Αντιμέτωπος με το ζήτημα που είχαν όλοι οι προκάτοχοί του αρχηγοί της συντηρητικής παράταξης είναι και ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Πρόκειται για την ισορροπία που ανέκαθεν έπρεπε να έχει ο πρόεδρος της ΝΔ, μεταξύ αυτού που ονομάζεται «λαϊκή Δεξιά» και του λεγομένου «φιλελεύθερου Κέντρου» και να εκφράζει τις δύο κυρίαρχες τάσεις στο εσωτερικό του κόμματος. Στην Πειραιώς αντιμετωπίζεται ως το διαβατήριο για μια εκλογική επιτυχία. Το ίδιο στοίχημα είχαν ο «δεξιός» Ευάγγελος Αβέρωφ, ο «κεντρώος» Γεώργιος Ράλλης, ο φιλελεύθερος Κωνσταντίνος Μητσοτάκης.
Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, που ακούει συχνά-πυκνά πλέον τον Πρωθυπουργό να τον κατηγορεί πότε ότι «κλίνει» προς τη μια κατεύθυνση και πότε προς την άλλη, δεν δείχνει να ανησυχεί ιδιαίτερα, καθώς θεωρεί ότι όταν οι αντίπαλοί του τον καταγγέλλουν τη μια φορά ως «φιλελεύθερο» και την άλλη ως «ακροδεξιό», σημαίνει ότι η πορεία που έχει χαράξει είναι ορθή.
Για τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ο οποίος έχει σαφώς κεντροδεξιές καταβολές και δεν είναι λίγες οι φορές που οι προσωπικές του θέσεις και απόψεις κινούνται περισσότερο προς το κέντρο και λιγότερο προς τα δεξιά, επιχείρησε να βρει μια ισορροπία, αρχικά μέσω της αξιοποίησης προσώπων που έχουν έντονο ιδεολογικό στίγμα. Η τοποθέτηση στις θέσεις των αντιπροέδρων των Αδωνη Γεωργιάδη και Κωστή Χατζηδάκη, αυτόν τον στόχο εξυπηρετούσε. Ωστόσο, μετά το επίπεδο των συμβολισμών, χρειάστηκε να περάσει και στην ουσία: Να πείσει δηλαδή με τις θέσεις του ότι μπορεί να εκφράσει όχι μόνον το σύνολο των ψηφοφόρων της ΝΔ, αλλά και τους πολίτες εκείνους που για διαφορετικούς λόγους τα τελευταία χρόνια είχαν απομακρυνθεί από τη συντηρητική παράταξη και έκαναν άλλες επιλογές είτε προς το κέντρο (όπως στο Ποτάμι) είτε προς τα δεξιά (όπως στους ΑΝΕΛ). Ο Μητσοτάκης εκτίμησε ότι μόνον με αυτόν τον τρόπο θα μπορέσει να πετύχει την εκλογική πρωτιά αφενός, αλλά και την αυτοδυναμία που παραμένει ο βασικός του στόχος.
Οπως φαίνεται από τις μέχρι τώρα επιλογές του, ο πρόεδρος της ΝΔ έχει αποφασίσει να διαχωρίσει τα θέματα: Προχωρεί στην υλοποίηση μιας φιλελεύθερης ατζέντας στην οικονομία και υιοθετεί μια «δεξιά» πολιτική στο πεδίο των εθνικών θεμάτων και της ασφάλειας. Ωστόσο και πάλι δεν είναι εύκολο να ξεπερνά τις εσωτερικές αντιδράσεις. Στην οικονομία, θεωρεί –και δεν το κρύβει –ότι οι τράπεζες αποτελούν βασικό μοχλό ανάπτυξης και ως εκ τούτου στηρίζει την εξυγίανσή τους. Στο Δημόσιο, πιστεύει στον εκσυγχρονισμό των δομών, επιμένει στο μέτρο της αξιολόγησης και ζητά περιορισμό των προσλήψεων γνωρίζοντας ότι αυτές οι θέσεις δεν τον καθιστούν ιδιαίτερα δημοφιλή στις τάξεις των δημοσίων υπαλλήλων.
«Νόμος και τάξη». Στο πεδίο της ασφάλειας, από την άλλη πλευρά, επανέφερε το δόγμα «νόμος και τάξη», ενώ στα εθνικά θέματα επέτρεψε και στήριξε τελικά τα συλλαλητήρια για το Σκοπιανό, δεχόμενος κριτική από την εκσυγχρονιστική πτέρυγα του κόμματός του αλλά και από την κυβέρνηση. Παράλληλα, ως προς την ουσία του εθνικού θέματος, κινήθηκε σαφώς πιο κοντά στη «σκληρή γραμμή» ξεκινώντας από την απόφαση των πολιτικών αρχηγών του ’92 και φτάνοντας το… πολύ έως την επιλογή που έγινε στο Βουκουρέστι. Η ΝΔ, εξάλλου, κράτησε αποστάσεις από το σύμφωνο συμβίωσης και καταψήφισε τη νομοθετική παρέμβαση για τη φαρμακευτική κάνναβη.
Με αυτή τη στρατηγική πάντως, που αποτυπώνεται και στη ρητορική που χρησιμοποιεί εντός και εκτός Βουλής, θα προχωρήσει ο πρόεδρος της ΝΔ και το επόμενο διάστημα, γνωρίζοντας ότι κάθε απόφαση που λαμβάνει είναι πιθανόν να μην ικανοποιεί πλήρως όλα τα στελέχη και τους ψηφοφόρους του κόμματός του. Θεωρεί όμως ότι εάν η διατήρηση των εσωκομματικών ισορροπιών αποτελεί αυτοσκοπό για έναν αρχηγό, τότε οδηγείται σε αποτυχία και ο ίδιος και η παράταξη στο σύνολό της. Σαφή δείγματα γραφής θα δώσει και με τα στελέχη που θα εντάξει στους εκλογικούς συνδυασμούς της ΝΔ.