Τον Νοέμβριο του 2012 μου προτάθηκε από τον τότε Πρόεδρο της Βουλής να αναλάβω επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή (ΓΠΚΒ). Την εποχή εκείνη το Γραφείο αυτό ήταν άγνωστο. Δημιουργήθηκε το 2010 και λειτούργησε μόλις για 2,5 μήνες. Η τότε επικεφαλής του, καθώς και τα μέλη της Επιστημονικής Επιτροπής είχαν παραιτηθεί πρόωρα για λόγους ευθιξίας μετά την αρνητική δημοσιότητα που πήρε η πρώτη έκθεση του Γραφείου στην οποία αναφερόταν ότι το δημόσιο χρέος της Ελλάδας δεν ήταν βιώσιμο. Το έργο που καλούμουν να αναλάβω ήταν εξαιρετικά δύσκολο. Επρεπε από τη μία να οργανώσω ένα γραφείο που είχε στραβό ξεκίνημα και από την άλλη να χτίσω σταδιακά την αξιοπιστία του. Χαρακτηριστικός ήταν ο διάλογος που είχα όταν για πρώτη φορά πήγα στις εγκαταστάσεις του Γραφείου και συνάντησα τον (μοναδικό) επιστημονικό συνεργάτη: «Κύριε καθηγητά, με έστειλαν εδώ σε εσάς, αλλά σας ενημερώνω ότι θα φύγω». Ρωτάω γιατί και η απάντηση ήταν αποστομωτική: «Μα γιατί και εσείς θα φύγετε σύντομα. Με την πρώτη έκθεση που δεν θα είναι αρεστή, θα σας αναγκάσουν να φύγετε». Τελικά μείναμε και οι δύο σε όλη την πενταετή θητεία μου.
Το ΓΠΚΒ είναι ένας δημοσιονομικός θεσμός, ο οποίος δεν ασκεί δική του πολιτική αλλά παρακολουθεί εάν οι κυβερνώντες υλοποιούν αυτά που οι ίδιοι ψηφίζουν στη Βουλή. Δημιουργήθηκε προκειμένου να δημιουργεί ένα ανάχωμα στην ανεξέλεγκτη δημιουργία δημοσιονομικών ελλειμμάτων και χρέους που έχουν την τάση να δημιουργούν οι κυβερνήσεις ακριβώς επειδή λειτουργούν πελατειακά. Οταν διαπίστωνε αποκλίσεις από του στόχους, δημιουργούσε θόρυβο και έτσι αύξανε το πολιτικό κόστος για την κυβέρνηση. Αυτός ήταν και ο λόγος που γινόμασταν ταυτόχρονα μη αρεστοί στην εκάστοτε κυβέρνηση και αρεστοί στην εκάστοτε αντιπολίτευση.
Επιπλέον, προσπαθήσαμε να ακολουθήσουμε με επιτυχία τα ελάχιστα διεθνή πρότυπα όπως τίθενται από τον ΟΟΣΑ και αφορούν στην ανεξαρτησία από πολιτικές πιέσεις, στην ακομμάτιστη λειτουργία, στην επιστημονική τεκμηρίωση, στην πλήρη διαφάνεια καθώς και στην άμεση επικοινωνία με τους πολίτες. Αυτός ήταν άλλωστε και ο λόγος που ένα από τα πρώτα πράγματα που κάναμε ήταν η αλλαγή του θεσμικού πλαισίου ώστε τόσο ο επικεφαλής όσο και τα μέλη της Επιστημονικής Επιτροπής να επιλέγονται έπειτα από δημόσια πρόσκληση με διαφανείς διαδικασίες στη βάση των επιστημονικών τους προσόντων και όχι με κομματικά ή άλλου τύπου πελατειακά κριτήρια. Δυστυχώς, όμως, τα τελευταία γεγονότα έπληξαν την ανεξαρτησία του θεσμού. Οι διαδικασίες επιλογής του νέου επικεφαλής δεν έγιναν στο πνεύμα της αξιοκρατίας και της διαφάνειας που με τόση προσπάθεια προωθήσαμε. Δεν έγιναν γνωστές οι υπόλοιπες υποψηφιότητες, αλλά και τα κριτήρια επιλογής, παρά μόνο η τελική πρόταση. Και πώς να ερμηνευτεί το γεγονός ότι ένα κυβερνητικό στέλεχος που σχεδίασε τον κρατικό προϋπολογισμό και τις πολιτικές που ακολουθούνται θα κρίνει ως επικεφαλής τώρα του ΓΠΚΒ την αποτελεσματικότητα των ίδιων των ενεργειών του όταν ήταν στην κυβέρνηση; Πώς δηλαδή ένας κρινόμενος θα κρίνει τον εαυτό του; Δεν θα υπάρξει σύγκρουση συμφερόντων, έλλειψη ανεξαρτησίας και υποβάθμιση της δημοσιονομικής αξιοπιστίας του Γραφείου και της χώρας την ευαίσθητη ώρα που θέλουμε να κερδίσουμε την εμπιστοσύνη των αγορών;
Ο Παναγιώτης Λιαργκόβας είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, πρώην συντονιστής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή των Ελλήνων