Θα έχει πάντα ενδιαφέρον να κρατά κανείς τον τόπο και τα γεγονότα αλλάζοντας τον χρόνο και το πολιτικό περιβάλλον. Να φανταστεί, ας πούμε, τα κλομπ της αστυνομίας να μην έπεφταν στις πλάτες εκείνων που διαδήλωναν για τους πλειστηριασμούς τον Μάρτιο του 2018, αλλά τον Μάρτιο του ’14, του ’13 ή του ’12. Οχι με τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ στην εξουσία, αλλά επί «Σαμαροβενιζέλων». Και να υποθέσει βάσιμα πόση ιερή αγανάκτηση θα είχε βγει από τα σπλάχνα των αντιπολιτευόμενων συριζαίων, πόσες συριζαϊκές εκρήξεις θα είχαν γκρεμίσει τα τηλεοπτικά στούντιο, πόσοι Σκουρλέτηδες και Φίληδες θα ήταν εκεί, μαζί με τους διαδηλωτές, για να μην πέσει κανένα σπίτι στα χέρια τραπεζίτη.
Αν έχει νόημα η υπόμνηση, δεν είναι για να καταδειχθεί το μέγεθος της υποκρισίας. Ούτε για να υπογραμμιστεί το γεγονός ότι πολλοί από εκείνους που έβαλαν πλάτη για να ανέλθει ο ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία αισθάνονται τώρα τα κλομπ της εξουσίας στις πλάτες τους. Αυτή θα ήταν η ανάγνωση του παρελθόντος. Η υπόμνηση πρέπει να γίνει επειδή αξίζει να θυμάται κανείς τα πολιτικά αίτια της οικονομικής κρίσης. Και είναι ένα «μέμνησο» που αφορά το παρόν και το μέλλον: η κρίση παρατείνεται στον χρόνο επειδή, αντίθετα απ’ ό,τι συνέβη αλλού, υπερπολιτικοποιήθηκε. Επειδή εργαλειοποιήθηκε από πολιτικές δυνάμεις που εξακολουθούν να διχάζουν ηθικολογώντας και να ηθικολογούν διχάζοντας.
Από την επιμονή στην ίδια διχαστική τακτική αντιλαμβάνεται κανείς ότι οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ δεν πόνεσαν. Οτι καμία μελανιά δεν άφησαν πάνω τους τα κλομπ της Αστυνομίας. Οχι στα σώματά τους που ούτως ή άλλως δεν έχουν λόγο πλέον να εκθέτουν στους κινδύνους του δρόμου. Αλλά στη συνείδησή τους.