαβάζαμε χθες στο ρεπορτάζ της Κατερίνας Ροββά; Της σταρούμπας του Χόλιγουντ που θυμάται ότι πριν από είκοσι χρόνια κάποιος της έπιασε με υπονοούμενο το χέρι; Της γυναίκας στα Εμιράτα που μέσα από την καταπιεστική μπούρκα φοράει, σε αξία, ένα ρετιρέ στο Κολωνάκι; Ή μήπως του ανθρωπότυπου «Μαίρη Παναγιωταρά»; Μπορεί αυτές τις γυναίκες να τις ενώσει μια μέρα;
Στη δεκαετία του 1980 δεν γιορτάζαμε την Ημέρα της Γυναίκας. Ωστόσο θεωρώ ότι τότε έγινε η πιο ουσιαστική «επανάσταση» –για την Ελλάδα μιλάω. Τότε πήραμε τις αποστάσεις μας από τις φεμινίστριες περασμένων γενεών που έκαιγαν τα σουτιέν τους και διεκδικήσαμε την αυτοδιαχείριση του περιεχόμενου των (δαντελένιων) εσωρούχων μας. Τότε μπήκαμε ορμητικά (και, κάποιες φορές, επιθετικά οφείλω να ομολογήσω) στις θέσεις εργασίας. Χωρίς ημέρες – αφιερώματα και χωρίς καν να γνωρίζουμε την έννοια του σεξισμού. Ισως σήμερα, εξάλλου, να θεωρούνταν σεξιστικοί οι πιο, ουσιαστικά, φεμινιστικοί στίχοι που ξέρω. Είναι «Τα κορίτσια της συγνώμης» που ο Χάρης και ο Πάνος Κατσιμίχας έγραψαν το 1985. Γι’ αυτές τις «γκρίζες τις κοπέλες που μ’ αγάπησαν / κάτι χλωμές, κάτι χοντρούλες με γυαλιά / Αυτές που δεν τους ρίχνεις δεύτερη ματιά / ξενοδοχεία της αγάπης νυχτωμένα / που περιμένεις να περάσει η μπόρα και μετά / φεύγεις και σε κοιτάζουν λυπημένα». Σε αυτά τα κορίτσια αφιερώνω τη σημερινή ημέρα.