Η ελληνική κυβέρνηση από την πρώτη στιγμή χειρίζεται με ψυχραιμία και αποφασιστικότητα το επεισόδιο με την σύλληψη των δύο Ελλήνων στρατιωτικών, ώστε, το συντομότερο δυνατό να επιστρέψουν στην πατρίδα και τις οικογένειές τους. Πρόκειται για μια υπόθεση που έχει συγκινήσει όλους τους Έλληνες, οι οποίοι απαιτούν να γίνουν όλες οι απαιτούμενες ενέργειες σε διμερές και διεθνές πλαίσιο για την άμεση απελευθέρωσή τους. Δυστυχώς, ένα συνηθισμένο περιστατικό που μέχρι τώρα λύνονταν χωρίς καν να δημοσιοποιείται, με επιλογή της Τουρκίας εξελίσσεται σε αφορμή αντιπαράθεσης και διπλωματικής κλιμάκωσης. Η Τουρκία θέλει να δημιουργήσει διπλωματικό αντιπερισπασμό, προκειμένου να κατασκευαστεί σκηνικό τεχνητής έντασης προκειμένου (όπως δήλωσε και ο Κύπριος υπουργός εξωτερικών) να εμποδιστούν οι έρευνες για φυσικό αέριο στην Κυπριακή ΑΟΖ. Ορθώς, λοιπόν, η ελληνική κυβέρνηση απέφυγε κινήσεις δραματοποίησης τού έτσι κι αλλιώς σοβαρού συμβάντος με την σύλληψη των δύο στρατιωτικών. Προτεραιότητα είναι η απελευθέρωση των δύο στρατιωτικών και όχι η δημιουργία κλίματος μείζονος έντασης στις σχέσεις των δύο χωρών με αφορμή την σύλληψή τους, κάτι που προφανώς επιδιώκεται από επιθετικούς κύκλους της γειτονικής χώρας. Αν παρασυρθούμε σε μια τέτοια κλιμάκωση, μπορεί να δυσκολέψει και να αποδυναμωθεί ο στόχος της άμεσης απελευθέρωσής τους. Αυτό, άλλωστε, εξήγησε με πολύ πειστικό τρόπο ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας στη Βουλή, απαντώντας στις ανεύθυνες τοποθετήσεις και στις «κορώνες» μέρους της αντιπολίτευσης.
Πιστεύετε ότι υπάρχει μια αλλαγή στρατηγικής της Τουρκίας έναντι της Ελλάδας;
Η Τουρκία βρίσκεται σε μετάβαση. Καθώς αποδυναμώνεται η ευρωπαϊκή προοπτική της, αναζητεί νέο ιστορικό ρόλο με ορίζοντα προς την Κεντρική Ασία σε συνάρτηση με την δημιουργία των νέων ενεργειακών δρόμων όπως εκτιμούν διεθνείς αναλυτές. Ταυτόχρονα, όμως, η γειτονική χώρα βρίσκεται αντιμέτωπη με την πολεμική εμπλοκή και την αποτυχία της στην Συρία, με το φάσμα τού υπό σύσταση Κουρδικού κράτους, αντιμέτωπη με το ΝΑΤΟ και την Ε.Ε. και αναγκασμένη να καταφύγει σε μια λυκοφιλία με τη Ρωσία. Αυτές οι δυσκολίες στην επιδίωξη για περιφερειακό ρόλο, αντισταθμίζονται όμως από μια έντονη οικονομική ανάπτυξη, καθώς και με όξυνση του αυταρχισμού στο εσωτερικό.
Από αυτή την αντίφαση προκύπτει μια έντονη νευρικότητα και το απρόβλεπτο στις κινήσεις της γείτονος. Σίγουρα υπάρχει αλλαγή στην τουρκική ρητορική έναντι της χώρας μας. Επανέρχεται η θεωρία των «γκρίζων ζωνών», τώρα μάλιστα επαυξημένη, με αξίωση επικυριαρχίας σε ελληνικές βραχονησίδες. Γι` αυτό η Ελλάδα, μαζί με τη διατήρηση της αποτρεπτικής της ισχύος, πρέπει να επιμείνει σε μια πολιτική που με αποφασιστικότητα θα προωθεί τη συνεργασία και τη σταθερότητα σε όλα τα Βαλκάνια. Όπου υπάρχει κενό, όπως στις σχέσεις με την ΠΓΔΜ, δημιουργούνται πειρασμοί στην Τουρκία για άξονες με κάποιες βαλκανικές χώρες που είναι εναντίον των εθνικών μας συμφερόντων. Έχοντας και αυτό κατά νου η κυβέρνηση προχωρεί αυτή την περίοδο σε κινήσεις που ελπίζουμε ότι θα έχουν ως αποτέλεσμα την επίλυση του Μακεδονικού.
