Στη φυλακή και για άγνωστο χρονικό διάστημα παραμένουν οι δύο Ελληνες στρατιωτικοί με την ελληνική κυβέρνηση να δηλώνει πλέον επίσημα ότι δεν γνωρίζει πότε θα επιστρέψουν στην πατρίδα.
Κι ενώ κορυφώνεται η αγωνία για την τύχη που θα έχουν και κυρίως για το κατηγορητήριο με το οποίο θα δικαστούν, στην Αθήνα αποφάσισαν να περάσουν στην αντεπίθεση «διεθνοποιώντας» τα απανωτά επεισόδια που αναδεικνύουν την τουρκική προκλητικότητα. Προσβλέπει έτσι η κυβέρνηση σε μια ευρύτερη κινητοποίηση ώστε να πιεστεί η Αγκυρα και να εφαρμόσει τους κανόνες του διεθνούς δικαίου ώστε να απελευθερώσει το συντομότερο τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων.
Το μήνυμα που έστειλε ο πρωθυπουργός με το κυβερνητικό συμβούλιο και την προσφυγή στη βοήθεια του ΟΗΕ αλλά και οι δηλώσεις Ευρωπαίων αξιωματούχων, δείχνουν ότι η Ελλάδα κινητοποιείται, έστω και με καθυστέρηση τουλάχιστον πέντε ημερών.
Ο φόβος, ωστόσο, μια πολύμηνης παραμονής των στρατιωτικών στις φυλακές υψίστης ασφαλείας έχει μεγαλώσει τις τελευταίες ώρες.
Όπως έχει μεγαλώσει και η ανησυχία για το ενδεχόμενο να προστεθεί και η κατηγορία της κατασκοπείας με αφορμή την έρευνα που γίνεται στα κινητά τηλέφωνα. Μια έρευνα για την οποία η ελληνική πλευρά έχει ζητήσει την παρουσία Ελληνα τεχνικού ο οποίος μπορεί να μεταβεί στην Αγκυρα και να παρακολουθεί τις διαδικασίες. Είναι φανερό ότι στην Αθήνα φοβούνται ότι θα «φυτευτούν» στοιχεία και παίρνουν τα μέτρα τους, χωρίς όμως αυτό να διασφαλίζει απολύτως τίποτε.
Αγνωστο είναι ακόμη πότε θα οριστεί η δίκη των δύο. Αν το κατηγορητήριο αφορά μόνο στην παράνομη είσοδο τότε η ποινή μπορεί να έχει έως 2 χρόνια φυλάκιση με αναστολή, οπότε θα επιστρέψουν άμεσα σπίτια τους.
Αν υπάρξει και η κατηγορία της κατασκοπείας αντιμετωπίζουν ποινές άνω των 10 ετών και χωρίς ανασταλτικό χαρακτήρα.
Και μπορεί η Αγκυρα επίσημα να μη συνδέει το γεγονός με τους Τούρκους αξιωματικούς που βρίσκονται στην Ελλάδα, ωστόσο, είναι εμφανές ότι θέλει να πιέσει όσο μπορεί για να έχει οφέλη. Οι στρατιωτικοί στα χέρια τους είναι «άσος» στο μανίκι που μπορούν να χρησιμοποιήσουμε όποτε το θελήσουν.
Σε κάθε περίπτωση επικρατεί μεγάλος προβληματισμός για τις προθέσεις του Ταγίπ Ερντογάν αλλά και για το πόσο μπορούν Ευρωπαίοι και Αμερικανοί να παρέμβουν και να απελευθερωθούν οι στρατιωτικοί.