Το εκλογικό αποτέλεσμα στην Ιταλία, όπου λαϊκιστικά και ακροδεξιά κόμματα ήρθαν πρώτα, έπειτα από τις δίδυμες καταστροφές του Brexit και της εκλογής Τραμπ στις ΗΠΑ, φαίνεται βέβαιο ότι θα ενισχύσει το πιστεύω των φιλελευθέρων, ότι οι πολίτες ευθύνονται για όσα τους συμβαίνουν. Οι απλοί πολίτες, σύμφωνα με την άποψη αυτή, είναι τόσο απληροφόρητοι ώστε κάνουν πολύ κακές επιλογές. Κάποιοι πηγαίνουν ακόμα παραπέρα και τους αποδίδουν προτιμήσεις για αντιδημοκρατικούς ηγέτες. Ενα νέο βιβλίο, μάλιστα, εντοπίζει ότι το πρόβλημα είναι «λαός εναντίον δημοκρατίας».
Τέτοιες διαγνώσεις είναι πολύ λανθασμένες. Επικεντρώνοντας στις απόψεις των πολιτών, χάνονται οι δομικοί λόγοι των σημερινών απειλών προς τη δημοκρατία. Ως αποτέλεσμα, είναι σίγουρο ότι θα συνάγουν τα λάθος συμπεράσματα και μαθήματα. Εάν κάποιος πιστέψει ότι οι ψηφοφόροι είναι ανίκανοι ή τάσσονται υπέρ της ανελευθερίας, τότε το επόμενο βήμα θα είναι να τους στερήσει τη δυνατότητα λήψης αποφάσεων. Ομως, αντί να καταφύγουμε στους τεχνοκράτες, θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε συγκεκριμένα δομικά προβλήματα που έχουν συμβάλει στον θρίαμβο των λαϊκιστών πολιτικών.
Υπάρχουν πολλές αποδείξεις ότι οι πολίτες δεν είναι τόσο καλά ενημερωμένοι όσο θα έπρεπε. Ιδιαίτερα στις ΗΠΑ, όπως δείχνουν οι έρευνες της κοινής γνώμης και η άγνοια των πολιτών σε βασικά σχολικά θέματα. Ομως, επειδή οι εκλογές δεν είναι εξετάσεις, οι ψηφοφόροι δεν χρειάζονται να γνωρίζουν κάθε θέμα που αφορά την πολιτική. Υποτίθεται ότι γι’ αυτό υπάρχουν πολιτικοί, δημοσιογράφοι και ειδικοί.
Το πρόβλημα ξεκινά όταν οι πολίτες αντιμετωπίζουν κάθε θέμα ως ζήτημα ιδεολογικής ταυτότητας –για παράδειγμα, όταν η αξιοπιστία των ειδικών επιστημόνων για το κλίμα εξαρτάται από το εάν κάποιος είναι Ρεπουμπλικανός ή Δημοκρατικός. Γίνεται ακόμα χειρότερο όταν η ιδεολογική ταυτότητα είναι τόσο έντονη ώστε όλα τα επιχειρήματα πηγαίνουν στον βρόντο.
Ο Τραμπ ήταν υποψήφιος ενός μεγάλου κόμματος. Πολύ πριν από τον Τραμπ, αυτό το κόμμα –και τα συντηρητικά ΜΜΕ –είχαν αρχίσει να δαιμονοποιούν τους αντιπάλους τους, τους οποίους κατήγγειλαν ως «σοσιαλιστές ευρωπαϊκού τύπου». Ετσι, οι Ρεπουμπλικανοί, παρότι παραδέχονταν πως ο Τραμπ δεν είχε τα προσόντα για να γίνει πρόεδρος, τον ψήφισαν ούτως ή άλλως.
Είναι σημαντικό να μην επικρίνουμε απλώς τις απολυταρχικές τάσεις του κόσμου, αλλά να αντιμετωπίζουμε τα δομικά προβλήματα που διευκόλυναν τους λαϊκιστές. Για παράδειγμα, δεν είναι όλα λάθος σχετικά με όσα λένε οι λαϊκιστές για όσους βρίσκονται στο περιθώριο της κοινωνίας. Ούτε είναι πάντα λάθος να υποπτευόμαστε ότι τα ειδικά συμφέροντα ελέγχουν μέρος του κρατικού μηχανισμού. Ομως αυτές οι υποθέσεις πρέπει να αποδεικνύονται. Εκείνο που διαλύεται σε πολλές χώρες και απαιτεί συστηματική ανανέωση είναι τα μιντιακά και κομματικά συστήματα.
Σίγουρα θα βοηθήσει η καλύτερη ενημέρωση των πολιτών, που μπορεί να παίξει κρίσιμο ρόλο στο να υποστηρίξει τους νέους να διαχειριστούν διαφωνίες και να αντιμετωπίσουν άλλους πολίτες ως νόμιμους αντιπάλους τους σε δημοκρατικές συγκρούσεις. Οι πολιτισμικές διαφορές δεν θα εξαλειφθούν όμως εάν οι πολίτες μάθουν να ζουν με αυτές, οι λαϊκιστές δεν θα κατορθώσουν να τις χρησιμοποιούν ως πολιτικά όπλα.
Ο Γιαν Βέρνερ Μίλερ είναι καθηγητής Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Πρίνστον