Η αντιμετώπιση των εθνικών θεμάτων δεν προϋποθέτει εθνική συνεννόηση, που φαίνεται όμως ότι έχει υπονομευθεί από τον χειρισμό της υπόθεσης Novartis;
Αναμφίβολα χρειάζεται εθνική συνεννόηση, που όμως δεν μπορεί να υπάρξει με τίμημα το κουκούλωμα των σκανδάλων. Ακόμη περισσότερο η αναγκαία συνεννόηση, υπονομεύεται από εμφυλιοπολεμικές ρητορικές περί «συμμοριτών», που δείχνουν ότι το παλαιό πολιτικό σύστημα δεν έχει συμφιλιωθεί με την πραγματικότητα της αριστερής-προοδευτικής διακυβέρνησης. Χαρακτηριστικό είναι το άρθρο του κ. Σαμαρά στους Financial Times όπου επιχειρεί να ξαναγράψει την ιστορία και να εμφανίσει την αριστερά ως…απειλή για τη δημοκρατία στη χώρα μας! Αυτή η μετωπική-εμφυλιοπολεμική τακτική δεν διευκολύνει να υπάρξουν οι καταλληλότεροι χειρισμοί στη Βουλή και γενικότερα στο πολιτικό σύστημα για την οικοδόμηση συναινέσεων όπου απαιτείται, ώστε, απερίσπαστη η Δικαιοσύνη να ερευνήσει τις πιθανολογούμενες ποινικές προεκτάσεις ενός πανθομολογούμενου πολιτικού σκανδάλου.
Πολλοί υποστηρίζουν ότι με δεδομένη την άρνησή του στο Μακεδονικό, ο κ.Καμμένος δεν διευκολύνει την κυβέρνηση στο υπουργείο άμυνας. Άλλωστε και ίδιος φέρεται να επανεξετάζει την παραμονή του στην κυβέρνηση σε ενδεχόμενη συμφωνία με την ΠΓΔΜ.
Στις προγραμματικές δηλώσεις της η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί στην επίλυση του Μακεδονικού στη βάση της σύνθετης ονομασίας. Όταν ωριμάσει η διμερής συμφωνία με την γειτονική χώρα θα έρθει προς έγκριση στη Βουλή. Εκεί, το κάθε κόμμα και ο κάθε βουλευτής ξεχωριστά θα τοποθετηθούν. Χωρίς να προτρέχω, νομίζω, ότι, εν όψει της εξόδου της χώρας από τη δανειακή σύμβαση, μπορεί να δημιουργηθεί μια νέα πολιτική κινητικότητα, ώστε, μετά τις εκλογές να ενισχυθεί η προοπτική μιας νέας προοδευτικής διακυβέρνησης, με την Αριστερά και άλλες δημοκρατικές δυνάμεις στην εξουσία και με τη Δεξιά και τις συντηρητικές δυνάμεις στην αντιπολίτευση.
