Σήμερα ανοίγει και πάλι η κουβέντα για τους φόρους. Αλλά το ερώτημα εξακολουθεί να παραμένει ανοικτό για την επόμενη μέρα: Μπορούν να μειωθούν, πότε και πόσο; Ναι, απαντούν οικονομικοί αναλυτές σε έρευνα που πραγματοποίησαν «ΤΑ ΝΕΑ», αρκεί –όπως λένε –να υπάρχει ισχυρή πολιτική βούληση για κάτι τέτοιο. Με δεδομένο ότι και την «επόμενη μέρα» θα υπάρχει ισχυρή εποπτεία και επιτήρηση από τους δανειστές, οι φοροελαφρύνσεις είναι εφικτές εφόσον θα συνοδεύονται από στοχευμένες μειώσεις στις κρατικές δαπάνες. Το συνολικό όφελος που θα μπορούσε να είχε το Δημόσιο από την εξοικονόμηση δαπανών υπολογίζεται ότι φθάνει τα 2 δισ. ευρώ σε βάθος τετραετίας, γεγονός που θα μπορούσε να χρηματοδοτήσει σημαντικές μειώσεις στη φορολογία.
Μείωση ΕΝΦΙΑ
Λιγότερα βάρη για τα φυσικά πρόσωπα
Με τη μείωση αυτή, ελαφρύνονται σημαντικά τα νοικοκυριά και κυρίως όσοι κληθούν να πληρώσουν έξτρα φόρο έως 600 ευρώ τον χρόνο λόγω της μείωσης κατά 3.000 ευρώ του αφορολογήτου ορίου το 2020 στο «καλό» σενάριο ή από το 2019 στη χειρότερη περίπτωση. Βέβαια, οι ειδικοί θεωρούν ότι για την ενεργοποίηση του μέτρου αυτού θα πρέπει ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος να μειωθεί στο 2% του ΑΕΠ, κάτι που προβλέπεται να γίνει μετά το 2022.
Αλλα μέτρα που θα μπορούσαν να ληφθούν είναι τα εξής:
– Εξορθολογισμός της ευθύνης των διοικούντων για φορολογικές και ασφαλιστικές οφειλές.
– Καθιέρωση του θεσμού «lump sum taxation», δηλαδή επιβολή ενός φόρου με ειδικό σταθερό συντελεστή, για πολίτες υψηλού πλούτου που μετοικούν στην Ελλάδα και προέρχονται για παράδειγμα από την Ελβετία, την Ιταλία, τον Ηνωμένο Βασίλειο, την Κύπρο.
– Μείωση του φορολογικού συντελεστή για έσοδα που προκύπτουν από έρευνα και ανάπτυξη και για πνευματική ιδιοκτησία που δημιουργείται στην Ελλάδα.
Περισσότερες επενδύσειςμε χαμηλότερους φορολογικούς συντελεστές
– Η μείωση του φορολογικού συντελεστή για τις επιχειρήσεις από 29% σήμερα στο 20% σταδιακά εντός της διετίας, για να προσεγγίσει η χώρα μας τους εταιρικούς φορολογικούς συντελεστές που εφαρμόζουν η Ισπανία, η Ολλανδία, η Πορτογαλία και η Σλοβακία. Το δημοσιονομικό κόστος της εφαρμογής του συγκεκριμένου μέτρου υπολογίζεται σε 500 εκατ. ευρώ. Κόστος που μπορεί να καλυφθεί από την κατάργηση δομών που δημιουργήθηκαν από τις αρχές του 2015 και από τη στρατηγική εκχωρήσεων (outsourcing) στον ιδιωτικό τομέα. Μέτρα από τα οποία θα μπορούσε το κράτος να εξοικονόμηση 400 εκατ. ευρώ την τετραετία ενώ επιπλέον έσοδα θα προέλθουν από την προσέλκυση επενδύσεων λόγω του σημαντικά ευνοϊκότερου φορολογικού περιβάλλοντος.
– Η μείωση του φόρου στα μερίσματα από 15% που ισχύει σήμερα σε 5%. Το μέτρο αυτό όπως επισημαίνουν οικονομικοί αναλυτές είναι δυνατόν να εφαρμοστεί άμεσα ενώ όσον αφορά το κόστος ανέρχεται σε 400 εκατ. ευρώ.
Το μεγαλύτερο μέρος του κόστους αυτού θα μπορούσε να καλυφθεί από τη διατήρηση της αναλογίας 1 προς 5 στις προσλήψεις – αποχωρήσεις στο Δημόσιο, μέτρο το οποίο θα μπορούσε να εξοικονομήσει 300 εκατ. ευρώ στην τετραετία.
Σύμφωνα με τους οικονομικούς αναλυτές, με τη μείωση των φορολογικών συντελεστών από 29% σε 20% και των μερισμάτων από το 15% σε 5% προκύπτει πραγματικός φορολογικός συντελεστής (effective tax rate) 24% ενώ στο εισόδημα των φυσικών προσώπων προβλέπεται συντελεστής 45% για ποσά άνω των 40.000 ευρώ.