Τελειώνει και με ποιους όρους το μνημόνιο τον Αύγουστο; Τι φοβάστε ότι δεν θα αποφύγει η κυβέρνηση;
Τελειώνει η δανειακή σύμβαση, χωρίς όμως να καταλύεται το πλέγμα των εκατοντάδων μνημονιακών νόμων. Αναλόγως, ωστόσο, του τρόπου εξόδου στις αγορές, μπορεί να δημιουργηθούν μεγαλύτερα περιθώρια και ελευθερίες στην άσκηση πολιτικής. Η ρύθμιση του χρέους είναι η λυδία λίθος για μια νέα πορεία της χώρας. Από αυτήν εξαρτάται η αναγκαία μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων, ώστε, να ενισχυθούν η ανάπτυξη, οι δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις,η εργασία και το κοινωνικό κράτος. Ήδη, έχουν γίνει βήματα με την επιστροφή σε έστω μικρότερα από τις αρχικές προβλέψεις θετικά ποσοστά ανάκαμψης και με τη μείωση της ανεργίας. Πρέπει χωρίς εξωραϊσμούς να μιλάμε με ειλικρίνεια στους πολίτες. Δεν θα περάσουμε από την κόλαση στον παράδεισο. Πρέπει να ξέρουμε που πάμε. Σε μια λιτότητα χωρίς τέλος ή στο τέλος της λιτότητας; Η κυβέρνηση κατόρθωσε να δημιουργήσει μια θετική προοπτική για την οικονομία. Σε αυτό το πλαίσιο απαιτούνται πρόσθετες κινήσεις που θα άρουν σταδιακά τις πιο επαχθείς και άδικες πολιτικές των μνημονίων, όπως είναι οι νέες ρυθμίσεις στα ζητήματα των κόκκινων δανείων και των πλειστηριασμών, η ενίσχυση του κοινωνικού κράτους με μόνιμους διορισμούς στην υγεία και στην εκπαίδευση, η βαθμιαία επιστροφή στην εργασιακή κανονικότητα με συλλογικές συμβάσεις και αύξηση του κατώτατου μισθού, η μείωση του φορολογικού και ασφαλιστικού βάρους στους ελεύθερους επαγγελματίες και τις μικρές επιχειρήσεις καθώς και η προώθηση μεγάλων αναπτυξιακών πρωτοβουλιών με σεβασμό στο περιβάλλον.
Στο παραπάνω πλαίσιο, ειδικά, αν επιτύχουμε τον στόχο να μειωθούν τα πρωτογενή πλεονάσματα, μπορούν να αποφευχθούν οι επαπειλούμενες μειώσεις στις συντάξεις το 2019 και στο αφορολόγητο το 2020. Αυτά, ναι, αν επιτευχθούν, θα σηματοδοτήσουν το τέλος της λιτότητας.
Πόσο ρεαλιστική είναι η αναζήτηση εναλλακτικών, της σκληρής λιτότητας, πολιτικών, όταν στην Ιταλία, χώρα του ευρωπαϊκού νότου που μετείχε στο μέτωπο του νότου, επικρατούν οι λαϊκιστικές δυνάμεις; Χάνει το τραίνο η Αριστερά στην Ευρώπη και έχει ευθύνη ο ΣΥΡΙΖΑ ως υπόδειγμα κυβερνώσας Αριστεράς που συμβιβάστηκε;
Μετά την αβεβαιότητα που παρακολουθεί τις Ιταλικές εκλογές και τον σχηματισμό της γερμανικής κυβέρνησης, οι ευρωπαϊκές εξελίξεις μπαίνουν σε μια νέα φάση, με την ισχυροποίηση της Δεξιάς και ειδικά της ακροδεξιάς, την υποχώρηση της Αριστεράς σε όλες τις εκδοχές της, την ενίσχυση της αντιπολιτικής και της ξενοφοβίας. Μέσα σε αυτόν τον ευρωπαϊκό αναβρασμό θα ήταν απλουστευτικό να αποδώσουμε παραπάνω ευθύνες από όσες του αναλογούν στον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος μέσα στις εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες των μνημονίων επιδιώκει να διαμορφώσει μια νέα πορεία στον αντίποδα της λιτότητας, με ανάπτυξη και κοινωνική δικαιοσύνη. Χρέος μας είναι να συμμετάσχουμε στις κοινωνικές και πολιτικές διεργασίες, ώστε, εν όψει των ευρωεκλογών αλλά και των συζητήσεων για το μέλλον της Ευρώπης, να διαμορφωθούν προγράμματα και συμμαχίες κατά της λιτότητας και της αντιμεταναστευτικής υστερίας και υπέρ της κοινωνικής Ευρώπης. Ιδιαίτερα σήμερα, που ο Τραμπ ανοίγει τον ασκό του Αιόλου και εξαπολύει εμπορικούς πολέμους που μπορεί να προκαλέσουν ανεξέλεγκτες εντάσεις, ο κόσμος έχει ανάγκη από μια Ευρώπη που θα διαμορφώνει πολιτικές όχι στενά για τον εαυτό της (και μάλιστα υπέρ των συμφερόντων των ελίτ και του διευθυντηρίου) αλλά για ολόκληρο τον κόσμο.